Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας για την εορτή της Πεντηκοστής, χθες, στον Πατριαρχικό Ναό, συλλειτουργούντος του αρχιεπισκόπου Αχρίδος Στεφάνου και παρουσία του πρωθυπουργού της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι (Dimitar Kovačevski).
Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, ο Παναγιώτατος προέστη της Ακολουθίας του Εσπερινού του Αγίου Πνεύματος, κατά την οποία ανέγνωσε και τις ευχές της Γονυκλισίας.
Στην ομιλία του, ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε στη μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής και επισήμανε ότι «η Εκκλησία τυγχάνει το δώρον του Παναγίου Πνεύματος εις τον κόσμον. ‘Ανευ της Εκκλησίας δεν θα ηδύνατο η εις Χριστόν πίστις να ενιδρυθή εις τον κόσμον. ‘Ανευ της Εκκλησίας, ήτις υπάρχει το ‘Αγιον Σώμα του Χριστού, η πίστις δεν θα ήτο πράξις, ζωή, αγών, πάλη, πτώσεις, μετάνοια, ελπίς, αγιασμός, σταυρός και ανάστασις των ανθρώπων, αλλά θεώρημα και ιδέαι χωρίς αντίκρυσμα. Η εκπλήρωσις της Επαγγελίας του Πατρός είναι η Εκκλησία. Εκκλησία σημαίνει διαρκής και συνεχής Πεντηκοστή».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο Παναγιώτατος είπε ότι ο εκκλησιαστικός βίος δεν υπήρξε ακύμαντος, «καθώς και η αγιοτρόπος ζωή της Εκκλησίας δεν υπήρξε μονολιθική και μονοσήμαντος» και τόνισε ότι στην Εκκλησία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. «Αφού σκοπός και τέλος είναι η σωτηρία όλων, η Εκκλησία ευρίσκει τρόπους να υπερνικά τα εμπόδια και να θεραπεύη τα προβλήματα», πρόσθεσε και συνέχισε: «Με πρόνοιαν και σοφίαν αι ‘Αγιαι Οικουμενικαί Σύνοδοι της Εκκλησίας εφύτευσαν φύτευμα αληθείας και έθεντο όρους και κανόνας διά το θείον Καλλιέργημα. Οι Πνεύματι Θεού αγόμενοι Θείοι Πατέρες, προσηλωμένοι μεν εις την οδόν των Εσχάτων, πλην γνωρίζοντες την ρευστότητα της ανθρωπίνης φύσεως, έβαλον περιτειχίσματα και φραγμούς διά την περιφύλαξιν της αμωμήτου πίστεως. Ανέθεντο δε εις τους κατά το φαινόμενον μικρούς ώμους του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τον Σταυρόν της ιεροκανονικής εποπτείας του κατά Ανατολάς Κυριακού Σώματος, ήτοι του κρίνειν τους επισκόπους της Οικουμένης, και ώρισαν εξαίρεσιν παράδοξον μεν, πλην, ως έδειξεν η πράξις της Εκκλησίας, αρίστην, σοφήν και αγίαν εις την ενόριον διάρθρωσίν της. ‘Ανευ της τοιαύτης οριοθεσίας η πολυπτυχία της εκκλησιαστικής ζωής θα ήτο δαιδαλώδης και τα ανακύπτοντα κατά καιρούς και χρόνους ζητήματα θα περιεπλέκοντο και θα εμεγεθύνοντο. Δεν κρίνομεν σκόπιμον να παραθέσωμεν επί μέρους παραδείγματα προς απόδειξιν της πολυτιμότητος της κληρονομίας αυτής διά την καθόλου Εκκλησίαν, καθώς μέχρι της σήμερον η κατά Ανατολάς Αγία του Χριστού Εκκλησία ευθυδρομεί εξ αυτής.
Δεν ομιλούμεν μετ’ ανθρωπίνης εγκαυχήσεως, αλλά φέροντες τα στίγματα του Κυρίου Ιησού ομολογούμεν την αλήθειαν, κηρύττομεν τον έλεον, ου κρύπτομεν την ευεργεσίαν, ως έχομεν χρέος να πράξωμεν.
Ας αναλογισθή έκαστος εξ ημών πώς θα ήτο η Εκκλησία άνευ της εκ του Εκκλήτου απορρεούσης χάριτος. Οι σήμερον αντιλέγοντες ή αμφισβητούντες τα προλεχθέντα είναι εξ όσων έλαβον την πίστιν και την σύστασίν των εξ αυτής και μόνον της εκκλησιαστικής πραγματικότητος. Λυπούμεθα καθώς εξαναγκαζόμεθα να ομιλώμεν δι’ εαυτούς, αλλ’ ανάγκη επίκειται διά να φανερωθή η αλήθεια. Η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι μήτηρ, τροφός, τιθηνός και κληροδότις των εκασταχού τέκνων της. Δεν χρησιμοποιεί τας ευθύνας της προς επίδειξιν και αυταρέσκειαν. Μερίζεται καθ’ εαυτήν, θυσιάζεται, συγκοπιά, αγωνιά, επισκοπεί μετά διακρίσεως, νουθετεί, υπομιμνήσκει, προσεύχεται και συμμετέχει εις τα ευχάριστα αλλά και τα δυσάρεστα των κατά τόπους Εκκλησιών.
Το αποδεικνύει η ιστορία, το επιβεβαιοί το σήμερον. Οι πανσεβάσμιοι και γεραροί Πατριαρχικοί Θρόνοι της Ανατολής δεν θα υπήρχον σήμερον άνευ της αιματηράς και κοπιώδους εξαντλήσεως της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Ιεροσόλυμα, αλλά και αυτή ακόμα η μικρά, πλην καλώς και αγίως θεσμοθετημένη, κατά Κύπρον Εκκλησία, δεν θα υφίσταντο χωρίς την μέριμναν και την πρόνοιαν των κατά καιρούς Οικουμενικών Πατριαρχών. Αυτοί περιεφύλαξαν ως κόρην οφθαλμού την ιεράν του Αγίου Πνεύματος κληρονομίαν, πάντοτε προσβλέποντες εις την ανακαινιστικήν Του χάριν και δύναμιν˙ και αι εξελίξεις επεκύρωσαν τας επιλογάς των. Δυστυχώς όμως η μεγαλωσύνη και η έως αφελείας αγαθότης της Μητρός Εκκλησίας εκλαμβάνεται υπό των ευεργετηθέντων ως αδιαφορία, αδυναμία και ανικανότης. Αι νεοπαγείς και νεότευκτοι Εκκλησίαι αισθάνονται ότι παρερμηνεύουσαι ή μάλλον διαστρέφουσαι την αλήθειαν δύνανται να θεμελιώσουν νέας αρχάς και προοπτικάς εις την Εκκλησίαν.
Όταν η ιεροκανονική παραγωγή της Εκκλησίας ερμηνεύεται μετ’ ιδιοτελείας και όταν παραθεωρήται το πώς αύτη εζυμώθη εις την ζωήν της, τότε έχομεν στρεβλώσεις που διακυμαίνονται μέχρι και του σχίσματος. “Ουδέ γαρ από του διεστάναι κατά την πίστιν τα σχίσματα εγίνετο, αλλά από του την γνώμην διηρήσθαι κατά ανθρωπίνην φιλονεικίαν”, κατά την του Χρυσορρήμονος Ιωάννου φωνήν. Μία υποφώσκουσα παρερμηνεία, επ’ εσχάτων επικίνδυνος και ζημιογόνος διά την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, υπάρχει η θεωρούσα τους καθέκαστα Αυτοκεφάλους Εκκλησιαστικούς σχηματισμούς ως απόλυτον πληρότητα μη επιδεομένην της παραμικράς συναντιλήψεως και συνεπικουρίας και αισθανομένην την εν Αγίω Πνεύματι κοινωνίαν ως συμβατικήν υποχρέωσιν άνευ αντικρύσματος και ουσίας.
Αι κατά τόπους Αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι, ας μη λησμονώμεν ότι προήλθον κυρίως εκ της πιεστικής εθνοφυλετικής ατμοσφαίρας των αποτόκων του φιλελευθερισμού, της κακής εκδοχής της διαφωτίσεως και της δογματικής, ως μη ώφελε, αρχής Έθνος-Κράτος, Κράτος-Εκκλησία.
Αι κρατικότροποι και κρατικοδίαιτοι Εκκλησίαι είναι καταδεδικασμέναι εις την φθοράν και την εξαφάνισιν, εάν δεν εγκαταλείψουν την ενδοκοσμικότητα και τον συσχηματισμόν μετά των παρερχομένων συστημάτων. Αι Αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι έχουν χρέος να υπηρετούν την σωτηρίαν των πιστών και να υπηρετούν μετά εσωτάτης θέρμης και παλλούσης καρδίας την ενότητα της πίστεως εν τοις πράγμασι και ουχί εν τοις λόγοις. Η ενδορθόδοξος ενότης δεν είναι πλειοψηφική αρχή, αλλά πλεόνασμα αληθείας εν τη πίστει και τη πράξει.
Ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως δεν είναι μόνον ο εφ’ άπαξ χειραφετών, αλλά κανονικώ χρέει και αμεταπτώτω οφειλή ο διαρκώς επιτηρών την ευστάθειαν των Αγίων του Θεού Εκκλησιών. Η αδιατάρακτος κοινωνία του Κωνσταντινουπόλεως μετά των πρεσβυγενών πατριαρχών και η απρόσκοπτος κοινή μετά τούτων πορεία της Μεγάλης Εκκλησίας έδωκε την δυνατότητα διά την εν ενότητι έκφρασιν προς σύστασιν και θεμελίωσιν των αρχών και των προϋποθέσεων των λεγομένων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών».
Στη συνέχεια, απευθυνόμενος προς τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος, ο Παναγιώτατος είπε:
«Αυτήν ασφαλώς την βεβαιότητα ησθάνθητε και μετ’ απολύτου εμπιστοσύνης εις την αδιάκοπον και καθηγιασμένην εκκλησιαστικήν παράδοσιν και πράξιν προσήλθετε διά τα χρονίζοντα παρ’ υμίν προβλήματα, ιερώτατε αρχιεπίσκοπε Αχρίδος κ. Στέφανε, μετά της περί υμάς Σεβασμίας Ιεραρχίας, του ευαγούς κλήρου, του φιλοχρίστου λαού και των οσίων μοναστικών ταγμάτων, εις την, κατά την ιεροκανονικήν εκδοχήν, αλογοπράγητον ημετέραν κρίσιν.
Η κρίσις του Κωνσταντινουπόλεως είναι ελεήμων, φιλάδελφος και θεραπευτική. Δεν είναι κρίσις εξουσιαστική, εξουθενωτική και μεγάλαυχος. Είναι θεραπεία και ίασις. Είναι οδύνη διά το πρόβλημα και χαρά διά την λύσιν. Η μεθ’ υμών αποκατάστασις πλήρους εκκλησιαστικής κοινωνίας και η εν τοις επομένοις ανεύρεσις εκκλησιαστικώς θεσμικής δομής διά την καθ’ υμάς οντότητα, την συγκεκριμένην ιστορικήν στιγμήν, δίδει αφορμήν διά τα όσα επεσημήναμεν και διά τα περαιτέρω, καθώς η εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία δρέπει την αχαριστίαν και την σκληρότητα των τη χάριτι του ζωοποιού Αγίου Πνεύματος τεθεραπευμένων.
Προσέχετε εαυτοίς αδελφοί! Εισέλθετε εις τον θησαυρόν της Οικουμενικότητος. Ρωμηοσύνη δεν είναι δηλωτικόν εθνοτικής ταυτότητος, αλλά της Εκκλησιαστικής τοιαύτης. Η Μεγάλη Εκκλησία κληροδοτεί εις τα τέκνα της όλα τα ιδιώματά της. Κληροδοτεί την ανοχήν, την ηπιότητα, την καταλλαγήν, την πραότητα, την αγαθωσύνην, την ελπίδα, την αγάπην∙ εν ενί λόγω άπαντα τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Είναι η ώρα να αναθεωρήσητε την εκκλησιολογίαν της αυταρκείας και της κακώς νοουμένης εσωστρεφείας. Καλλιεργήσατε όσα σας εμπιστευόμεθα και επαυξήσατε τα τάλαντά σας. Χρειάζεται σταθερότης. Ο επαμφοτερισμός και η κακώς εισελθούσα ορολογία Σλαυοφώνου και Ελληνοφώνου Ορθοδοξίας δεν αποτελούν αληθή διλήμματα. Μία και ακαινοτόμητος είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία. Δεν έχομεν την πολυτέλειαν επιμερισμών και μικροτήτων. Αι διχοστασίαι και αι πεισμώδεις εμμοναί, γνωρίζετε κάλλιον παντός ετέρου, πόσον δυσανάλογον κόστος έχουν.
Προτρεπόμεθα πατρικώς να εμπιστευθήτε καρδιακώς την Μητέρα σας Εκκλησίαν˙ να αναθέσητε την μέριμνα σας εις την πρόνοιαν και την στοργήν της˙ να ακούσητε τι το πνεύμα λέγει τη Εκκλησία˙ να προσκατερήτε τη προσευχή και τη κλάσει του άρτου˙ να ζηλούτε τα κρείττονα και σωτηρίας εχόμενα. Ημείς και είπομεν κατ’ επανάληψιν, και εμπρουποθέτως διετυπώσαμεν εις την εγχειρισθείσαν υμίν Πράξιν αποκαταστάσεως εις την ευχαριστιακήν κοινωνίαν, ότι είμεθα πρόθυμοι -εντός πάντοτε της εκκλησιαστικώς διαμεμορφωμένης και παραδεκτής πρακτικής- να εγκύψωμεν έτι και πλέον εις τα καθ’ υμάς. Η από τούδε πορεία σας εξαρτάται αποκλειστικώς εκ της ιδικής σας συμπεριφοράς και εκ των επιλογών σας».
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εξέφρασε τη χαρά του για την παρουσία του πρωθυπουργού της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, των υπουργών και των συνεργατών του, αλλά και μεγάλου αριθμού πιστών από τη χώρα αυτή.
Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος: Η ιστορία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος δεν υπάρχει χωρίς την παρουσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Στην ομιλία του, ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος εξέφρασε τη συγκίνησή του για τη χθεσινή ημέρα.
«Εδώ είμαστε αποδεκτοί και αγαπημένοι, συλλειτουργούμε με τον Θύτη της σημερινής Ευχαριστίας που προσφέρεται “κατά πάντα και διά πάντα”, συμμετέχουμε στο νόημα του μυστηρίου της Πεντηκοστής, όταν η χάρη του Θεού διαμερίζεται αμέριστα.
Αυτό το σημερινό γεγονός για μας σημαίνει πολλά: εδώ, απ’ όπου αισθανθήκαμε την πρωτοβουλία και ακούσαμε την χαρμόσυνη κρίση για την έκκλητο προσφυγή μας, εδώ και λειτουργούμε και αποκατάσταση λαμβάνουμε και στην λειτουργική ενότητα με όλους εισερχόμαστε· και όχι οπουδήποτε, αλλά στο καθολικό της Εκκλησίας Χριστού, στο δικό μας “Υπερώο”. Όχι σε οποιαδήποτε ημέρα ή εορτή της πίστεως, αλλά ακριβώς στην εορτή της Πεντηκοστής, όταν “ιδρύθηκε η Εκκλησία, από την άποψη ότι οι Απόστολοι έγιναν μέλη του Σώματος Χριστού”».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο αρχιεπίσκοπος Στέφανος ανέφερε ότι η ιστορία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος «διηγείται ότι στα σπλάγχνα της αναπαύονταν και τρέφονταν πνευματικά πολλοί λαοί, ενώ καταλάμβανε πολλά μέρη» και προσέθεσε: «Σήμερα, (σσ χθες) εκκλησιολογικά καθορισμένη στα σημερινά όρια του κράτους μας, αυτή συνεχίζει την κληρονομία της ενδόξου ιεράς ιστορίας αυτής: να αγαπά, να ενώνει, να καλλιεργεί φιλία και να λειτουργεί, ενώ ταυτόχρονα αρνείται να δεχθεί στην λειτουργία της τα κριτήρια και τις καταστάσεις που προέρχονται από κάποια χαμηλά κίνητρα και από φαντασίες έξω της πραγματικότητος.
Παναγιώτατε,
Τα ακόλουθα τα έχουμε εκθέσει στα γράμματα και στην έκκλητο προσφυγή μας, αλλά τώρα θέλουμε να τα πούμε και δημόσια. Ναι, εμείς είμαστε πατριώτες, όπως και όλοι οι γείτονές μας! Αγαπούμε και την χώρα στην οποία γεννηθήκαμε και ζούμε, όπως και τον λαό από τον οποίο προερχόμαστε και με τον οποίο ζούμε. Αλλά αγαπούμε και τους γείτονές μας! Αγαπούμε και τους γείτονες ιεράρχες του Θρόνου Σας, στη Βόρεια Ελλάδα. Περιμένουμε με αγάπη και ανυπομονησία τη στιγμή που θα τους δούμε πρόσωπο προς πρόσωπο, θα τους αγκαλιάσουμε και θα συλλειτουργήσουμε μαζί τους. Αυτό κάποτε ήταν ένα όνειρο, σήμερα όμως είναι πραγματικότητα -κι Εσείς είστε ο ‘Αγγελος φύλακας αυτής της πραγματικότητας».
Στη συνέχεια, ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος προσέθεσε: «Υπάρχει μια πασιφανής αλήθεια, η ιστορία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος δεν υπάρχει χωρίς την παρουσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Πολλά από την κληρονομία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος συνδέονται με το Ιερό Κέντρο, η εκκλησιαστική τέχνη, η αρχιτεκτονική, η λειτουργική παράδοση.
Ό,τι δημιουργούνταν, συνήθως με μεγαλοπρεπή και πολυτελή μορφή, στην Κωνσταντινούπολη, εμφανιζόταν, σε μικρότερη και πιο ταπεινή μορφή, και στην Αχρίδα. Αυτή η συνεργασία ιστορικά είχε και ένδοξες και καλές, αλλά και θλιβερές και δύσκολες στιγμές, όμως αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι η Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως πάντοτε γνώριζε, όπως και σήμερα γνωρίζει, με αγάπη να βρίσκει την οδό στις καρδιές των αδικημένων, πεφορτισμένων, πασχόντων, κουρασμένων από των συνθηκών του χρόνου και της ιστορίας.
Αυτή ποτέ δεν σταμάτησε να διαμερίζεται, να μοιράζεται, να κόβει από το εαυτό της για να χαροποιήσει τα τέκνα της. Έτσι, εκτός από τις πρεσβυγενείς Εκκλησίες της Ανατολής, όλες οι άλλες Εκκλησίες, και σε εποχές δύσκολες και αφόρητες, καιρούς μαρτυρίων και βασάνων, δημιουργήθηκαν με την ευλογία της και από την κανονική δικαιοδοσία της… Έτσι γίνεται και τώρα, μ’ αυτή την αποκατάσταση και ανασύσταση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος».
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος τόνισε:
«Εσείς καλά γνωρίζετε τον πόθο της ιεραρχίας μας και του ορθόδοξου λαού μας και αυτό δεν το κρύβουμε ούτε από Σας ούτε από τα μέλη της σεπτής ιεραρχίας της Εκκλησίας Σας και του πιστού λαού Σας. Αλλά, ο Κύριος είναι ο μάρτυράς μας ότι όση ελπίδα έχουμε τόση και πλήρη εμπιστοσύνη έχουμε στην Υμετέρα κρίση, στην γνώμη Σας για το χρόνο στον οποίο πρέπει να γίνει η διευθέτηση αυτών των πραγμάτων. Σε Σας αφήνουμε την κρίση για τον χρόνο και παρακαλούμε μην μας ξεχνάτε, αλλά βοηθήστε μας να προοδεύσουμε.
Σε Σας είναι η ευθύνη της Μητρός Εκκλησίας για το καλό και για την προκοπή της οικογένειας των Ορθοδόξων, σε Σας είναι τα προνόμια και τα δίκαια και εμείς δεν ζητούμε τίποτα περισσότερο απ’ όσα έλαβαν οι άλλοι ή με κάποιο τρόπο διαφορετικό από αυτόν με τον οποίο παραχωρήσατε τα άλλα αυτοκέφαλα της ιστορίας και του παρόντος. Τηρουμένων των αναλογιών με τα λόγια του Σοφού Σολομώντος, έχοντες υπ’ όψιν την ευθύνη Σας και το πρωτείο της διακονίας, μαζί με τα προνόμια και το κύρος της Καθέδρας της Κωνσταντινουπόλεως, θα πούμε “μεγάλως ισχύειν πάρεστί σοι πάντοτε, και κράτει βραχίονός σου τις αντιστήσεται; […] ελεείς δε πάντας, […] αγαπάς γαρ τα όντα πάντα, […] φιλόψυχε”.
Η υπόσχεσή μας είναι ότι ακούραστα θα εργαστούμε για την προκοπή μας και υπομονετικά θα περιμένουμε εκείνη την ευπρόσδεκτη στιγμή, όταν μια χαρμόσυνη ανακοίνωση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας θα συνοδευθεί από την χαρμόσυνη κρούση των κωδώνων, θα γεμίσει με ανείπωτη χαρά τις καρδιές των συγχρόνων και θα αναπαύσει τις ψυχές των κεκοιμημένων.
Ας ακουστεί περίτρανα, με την φωνή της Μητρός και Δεσποίνης Εκκλησίας, της αρχής των κατά τόπους Εκκλησιών, η είδηση για το σημερινό γεγονός της αποκαταστάσεως της λειτουργικής ενότητός μας με τον ορθόδοξο κόσμο, για την Πεντηκοστή αυτή κατά την οποία, μετά από αιώνες, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας και συλλειτούργησε ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, ο πατέρας με τον υιό, ο αδελφός με τον αδελφό, ο συλλειτουργός με τον συλλείτουργο. Σήμερα όλα χαίρονται και αγάλλονται: ο Ουρανός και η Γη, οι ζώντες και οι τεθνεώτες, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον!
Ας διαρκέσει επί πολλά έτη η σημερινή χαρά! Ας είναι αιώνιος ο δεσμός μας με την Αγία Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως! Εις πολλά έτη, Παναγιώτατε Δέσποτα!».
Ακολούθως, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δέχθηκε, πρώτα σε κατ’ ιδίαν συνάντηση και στη συνέχεια στην Αίθουσα του Θρόνου, τον πρωθυπουργό της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, με τους υπουργούς Εξωτερικών, Εθνικής ‘Αμυνας, Εσωτερικών και τους υπόλοιπους κυβερνητικούς αξιωματούχους και συνεργάτες του, παρουσία του αρχιεπισκόπου Αχρίδος Στεφάνου και των ιεραρχών και των κληρικών που τον συνοδεύουν.
Κοβατσέφσκι: Ιστορική ημέρα. Διορθώθηκε μια μεγάλη ιστορική αδικία
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε τις θερμές ευχαριστίες του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος, και αναφερόμενος στο σημερινό συλλείτουργο έκανε λόγο για μεγάλη και ιστορική ημέρα. Όπως είπε, διορθώθηκε μια μεγάλη ιστορική αδικία και επικαλούμενος όσα είπε ο αρχιεπίσκοπος Στέφανος, λίγο νωρίτερα στον Πατριαρχικό Ναό, επανέλαβε ότι η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος πάντοτε ήταν κοντά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Από την πλευρά του, ο Παναγιώτατος ευχαρίστησε τον πρωθυπουργό για τους θερμούς λόγους με τους οποίους χαιρέτισε τη χθεσινή ιστορική ημέρα. Εν συνεχεία, έκανε γνωστό ότι κάποια στιγμή θα ανταποκριθεί στην πρόσκληση που δέχθηκε τόσο από τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος όσο και από τον πρωθυπουργό Κοβατσέφσκι να επισκεφθεί τη Βόρεια Μακεδονία.
Ολοκληρώνοντας, ο Παναγιώτατος εξέφρασε τις θερμές ευχές του και έδωσε την ευλογία της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως προς ολόκληρο τον ευσεβή λαό της Βόρειας Μακεδονίας.
Παρέστησαν ιεράρχες του Οικουμενικού Θρόνου, ιεράρχες, κληρικοί και μοναχοί της υπό τον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Εκκλησίας, ο πρωθυπουργός της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι, με πολυμελές κλιμάκιο υπουργών και συνεργατών του, άρχοντες οφφικιάλιοι της ΜτΧΕ, με επικεφαλής τον γγ της Αδελφότητός τους, «Παναγία η Παμμακάριστος», άρχοντα διδάσκαλο του Γένους Κωνσταντίνο Δεληκωσταντή, αντιπροσωπεία της Διακοινοβουλευτικής Συνελεύσεως Ορθοδοξίας, υπό τον γγ αυτής, Μάξιμο Χαρακόπουλο, οι γενικοί πρόξενοι της Ουκρανίας, Roman Nedilskyi, και της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, Aktan Ago, η πρόξενος της Ελλάδος, Δανάη Βασιλάκη, πιστοί από την Πόλη, και πλήθος προσκυνητών από την Ελλάδα, από τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας και άλλες χώρες.
Το μεσημέρι, ο Παναγιώτατος παρέθεσε γεύμα προς τιμήν του αρχιεπισκόπου Στεφάνου, του πρωθυπουργού, Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι, και των αντιπροσωπειών αυτών, σε εστιατόριο της Πόλης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ