Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024
ΑρχικήΟΙΚΟΝΟΜΙΑΓ. Στουρνάρας: Οι τέσσερις λόγοι που πρέπει να προχωρήσει η bad bank

Γ. Στουρνάρας: Οι τέσσερις λόγοι που πρέπει να προχωρήσει η bad bank

Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στο μέτωπο των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) και στην πρόταση της ΤτΕ για την ίδρυση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (bad bank) αναφέρθηκε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας κατά την τοποθέτησή του σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής.

Ειδικότερα, ο κ. Στουρνάρας παρουσίασε για μια ακόμα φορά την πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία bad bank. Αναλυτικά όσα είπε:

-Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει στην Κυβέρνηση τη σύσταση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (AMC) στην οποία θα μεταβιβαστούν ΜΕΔ στην καθαρή λογιστική τους αξία, τα οποία στη συνέχεια θα τιτλοποιηθούν σε όρους αγοράς.

-Το ελληνικό δημόσιο θα προσφέρει την εγγύησή του ώστε να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ της αξίας μεταβίβασης και της εκτιμώμενης αγοραίας αξίας.

-Το κόστος της συναλλαγής θα το επωμιστούν σε βάθος χρόνου οι τράπεζες, όχι το δημόσιο και ο έλληνας φορολογούμενος. Για την παροχή της εγγύησης, το κράτος θα εισπράξει προμήθεια από τις τράπεζες, οι οποίες επιπρόσθετα θα καταβάλουν ειδικό φόρο (πλέον της φορολογίας εισοδήματος), ουσιαστικά μία αμοιβή εισόδου στο σχήμα (entry fee) σε βάθος πενταετίας. Η εν λόγω φορολογία, θα καταβάλλεται σε μετρητά και σε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση. Το ελληνικό δημόσιο θα διατηρήσει το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη από υψηλότερες του αναμενομένου ανακτήσεις δανείων, μέσω διακράτησης του μεγαλύτερου μέρους των τίτλων κατώτερης διαβάθμισης (super junior).

-Η μεταβίβαση ΜΕΔ στην καθαρή λογιστική τους αξία στην εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού παρέχει κίνητρα στις τράπεζες που έχουν υψηλότερους δείκτες κάλυψης ΜΕΔ με προβλέψεις.

-Παράλληλα η διενέργεια τιτλοποιήσεων, σε πραγματικούς όρους αγοράς, αναμένεται ότι θα αυξήσει τη ρευστότητα των τραπεζών, θα ενισχύσει σημαντικά την οργανική τους κερδοφορία και, κυρίως, θα βελτιώσει την ποιότητα των εποπτικών τους κεφαλαίων.

-Η προτεινόμενη εταιρεία διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού δεν θα λειτουργεί ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (servicer), αλλά θα αξιοποιήσει τις ήδη υπάρχουσες εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (servicers) ώστε να προκύψει ένα σχήμα λιτό, απόλυτα λειτουργικό και χωρίς ιδιαίτερες πολυπλοκότητες ως προς τη σύσταση και λειτουργία του.

-Ένα κεντρικό σύστημα διαχείρισης ΜΕΔ όπως αυτό προτείνεται από την ΤτΕ, επιτυγχάνει συντονισμό και διαφάνεια στο συνολικό πλαίσιο αξιοποίησης σημαντικού παραγωγικού δυναμικού. Στόχος δεν πρέπει να είναι μόνο η μείωση των δεικτών ΜΕΔ των τραπεζών, αλλά και η εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους συνολικά.

-Για την επεξεργασία της πρότασης, η ΤτΕ συνεργάστηκε με 3 συμβουλευτικές εταιρείες διεθνούς εμβέλειας και έχει διασφαλίσει ότι η πρόταση είναι άρτια σε σχέση με ζητήματα λογιστικής και εποπτικής από-αναγνώρισης αλλά και θεμάτων κρατικής βοήθειας (State Aid).

-Η πρόταση της ΤτΕ έχει παρουσιαστεί στους θεσμούς αλλά και σε σημαντικό αριθμό παραγόντων της αγοράς με ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω ότι η σύσταση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού έχει αποδειχθεί αποτελεσματική λύση σε χώρες όπου την εφάρμοσαν στο παρελθόν. Ταυτόχρονα, όπως φαίνεται στην πρόσφατη ανακοίνωση που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 16 Δεκεμβρίου 2020, η σύσταση Εταιρείας Διαχείρισης Ενεργητικού (είτε σε εθνικό είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο) είναι μια πρόταση πολιτικής υπέρ της οποίας τάσσονται οι ευρωπαϊκές αρχές και η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε γρήγορη εξυγίανση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών.

Ποιοι όμως είναι οι λόγοι που, κατά της άποψή μου, υπαγορεύουν την υιοθέτηση της πρότασης της ΤτΕ;

-Πρώτον, επειδή το πρόβλημα των ΜΕΔ πρέπει να λυθεί αμέσως.

-Δεύτερον, επειδή είναι απαραίτητη μια συστημική λύση η οποία θα λειτουργήσει συμπληρωματικά της υφιστάμενης, με δεδομένο ότι μετά την ολοκλήρωση των συναλλαγών που είναι προγραμματισμένες με τον Ηρακλή, το πρώτο ήμισυ του 2021, θα συνεχίσουν να υφίστανται ΜΕΔ ύψους περίπου 40 με 45 διςαναλόγως των εκτιμήσεων για τα νέα ΜΕΔ λόγω της πανδημίας.

-Τρίτον, στην πρόταση της ΤτΕ, το κόστος εξυγίανσης των ισολογισμών των τραπεζών επωμίζονται σε βάθος χρόνου οι ίδιες οι τράπεζες και όχι ο φορολογούμενος. Οι τράπεζες θα επωμιστούν τελικά το κόστος της εφαρμογής μιας λύσης που βασίζεται στην αγορά. Ωστόσο,

  • οι τράπεζες μπορούν να επωφεληθούν από την εισαγωγή ενός μηχανισμού σταδιακής αναγνώρισης των ζημιών που καθιστά δυνατή την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας σε βάθος χρόνου.
  • αποφεύγεται η απίσχναση των υφιστάμενων μετόχων λόγω της μετατροπής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC) για την απορρόφηση ζημιών.
  • Ενισχύεται η ρευστότητα και κυρίως η αποδοτικότητα των τραπεζών σε διατηρήσιμη βάση.

-Τέταρτον και σημαντικότερο, η πρόταση της ΤτΕ επιλύει πέραν των ΜΕΔ και το πρόβλημα του υψηλού ποσοστού της Αναβαλλόμενης Φορολογικής Απαίτησης στα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό διότι:

  • Όπως ήδη αναφέρθηκε, η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση (DTC) αποτελεί βάσει νόμου αμετάκλητη απαίτηση των τραπεζών έναντι του ελληνικού δημοσίου η οποία συμψηφίζεται είτε με κέρδη είτε με ζημίες. Όταν οι τράπεζες εμφανίσουν κέρδη συμψηφίζουν DTC με φορολογία εισοδήματος. Όταν εμφανίζουν ζημίες, συμψηφίζουν DTC με αύξηση μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού δημοσίου.
  • Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία δεν αποτελούν ελληνικό νεωτερισμό. Έχουν νομοθετικά διαμορφωθεί στην Ελλάδα και άλλες χώρες της ΕΕ, λόγω των όρων & προϋποθέσεων του ευρωπαϊκού κανονισμού για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών (CRR). Η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση αναγνωρίζεται στα εποπτικά ίδια κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων εφόσον ο συμψηφισμός είναι αυτόματος και υποχρεωτικός βάσει νόμου. Εάν αυτό δεν συμβαίνει τότε τα εν λόγω ποσά πρέπει να αφαιρεθούν από τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών με ιδιαίτερα αρνητικές και οδυνηρές συνέπειες.
  • Η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση θα καταβληθεί από τονΈλληνα φορολογούμενο είτεμέσω της ενεργοποίησης του νόμου και καταβολής μετρητών σε περίπτωση ζημιών είτε μέσω της απώλειας φορολογικών εσόδωνσε βάθος χρόνου.
  • Εδώ και έξι χρόνια οι τράπεζες έχουν άνω του 50% των εποπτικών τους κεφαλαίων σε αποθεματικά που ΔΕΝ έχουν καταβληθεί. Αυτός είναι επί της ουσίας και ο λόγος για τον οποίο η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών θεωρείται από τις αγορές κεφαλαίου ως χαμηλότερης ποιότητας σε σχέση με το κανονικό.
  • Παράλληλα, το ενδεχόμενο συμψηφισμού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης μέσω ζημιών (δηλαδή αύξησης μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού δημοσίου και συνεπακόλουθης δραστικής μείωσης- απίσχνασης- dilution- του ποσοστού υφισταμένων μετόχων) αποτελεί αντικίνητρο για πολλούς επενδυτές προκειμένου να αξιολογήσουν θετικά τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο των ελληνικών τραπεζών.

Αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα του προβλήματος των ΜΕΔ αλλά και της υφιστάμενης διάρθρωσης των ιδίων κεφαλαίων λόγω της παρουσίας υψηλού ποσοστού αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, η ΤτΕ είχε καθήκον ως ανεξάρτητος θεσμός να φέρει στο τραπέζι μία πρόταση η οποία θα είναι βέλτιστη για τον Έλληνα φορολογούμενο και την εθνική οικονομία. Και έτσι έπραξε».

spot_img
300px by 250px ad for bank of Chania

MUST READ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ