Δικαστήριο της Νότιας Κορέας απήλλαξε σήμερα από τις κατηγορίες τον πρώην αρχηγό της αστυνομίας της Σεούλ και δύο αστυνομικούς, οι οποίοι δικάζονταν για αμέλεια μετά το φονικό ποδοπάτημα που σημειώθηκε στη διάρκεια των εορτασμών για το Χάλογουιν πριν από δύο χρόνια, στο οποίο σκοτώθηκαν πάνω από 150 άνθρωποι, δήλωσε αξιωματούχος στο AFP.
Το δικαστήριο έκρινε ότι ο Κιμ Κουάνγκ-χο, ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αστυνομίας που δικαζόταν στο πλαίσιο της υπόθεσης αυτής, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος νομικά για την τραγωδία, λόγω έλλειψης στοιχείων για να αποδειχθεί ότι αμέλεια στην άσκηση των καθηκόντων του οδήγησε στο δυστύχημα.
“Είναι δύσκολο να αποδειχθεί πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία με τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η κατηγορούσα αρχή, ότι οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι για επαγγελματική αμέλεια”, ανακοίνωσε το δικαστήριο της δυτικής περιοχής της Σεούλ, σύμφωνα με το νοτιοκορεατικό πρακτορείο ειδήσεων Yonhap. Δύο άλλοι αστυνομικοί απηλλάγησαν μαζί του από τις ίδιες κατηγορίες.
Κατά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας, οι οικογένειες των θυμάτων που ήταν παρούσες στην αίθουσα του δικαστηρίου ξέσπασαν σε διαμαρτυρίες, μετέδωσε το Yonhap.
Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι ο αριθμός των θυμάτων θα μπορούσε να είναι μικρότερος αν “μόλις μια μικρή δύναμη της αστυνομίας επιφορτισμένη με τη διατήρηση της τάξης” στην συνοικία Ιτεγουόν είχε κινητοποιηθεί για το Χάλογουιν.
Στις 29 Οκτωβρίου 2022 δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι –στην πλειονότητά τους ηλικίας μεταξύ 20 και 30 ετών— βγήκαν για να γιορτάσουν για το Χάλογουιν που ήταν η πρώτη γιορτή στην οποία επιτράπηκαν οι εκδηλώσεις μετά την COVID-19 στη δημοφιλή συνοικία Ιτεγουόν.
Αλλά η γιορτή μετατράπηκε σε τραγωδία όταν μεγάλο πλήθος ανθρώπων συνωστίστηκε σε στενό και κατηφορικό στενό της συνοικίας, στο οποίο βρίσκονται μπαρ και κλαμπ, γεγονός που οδήγησε στο φονικό ποδοπάτημα δεκάδων ανθρώπων.
Η κατηγορούσα αρχή είχε ζητήσει την επιβολή ποινής κάθειρξης πέντε ετών στον πρώην αρχηγό της αστυνομίας της Σεούλ, ο οποίος είχε αρνηθεί ότι διέπραξε οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη.
“Αντί να ψάχνουμε για αποδιοπομπαίο τράγο, θα πρέπει να ληφθούν πραγματικά προληπτικά μέτρα”, είχε δηλώσει στο δικαστήριο τον Απρίλιο, σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο JTBC.
Προηγουμένως είχαν καταδικαστεί αρκετοί κατώτεροι αξιωματικοί της νοτιοκορεατικής αστυνομίας, μεταξύ των οποίων ο πρώην αρχηγός της αστυνομίας της Γιονγκσάν, περιοχής στην οποία υπάγεται η Ιτεγουόν, ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών.
Το ίδιο δικαστήριο είχε κρίνει ένοχο τον πρώην αρχηγό της αστυνομίας της Γιονγκσάν, τον Λι Ιμ-τζε, επειδή δεν μπόρεσε να αποτρέψει μια “προβλέψιμη” καταστροφή.
«Ήταν προβλέψιμο ότι θα υπήρχε πλήθος ανθρώπων στο επικλινές στενό της Ιτεγουόν και πιθανόν σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή και τη σωματική ασφάλεια των ανθρώπων που θα βρίσκονταν εκεί στη διάρκεια του σαββατοκύριακου του Χάλογουιν το 2022», ανέφερε στην απόφασή του για τον Λι Ιμ-τζε το δικαστήριο της δυτικής περιοχής της Σεούλ.
Άλλος πρώην αστυνομικός, ο υπεύθυνος του κέντρου επειγόντων της αστυνομίας της Γιονγκσάν, καταδικάστηκε σε διετή φυλάκιση για τον ίδιο λόγο.
Επίσης νωρίτερα φέτος, δύο πρώην υψηλόβαθμοι αξιωματικοί της αστυνομίας φυλακίστηκαν επειδή κατέστρεψαν αποδεικτικά στοιχεία που συνδέονταν με το δυστύχημα, στις πρώτες καταδίκες που εκδόθηκαν σε σχέση με την τραγωδία αυτή.
Αμέσως μετά το φονικό ποδοπάτημα, οι δύο αστυνομικοί φέρεται να διέταξαν τη διαγραφή τεσσάρων εσωτερικών εκθέσεων της αστυνομίας που εντόπιζαν πριν από το τραγικό συμβάν προβλήματα ασφαλείας σε σχέση με ενδεχόμενο συνωστισμό στην περιοχή, σύμφωνα με το δικαστήριο.
Μετά την τραγωδία, διώξεις ασκήθηκαν μόνον σε τοπικούς αξιωματούχους. Κανένα μέλος της κυβέρνησης δεν παραιτήθηκε ή δεν αποτέλεσε αντικείμενο δίωξης, παρά τις επικρίσεις των οικογενειών των θυμάτων.
ΠΗΓΗ:ΑΠΕ-ΜΠΕ