Το έθιμο του «χοίρου» διατηρείται σε πολλά χωριά της Κρήτης και συνδέεται άμεσα με τις διατροφικές συνήθειες των ημερών.
Παραδοσιακά οι οικογένειες μεγάλωναν στα χωριά τους ένα γουρούνι, το οποίο έσφαζαν την παραμονή των Χριστουγέννων και αποτελούσε τη βάση για τα εδέσματα των εορτών, καθώς έφτιαχναν το γνωστό ξυδάτο λουκάνικο, το απάκι (καπνιστό χοιρινό κρέας), τα σύγκλινα (χοιρινό κρέας κομμένο σε μικρά κομμάτια, το οποίο ψηνόταν και έμπαινε σε δοχεία, καλυμμένο με λίπος και μπορούσε να συντηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα), τις γνωστές και ως τσιγαρίδες (τμήματα από μαγειρεμένο λίπος με μπαχαρικά που συνοδευόταν από ζυμωτό ψωμί και καταναλωνόταν συνήθως κατά την διάρκεια της ελαιοσυλλογής), ομαθιές (γεμισμένα με ρύζι, σταφίδες και συκώτι τα έντερα του χοίρου) μέχρι και την πηχτή ή αλλιώς τσιλαδιά (από το κεφάλι και τα πόδια του χοίρου τα οποία βράζονταν και ο ζωμός τους μετατρεπόταν σε πηχτό ζελέ που μέσα υπήρχαν κομμάτια κρέατος).
Από τον χοίρο που εκτρέφονταν καθ’όλη τη διάρκεια του χρόνου, δεν έμενε τίποτα, ενώ μέχρι και σήμερα αντίστοιχες συνταγές σώζονται την περίοδο των εορτών είτε οι οικογένειες εξακολουθούν να διατηρούν το έθιμο του μεγαλώματος του χοίρου, είτε προμηθεύονται από τα κρεοπωλεία, το κρέας.
«Τα λουκούμια της Πρωτοχρονιάς» και η «καλή χέρα»
Στην Κρήτη την περίοδο των εορτών, τα γλυκά έχουν την τιμητική τους και εκτός από τα «μελομακάρουνα», τους κουραμπέδες και τις δίπλες (ξεροτήγανα) ένα ακόμη γλύκισμα συνδέεται με την παράδοση, που ήθελε ανήμερα της Πρωτοχρονιάς, να μην καταναλώνεται οτιδήποτε πικρό, προκειμένου η χρονιά που μόλις είχε μπει να έχει μόνο «γλυκάδα».
Μέχρι και σήμερα στα σπιτικά τα γλυκά συνήθως παρασκευάζονται από τις νοικοκυρές που φυλάσσουν τις συνταγές από μητέρες και γιαγιάδες. Ανάμεσα στα γλυκά της Πρωτοχρονιάς είναι και τα αποκαλούμενα «λουκούμια» που όμως δεν έχουν καμία σχέση ως προς τον τρόπο παρασκευής με τα γνωστά λουκούμια.
Πρόκειται για εδέσματα που παρασκευάζονται από ανεβατό ζυμάρι, τηγανίζονται, σιροπιάζονται με πετιμέζι και συνοδεύονται με μέλι, σουσάμι και αρωματικά όπως κανέλα και γαρύφαλλο. Συνήθως ήταν στο μέγεθος μιας μικρής μπουκιάς προκειμένου να τρώγεται εύκολα και συχνά ήταν το κέρασμα ακόμη και σε περαστικούς που κοντοστέκονταν για να ευχηθούν για τη νέα χρονιά. Τα λουκούμια συνήθως συνόδευαν και την αποκαλούμενη «καλή χέρα» που ήταν το χρηματικό δώρο που έδινε ο πατέρας ή παππούς της οικογένειας στα παιδιά και τα εγγόνια, που περίμεναν καρτερικά όλο το χρόνο αυτό το δώρο.
Θεοφάνια: Ο αγιασμός των κουδουνιών
Είχε καθιερωθεί ως έθιμο και ακολουθείται μέχρι και σήμερα αν και όχι σε τόσο μεγάλη έκταση. Πρόκειται για το έθιμο της ευλογίας των κουδουνιών, που συνδέεται άμεσα με τους κτηνοτρόφους και την επιθυμία τους για ευλογία των κοπαδιών τους.
Σύμφωνα με αυτό το έθιμο οι κτηνοτρόφοι οι οποίοι πίστευαν ότι ο αγιασμός των κουδουνιών θα έφερνε κάθαρση και ευλογία στο κοπάδι τους, πήγαιναν την παραμονή των Θεοφανίων κουδούνια από τα κοπάδια τους, τα οποία την μέρα των Θεοφανίων ο ιερέας τα τοποθετούσε κάτω από το τραπέζι του Μεγάλου Αγιασμού, όπου παρέμεναν κατά τη διάρκεια της νύχτας. Την ίδια μέρα οι κτηνοτρόφοι τα έπαιρναν πίσω και τα κρεμούσαν στα ζώα του κοπαδιού τους. Το έθιμο τηρούνταν σε μεγάλο βαθμό και στην ανατολική Κρήτη, με επίκεντρο την μονή Οδηγήτριας, όπου πολλοί κτηνοτρόφοι πήγαιναν στον ηγούμενο προκειμένου να ευλογήσει τα κουδούνια από τα κοπάδια τους.