Σήμερα αναμένεται να απολογηθεί η Ρούλα Πισπιρίγκου, η οποία κατηγορείται για τον θάνατο της 9χρονης κόρης της.
Ο εντοπισμός της κεταμίνης στο σώμα της 9χρονης από τον ιατροδικαστή, φώτισε τη λύση της υπόθεσης, όμως καταλυτικές ήταν ακόμα δύο καταθέσεις: της νοσηλεύτριας που άκουσε τη μητέρα με ψυχρότητα να αναγγέλλει το θάνατο του παιδιού της, αλλά και ο καρδιοχειρουργός που τοποθέτησε τον απινιδωτή στο κορμάκι της 9χρονης, συνέβαλαν ώστε να οδηγηθούν οι αρχές στη σύλληψη της μητέρας.
Σημειώνεται πως περίπου 2,5 ώρες κράτησαν οι έρευνες των αστυνομικών στο σπίτι της οικογένειας στην Πάτρα, αναζητώντας στοιχεία και βάζοντας στο μικροσκόπιο το κινητό τηλέφωνο και τον ηλεκτρονικό υπολογιστή της μητέρας. Στόχος, να απαντηθεί από πού και με ποιον τρόπο η κατηγορούμενη προμηθεύτηκε τη φονική κεταμίνη.
Ταυτόχρονα, ανοίγει νέος κύκλος ερευνών για τις συνθήκες θανάτου των δύο μικρότερων παιδιών. Η 33χρονη έδωσε συνέντευξη μέσα από τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση όπου κρατείται, αποκαλύπτοντας ότι ο σύζυγός της θα στηρίξει τις σε βάρος της κατηγορίες, αφήνοντας αιχμές.
Τα ερωτήματα
Η κατηγορουμένη θα κληθεί να απαντήσει στις ερωτήσεις της δικαστικής λειτουργού η οποία έχει μπροστά της μία πολυσέλιδη δικογραφία που αναφέρει πως η Τζωρτζίνα, δεκαοκτώ ημέρες μετά τον θάνατο της αδελφής της Ίριδας στις 21 Μαρτίου 2021, εμφάνισε το πρώτο της “ιατρικό επεισόδιο” με “τρομώδεις σπασμωδικές κινήσεις των άκρων στον ύπνο της”. Και πως στις 11 Απριλίου , μέσα στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο της Πάτρας, το παιδί υπέστη καρδιοαναπνευστική ανακοπή. Οι γιατροί την επανέφεραν ύστερα από 50 λεπτά αλλά το παιδί είχε υποστεί υποξική ισχαιμική εγκεφαλοπάθεια. Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην δικογραφία καταγράφουν εννέα επεισόδια της 9χρονης πριν καταλήξει. Όλα εμφανίζονται ενόσω το παιδί νοσηλεύεται σε θαλάμους νοσοκομείων και ποτέ όταν βρίσκεται σε ΜΕΘ. Αυτή θα είναι μία από τις ερωτήσεις που η κατηγορουμένη θα κληθεί να απαντήσει.
Η 33χρονη θα πρέπει να δώσει την δική της εκδοχή για τα ευρήματα των τοξικολογικών εξετάσεων που συνδέουν τον θάνατο με συγκεκριμένες ουσίες που δεν σχετίζονται με την φαρμακευτική αγωγή του παιδιού. Αλλά και να απαντήσει τον λόγο που την κρίσιμη ώρα που το παιδί άρχισε να εμφανίζει πτώση στους σφυγμούς του, δεν “χτύπησε” στους γιατρούς το οξύμετρο, το οποίο φαίνεται να ήταν αποσυνδεδεμένο.
Πέραν όμως από τα δεδομένα που προκύπτουν από αμιγώς επιστημονικές αξιολογήσεις, στην δικογραφία υπάρχουν και άλλα στοιχεία όπως οι καταθέσεις γιατρών και νοσηλευτών, που περιγράφουν συγκεκριμένες ενέργειες της κατηγορουμένης. Έτσι θεωρείται βέβαιο πως η 33χρονη θα κληθεί να δώσει μία εξήγηση για τον λόγο που ζητούσε να βρίσκεται σε μονόκλινο δωμάτιο η 9χρονη , αλλά και για το, επιβεβαιωμένο από μαρτυρικές καταθέσεις, ενδιαφέρον της να μάθει αν εντός του θαλάμου υπήρχαν κάμερες ασφαλείας.
Από τις μαρτυρικές καταθέσεις που συνέλεξαν οι αστυνομικοί, προκύπτει επίσης πως η κατηγορουμένη όταν το παιδί της εμφάνισε το μοιραίο επεισόδιο, κινήθηκε μάλλον νωχελικά και αρκετά ψύχραιμα για να ειδοποιήσει τους γιατρούς να σπεύσουν στον θάλαμο. Ήταν τόσο “κόντρα” με την κρισιμότητα της στιγμής η αντίδραση της, που προκάλεσε εντύπωση σε μία νοσηλεύτρια η οποία βλέποντάς την, κατέθεσε πως θεώρησε ότι αναζητούσε κάποια κουβέρτα ή σεντόνι.