Χωρίς επιβαρύνσεις για τον προϋπολογισμό αναμένεται να είναι οι επιδοτήσεις ρεύματος για τον επόμενο μήνα, με βάση εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου.
Άλλωστε εν όψει των ανακοινώσεων για το Μάρτιο για τις τιμές λιανικής των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας που αναμένονται στις 20 Φεβρουαρίου η εκτίμηση είναι ότι δε θα υπάρξουν και μεγάλες διαφοροποιήσεις.
Η τιμή αναμένεται να κινηθεί γύρω από το επίπεδο των 20 ευρώ/ΜWh, όπου βρέθηκε τον Φεβρουάριο.
Να σημειωθεί ότι η μέση τιμή στην Προημερήσια Αγορά του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας διαμορφώνεται περίπου στα 160 ευρώ/ΜWh μέχρι σήμερα για τον Φεβρουάριο έχοντας λίγο υποχωρήσει σε σχέση με τα περίπου 19o ευρώ/MWh που ήταν τον Ιανουάριο και βέβαια το Δεκέμβριο που είχε διαμορφωθεί στα 280 ευρώ/MWh.
Πάντως το οικονομικό επιτελείο αναμένει θετικές εξελίξεις από το μέτωπο της Ενέργειας κάτι που δημιουργεί αισιοδοξία ότι η ανάπτυξη θα “γράψει” τουλάχιστον 2%.
“Δεν υπολογίζαμε τέτοια τιμή φυσικού αερίου” σημειώνουν αρμόδιες πηγές, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι σύντομα θα υπάρξει αναθεώρηση των προβλέψεων για το ΑΕΠ αν και βέβαια οι εκλογές περιπλέκουν τα πράγματα κι άρα καθίσταται αμφίβολο το αν μπορεί να υπάρξει τέτοια κίνηση στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, που υπό κανονικές συνθήκες υποβάλλεται κάθε Απρίλιο στις Βρυξέλλες.
Αναλυτές πάντως σημειώνουν ότι οι προβολές για το αέριο δεν είναι και τόσο “ρόδινες” και συστήνουν αναμονή ακόμη και για την αναθεώρηση των στόχων για το ΑΕΠ.
Βέβαια η μέχρι τώρα τιμή του φυσικού αερίου κινείται 50 ευρώ χαμηλότερα από το βασικό σενάριο των 120 ευρώ, κάτι που δίνει “βαθιά ανάσα” στο οικονομικό επιτελείο. Επίσης τα προθεσμιακά συμβόλαια για το υπόλοιπο του έτους κινούνται επί του παρόντος τα 60 ευρώ. Ωστόσο είναι δύσκολο, όπως αναφέρεται, να υπολογίσει κανείς το άμεσο όφελος στο ΑΕΠ, έστω κι αν υπάρχει μεγάλο όφελος, άμεσο, π.χ. στο ισοζύγιο πληρωμών.
Σημειώνεται ότι την περσινή περίοδο, απαιτήθηκαν περίπου 8 δισ ευρώ για τις εισαγωγές φυσικού αερίου (60 TWh). Αν υποθέσουμε ότι και φέτος οι εισαγωγές θα είναι ανάλογες, με την τρέχουσα τιμή θα προκύψει όφελος γύρω στα 4 δισ ευρώ, το οποίο υπολογίζεται ότι μπορεί να επηρεάσει θετικά το ονομαστικό ΑΕΠ γύρω στα 1,5- 2 δισ ευρώ.
“Δεν έχουμε εξαντλήσει με τίποτα το χώρο που θα είναι πιθανά διαθέσιμος” τονίζει αρμόδια πηγή, διατηρώντας έτσι ανοικτό το “παράθυρο” για νέα μέτρα στήριξης, όταν θα υπάρχει δημοσιονομική ασφάλεια, που δεν θα θέτει εν αμφιβόλω το στρατηγικό στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 0,7%, άρα και της επενδυτικής βαθμίδας.
“Αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος”, σημειώνει άλλη πηγή, αν και παραδέχεται ότι όλα θα αλλάξουν εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις και οι προβολές για το κόστος ενέργειας και τον Τουρισμό.
Μιλώντας, πάντως, την περασμένη Πέμπτη στο Ελληνογερμανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, ο Διοικητής της Τράπεζας επιχείρησε, πάντως, να κρατήσει χαμηλά τους τόνους. Υπολογίζοντας ότι πέρσι η οικονομία “έτρεξε” με 6%, για φέτος κατέβασε τον πήχη στο 1,5%, λόγω του “φρένου” από τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και της αύξησης των επιτοκίων και εκτίμησε ότι από το 2024 και μετά μπορούμε να “πιάσουμε” το 3%, κυρίως λόγω της θετικής επίπτωσης από τις ροές κοινοτικών κονδυλίων.