Αρκετός δρόμος μένει για να φτάσει η χώρα στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα σε σχέση με την κατανάλωση “πράσινης” ενέργειας. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα το μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2021 ήταν λίγο χαμηλότερο από το μέσο όρο στην ΕΕ, δηλαδή περίπου στο 36%.
Αναλυτικά, το 2021, τα κράτη-μέλη με τα υψηλότερα ποσοστά ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγονται από ανανεώσιμες πηγές ήταν η Αυστρία (76,2%, βασιζόμενη κυρίως σε υδροηλεκτρική ενέργεια) και η Σουηδία (75,7%, κυρίως υδροηλεκτρική και αιολική). Ακολουθούν η Δανία (62,6%, κυρίως αιολική), η Πορτογαλία (58,4%, αιολική και υδροηλεκτρική) και η Κροατία (53,5%, κυρίως υδροηλεκτρική).
Στην άλλη άκρη της κλίμακας, τα χαμηλότερα μερίδια ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σημειώθηκαν στη Μάλτα (9,7%), στην Ουγγαρία (13,7%), στο Λουξεμβούργο (14,2%), στην Τσεχία (14,5%) και στην Κύπρο (14,8%).
Στην ΕΕ η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αυξήθηκε σχεδόν κατά 5%, σε απόλυτους αριθμούς, από το 2020 έως το 2021, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Το 2021, η αιολική και η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευαν πάνω από τα δύο τρίτα της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές (37% και 32%, αντίστοιχα). Το υπόλοιπο ένα τρίτο της ηλεκτρικής ενέργειας προερχόταν από ηλιακή ενέργεια (15%), στερεά βιοκαύσιμα (7%) και άλλες ανανεώσιμες πηγές (8%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η ηλιακή ενέργεια είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή ενέργειας, καθώς το 2008 αντιπροσώπευε μόνο το 1% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε στην ΕΕ.