Από τις πρώτες εβδομάδες της νέας διακυβέρνησης –και παρά τις σοβαρές παραφωνίες που καταγράφηκαν- η κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει σαφές δείγμα προθέσεων για το πώς θα κινηθεί μέσα στην 4ετία. Οι εξαγγελίες, «μαρτυρούν» μια σαφή πολιτική επιλογή.
Ο πρωθυπουργός θέλει να ταχθεί υπέρ της σιωπηλής πλειοψηφίας –όπως ο ίδιος έχει υποστηρίξει σε ανύποπτο χρόνο- των «νοικοκυραίων» που θέλουν εφαρμογή κανόνων και δίκαιη μεταχείριση. Η ικανοποίηση του κοινού περίπου δικαίου αισθήματος, φαίνεται ότι θα αποτελέσει «πυξίδα» για μια σειρά από επιλογές που θα ανακοινωθούν το επόμενο διάστημα.
Ο πελάτης που έχει χρήματα να πληρώσει τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος αλλά δεν το κάνει και προτιμά να μεταπηδήσει σε κάποιον άλλο πάροχο, να φάει σύντομα «πόρτα» καθώς προωθείται μητρώο στρατηγικών κακοπληρωτών. Ο οφειλέτης της εφορίας δεν θα έχει άλλη ευνοϊκή ρύθμιση και θα πρέπει να τακτοποιήσει τα χρέη του με την πάγια ρύθμιση για να αποφύγει τα αναγκαστικά μέτρα ή διαφορετικά να αξιοποιήσει τον εξωδικαστικό μηχανισμό. Ο ιδιοκτήτης γης δεν θα μπορεί να αφήνει τα ξερά χόρτα στο οικόπεδό του θέτοντας σε κίνδυνο ολόκληρη τη γειτονιά και ο φοροφυγάς που δεν θα εκδίδει απόδειξη, θα πιεστεί με κάθε δυνατό τρόπο να συμμορφωθεί με τη φορολογική νομοθεσία.
Η πολιτική υπέρ των νοικοκυραίων, στηρίζεται σε μια πολύ απλή λογική: ο νομοταγής απογοητεύεται όταν βλέπει τον γείτονα να αδιαφορεί για την ασφάλεια της γειτονιάς χωρίς να τιμωρείται. Ο συνεπής αισθάνεται αδικημένος όταν ο διπλανός του αποφεύγει να πληρώνει το ρεύμα ή προχωρεί σε ρευματοκλοπή. Αυτός που συμμορφώνεται με τη φορολογική νομοθεσία μπαίνει στο δίλημμα αν πρέπει και αυτός να διολισθήσει στη φοροδιαφυγή όταν βλέπει τον έχοντα μαύρα εισοδήματα όχι μόνο να μην τιμωρείται αλλά να επιβραβεύεται και με τα κοινωνικά επιδόματα.
Είναι ένα μεγάλο πολιτικό στοίχημα καθώς θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα: είναι στην Ελλάδα πλειοψηφία οι νοικοκυραίοι;