Στη συμβολή των χρηματοδοτικών εργαλείων και των ευρωπαϊκών πόρων που έχει πλέον στη διάθεσή της η χώρα με στόχο την ενίσχυση του αναπτυξιακού και κοινωνικού χαρακτήρα της ακολουθούμενης πολιτικής, αναφέρθηκε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, στη διάρκεια της ομιλίας του κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου «Κύρωση του κρατικού Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2024».
«Ο Προϋπολογισμός του 2024 εκφράζει στην πράξη την υλοποίηση της συμφωνίας με την κοινωνία που έδωσε στον Κυριάκο Μητσοτάκη και στη Νέα Δημοκρατία μια νέα εντολή τετραετίας, εντολή την οποία δεσμευόμαστε να τηρήσουμε στο ακέραιο. Είναι ένας προϋπολογισμός οικονομικής και δημοσιονομικής σταθερότητας, με αναπτυξιακό πρόσημο, που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας για όλες και για όλους. Διαπνέεται από κοινωνική ευαισθησία που δεν την χαρίζουμε σε κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης», υπογράμμισε ο κ. Παπαθανάσης.
«Είναι ο πρώτος προϋπολογισμός που καταρτίστηκε μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Η Ελλάδα αναδεικνύεται σε αξιόπιστο και ελκυστικό επενδυτικό προορισμό για ακόμα περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις, με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και νέες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας» σημείωσε.
Ο κ. Παπαθανάσης αναφέρθηκε σε βασικές προβλέψεις του Προϋπολογισμού, όπως οι αυξήσεις σε μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων – οι πρώτες μετά από το 2010 – η επαναφορά των «παγωμένων» από το 2012 τριετιών για τους μισθωτούς, οι αυξήσεις σε συντάξεις, το αφορολόγητο για οικογένειες με παιδιά, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.
«Η Ελλάδα, το 2024, θα έχει υπερδιπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης έναντι της υπόλοιπης Ευρωζώνης (2,9%, έναντι 1,2%) και χαμηλότερο πληθωρισμό. Ταχύτερη πτώση του δημοσίου χρέους και του κρατικού ελλείμματος, καθώς το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αποκλιμακωθεί από 172,6% του ΑΕΠ το 2022, σε 160,3% το 2023 και σε 152,3 % το 2024», ανέφερε.
Παράλληλα, υπενθύμισε ότι το 2023 είχαμε αύξηση των επενδύσεων κατά 7,1%, ενώ το 2024 προβλέπεται αύξηση κατά 15,1%.
Πάνω από το 60% της ανάπτυξης του 2,9% για το 2024, θα προέλθει από τα σημαντικά αναπτυξιακά εργαλεία που πλέον διαθέτει η χώρα: Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το ΕΣΠΑ 2021-2027 και το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία εντός του 2024, επενδυτικοί πόροι ύψους 12,2 δισεκ. ευρώ. Από αυτά, τα 8,6 δισεκ. ευρώ θα προέλθουν από το ΕΣΠΑ και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τα 3,6 δισεκ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Επιπλέον 4 δισεκ. ευρώ θα δοθούν σε χαμηλότοκα δάνεια, ποσό που μεταφράζεται σε πάνω από 9 δισεκ. ευρώ επενδύσεων.
Ο αναπληρωτής υπουργός έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. «Η αντιπολίτευση μας κατηγορεί ότι οι δαπάνες και τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης πάνε στις μεγάλες επιχειρήσεις. Τα επίσημα στοιχεία για τις ενισχύσεις προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις δείχνουν ότι μέχρι σήμερα έχουν ενισχυθεί με άμεσες επιχορηγήσεις 100.300 επιχειρήσεις με συνολική δημόσια δαπάνη 812,9 εκ. ευρώ. Στο δανειακό πρόγραμμα έχουν συμβασιοποιηθεί 248 επενδυτικά σχέδια, εκ των οποίων τα 116 από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ποσοστό 47%. Τα δάνεια ΤΑΑ έχουν επιτόκιο δανεισμού σταθερό 0,35% για πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και 1% για μεσαίες και μεγάλες».
Ταυτόχρονα, από τις έμμεσες ενισχύσεις, μεγάλος αριθμός δράσεων του ΤΑΑ δημιουργεί δουλειές που υλοποιούνται από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ενδεικτικά παραδείγματα δράσεων αυτής της κατηγορίας είναι το Πρόγραμμα «Εξοικονομώ», με συνολικό προϋπολογισμό περίπου 1,5 δισεκ. ευρώ. Το Πρόγραμμα «Εξοικονομώ Επιχειρώντας», που αφορά παρεμβάσεις εξοικονόμησης ενέργειας σε 10.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συνολικής δημόσιας δαπάνης 297.198.959 ευρώ, μέσω του οποίου αναμένεται να ενισχυθούν οικονομικά περίπου 99.800 μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ο κ. Παπαθανάσης σημείωσε και τις δράσεις που υλοποιούνται για την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή, τα προγράμματα κατάρτισης που υλοποιούνται από μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς και τις δράσεις στήριξης της απασχόλησης που υλοποιούνται επίσης από τη ΔΥΠΑ, έχοντας ως τελικό στόχο περίπου 41.000 εργαζόμενους κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε και στη συμβολή των ευρωπαϊκών πόρων στον Τομέα της Υγείας, όπου στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, χρηματοδοτούνται και υλοποιούνται 42 έργα και μεταρρυθμίσεις, συνολικού προϋπολογισμού 2,1 δισεκ. ευρώ.
Όσον αφορά στο ΕΣΠΑ, ο κ. Παπαθανάσης τόνισε ότι «η προγραμματική περίοδος 2014-2020 που ολοκληρώνεται στο τέλος του έτους, φέρνει την Ελλάδα από ουραγό στην Ευρώπη στην απορρόφηση πόρων τον Ιούλιο του 2019, να πετυχαίνει απορρόφηση 95% σήμερα».
Το ΕΣΠΑ 2021-2027 με προϋπολογισμό 26,2 δισεκ. ευρώ, που αφορά μόνο μικρομεσαίες επιχειρήσεις, θα συμβάλει το 2024 με 6,5 δισεκ. ευρώ στην ανάπτυξη. Με ενίσχυση και των 13 Περιφερειών, που εξασφαλίζουν 8,1 δισεκ. ευρώ σε σχέση με τα 5,9 δισεκ. του ΕΣΠΑ 2014-2020, ενώ για τα περιφερειακά προγράμματα έχει δεσμευτεί το 1/3 των συνολικών διαθέσιμων πόρων. Επιπλέον, για το 2024 προγραμματίζεται η έκδοση νέων προσκλήσεων χρηματοδότησης στο πλαίσιο των τομεακών προγραμμάτων «Ανταγωνιστικότητα», «Περιβάλλον και Κλιματική Αλλαγή», «Μεταφορές», «Πολιτική Προστασία», «Ανθρώπινο Δυναμικό και Κοινωνική Συνοχή», «Διασυνοριακή Συνεργασία», συνολικού προϋπολογισμού 3,9 δισεκ. ευρώ.
Παράλληλα, στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, για την περίοδο 2023-2025, έχει προϋπολογιστεί να δαπανηθούν πόροι αυξημένοι κατά 100% σε σχέση με την περίοδο 2017-2019, ενώ, εντός του 2024 προχωρά η μεταρρύθμιση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, με θέσπιση νέου πλαισίου για την απλούστευση των διαδικασιών ένταξης και χρηματοδότησης και την αναβάθμιση του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος eΠΔΕ.
Σημαντικός είναι και ο ρόλος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, κυρίως στη διευκόλυνση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε πηγές χρηματοδότησης, άρα, και στη διεύρυνση της περιμέτρου των επιχειρήσεων που θα μπορέσουν να δανειοδοτηθούν. Σήμερα, η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα διαχειρίζεται εκταμιευμένα δάνεια που ξεπερνούν τα 9,2 δισεκ. ευρώ, με το 75% των χρηματοδοτούμενων επιχειρήσεων να έχουν έως 10 άτομα προσωπικό και το 81% να είναι επιχειρήσεις με έως 2 εκ. κύκλο εργασιών. Για το 2024, προγραμματίζονται δύο επιπλέον χρηματοδοτικά μέσα, το «Ταμείο Εγγυοδοσίας ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ» και το «Ταμείο Δανείων ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ».
Ο κ. Παπαθανάσης αναφέρθηκε επίσης, στο ρόλο της ΕΑΤΕ, στο Πρόγραμμα Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης – το πρώτο εγκεκριμένο ανάλογο Πρόγραμμα στην ΕΕ, ύψους 1,63 δισεκ. ευρώ – όπως και στη συμβολή των ΣΔΙΤ στην παροχή έργων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας προς τους πολίτες, όπως φοιτητικές εστίες, έργα ύδρευσης, διαχείρισης απορριμμάτων, οδικά και σιδηροδρομικά.
«Συνεχίζουμε να εφαρμόζουμε απαρέγκλιτα το πρόγραμμα για το οποίο εξέλεξαν την κυβέρνηση οι πολίτες, υλοποιώντας τώρα τις μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα. Ο πήχυς της ευθύνης είναι πολύ ψηλά και θέλουμε με συνέπεια να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των συμπολιτών μας με τις κατάλληλες πολιτικές προς όφελός τους, διαφυλάττοντας σε κάθε περίπτωση τη δημοσιονομική ισορροπία και σταθερότητα που έχει επιτύχει η χώρα», κατέληξε ο αν. υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.