Ανοδικά θα κινηθούν τα τέλη χρήσης δικτύου του ΔΕΣΦΑ για το 2023 σε σχέση με το 2022. Ωστόσο στη συνέχεια οι τιμές θα πέσουν σταδιακά μέχρι το 2026, οπότε και θα βρεθούν σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το 2022. Κι αυτό γιατί, παρά το μεγάλο όγκο επενδύσεων, ύψους 1,29 δσιεκ. που υλοποιεί ο ΔΕΣΦΑ τα επόμενα χρόνια, η χώρα εξελίσσεται σε κέντρο διαμετακόμισης, με πολλούς διεθνείς χρήστες του δικτύου, κάτι που επιφέρει επιμερισμό των βαρών, σε μεγαλύτερη “δεξαμενή”, των τελών χρήσης.
Με βάση, όσα είπε, μάλιστα, σε συνέντευξη τύπου, χθες, η Διευθύνουσα Σύμβουλος του Διαχειριστή κ. Μαρία Ρίτα Γκάλι, η τιμή χρέωσης για τη χρήση δικτύου έχει μηδαμινή συμμετοχή στον τελικό λογαριασμό ενός νοικοκυριού ή μιας βιομηχανίας (αντιπροσωπέυει το 2%). Μάλιστα ανέφερε ότι ο ΔΕΣΦΑ υλοποιεί ένα τεράστιο επενδυτικό πρόγραμμα του Διαχειριστή που υποστηρίζεται από αυτό το έσοδο, από τα τέλη χρήσης, ενώ τόνισε ότι οι συγκεκριμένες χρεώσεις, όπως και οι επενδύσεις που πραγματοποιεί ο ΔΕΣΦΑ έχουν εγκριθεί από τη ΡΑΑΕΥ. “Η ΡΑΑΕΥ θα μπορούσε να αρνηθεί να εγκρίνει τις επενδύσεις, ή σημεία της αύξησης της Ρυθμιζόμενης Περιουσιακής Βάσης του ΔΕΣΦΑ, αλλά δεν το έκανε” υπογράμμισε η κ. Γκάλι.
Σημειώνεται ότι το WACC του ΔΕΣΦΑ θα παραμείνει σταθερό στο 7,85% για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, καθώς είναι μεν υψηλότερο το κόστος χρήματος λόγω αύξησης των επιτοκίων, αλλά έχει μειωθεί το ρίσκο της χώρας.
“Τα υπόλοιπα 3 χρόνια προγραμματίζεται το 85% επενδύσεων. Μάλιστα στο τέλος της περιόδου διπλασιαζονται οι επενδύσεις και πέφτουν οι ταρίφες γιατί αυξάνεται η διαμετακόμιση. Αυτό γίνεται προς όφελος των χρηστών κι έτσι ωφελούνται όλοι από την ύπαρξη του άλλου” ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μιχάλης Θωμαδάκης Ανώτατος Διευθυντής Στρατηγικής και Ανάπτυξης του Διαχειριστή, που εξήγησε, στην ίδια συνέντευξη τύπου χθες για την πορεία του Διαχειριστή, ότι αύξηση οφείλεται σε κάποιες αποκλίσεις στις εκτιμήσεις κατανάλωσης, επιτρεπόμενου εσόδου και άλλων σχετικών προβλέψεων. Όπως τόνισε, στις φετινές χρεώσεις γίνονται αναγκαίες προσαρμογές, που είναι αναγκαίες λόγω των αστοχιών που είχε ο προηγούμενος Κανονισμός Τιμολόγησης. Παράλληλα, σύμφωνα με τον ίδιο, ελήφθησαν υπόψη και οι υψηλές τιμές του αερίου αλλά και κόστη των έργων.
“Το 23 ήταν ιδιαίτερη χρονιά. Χρειαστηκε να αντιμετωπίσουμε μια χρονιά με βασικά μεγέθη με αναφορά στο 2018. Αυτά είχαν μπει στον κανονισμό τιμολόγησης που δεν είχαν σχέση με ό,τι συνέβη το 2022. Η αυξηση στα τέλη οφείλεται σε επενδύσεις και σε ασάφεια κανονισμών” σημείωσε ο κ. Θωμαδάκης.
Αναλυτικά, σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα από τον ΔΕΣΦΑ το 2022 η μέση χρέωση που κλήθηκαν να πληρώσουν οι χρήστες του δικτύου ήταν 1,78 ευρώ/MWh. Το 2023 η τιμή αυξήθηκε στο επίπεδο των 2,10 ευρώ/MWh, το 2024 διαμορφώνεται σε 1,90 ευρώ/MWh, το 2025 1,77 ευρώ/MWh, το 2026 1,73 ευρώ/MWh και το 2027 οπότε και λήγει η τρέχουσα ρυθμιστική περίοδος αυξάνονται και πάλι σε 1,85 ευρώ/MWh.
Στο 50% το ποσοστό κοινωνικοποίησης της Ρεβυθούσας
Παράλληλα η κ. Γκάλι στάθηκε ιδιαίτερα στο ρόλο της Ρεβυθούσας αλλά και στο ότι η ΡΑΑΕΥ ενέκρινε το ποσοστό κοινωνικοποίησης για τη Ρεβυθούσα να παραμείνει στο 50% . Αναγνώρισε η ΡΑΑΕΥ όπως είπε η κ. Γκάλι τη σημασία του σταθμού για την ασφάλεια εφοδιασμού και την ευελιξία του συστήματος, δίνοντας στους προμηθευτές τη δυνατότητα οικονομικότερης εισαγωγής φυσικού αερίου στην αγορά.Υπενθυμίζεται ότι από τη Ρεβυθούσα το πρώτο εξάμηνο του 2023 εισήχθη στη χώρα το 55,5% των συνολικών εισαγωγών, καταγράφοντας μάλιστα αύξηση κατά 7,87% σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2022. Συγκεκριμένα εκφορτώθηκαν περίπου 17,3 TWh LNG από 26 δεξαμενόπλοια προερχόμενα από 6 διαφορετικές χώρες. Tο 41,38% των ποσοτήτων αυτών προήλθαν από τις ΗΠΑ (7,16 TWh). Στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι εισαγωγές από την Ρωσία (3,17 TWh), ενώ ακολούθησαν η Αίγυπτος (3,02 TWh), η Αλγερία (2,48 TWh), η Νορβηγία (0,97 TWh) και η Ισπανία (0,51 TWh).