Μένει ακόμη πολύς δρόμος για να ανανεωθεί ο στόλος παγκοσμίως, καθώς οι ανάγκες για χτίσιμο νέων πλοίων επιβάλλεται από τους κανόνες βιωσιμότητας. Τα στοιχεία της Διάσκεψης των ΗΕ για το εμπόριο και την ανάπτυξη για το 2023 (UNCTAD) είναι καταλυτικά.
Ο μέσος όρος ηλικίας των πλοίων, σύμφωνα με την έκθεση “Review of Maritime Transport 2023”, είναι 22,2 έτη, κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος από την προηγούμενη δεκαετία, ενώ σημειώνουμε ότι τουλάχιστον ο μισός στόλος υπερβαίνει την ηλικία των 15 ετών. Τα μεγάλα ναυπηγεία είναι σε αναμονή καθώς οι παραγγελίες είναι περιορισμένες δεδομένου του κόστους χτισίματος νέων πλοίων. Οι πλοιοκτήτες τόσο στο ξηρό, όσο και στο υγρό φορτίο είναι ακόμη διστακτικοί, ώστε να αυξήσουν κατακόρυφα τις παραγγελίες τους. Πάντως οι νέες ναυπηγήσεις είναι κρίσιμο ζήτημα, καθώς πρέπει να τηρηθούν τα κριτήρια βιωσιμότητας με πράσινες προδιαγραφές του παγκόσμιου στόλου μέχρι το 2050. Εκτιμάται ότι για την απανθρακοποίηση των καυσίμων στον παγκόσμιο στόλο απαιτούνται ετησίως από 8 έως 28 δισ δολάρια, ενώ οι επενδύσεις που πρέπει να γίνουν ώστε να πέσει καινούργιο σίδερο στο νερό με ουδέτερα σε άνθρακα καύσιμα, είναι από 28 έως 90 δις.
Στην ίδια έκθεση της UNCTAD επιβεβαιώνεται η πρωτιά των ελληνικών συμφερόντων, πλοίων σε όλο τον κόσμο. Οι Έλληνες (σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν μέχρι τις αρχές του 2023) ήλεγχαν το 17,4%, που αναλογούν σε 4.936 πλοία, χωρητικότητας 393.033.425 dwt. O υπό ελληνική σημαία και ελληνόκτητος στόλος ανέρχεται με βάση την αξία του στα 148 δισ δολάρια, ήτοι ποσοστό 11,85% του παγκόσμιου στόλου, ο οποίος στο σύνολο του κοστολογείται στο 1,26 τρις δολάρια. Σύμφωνα με την έκθεση της UNCTAD η Κίνα βρίσκεται στη δεύτερη θέση της κατάταξης με στόλο 8.839 πλοίων, χωρητικότητας 301.997.355 dwt. Ακολουθούν η Ιαπωνία με 10,5%, η Σιγκαπούρη με 6,2%, το Χονγκ Κονγκ με 5,2%, η Νότιος Κορέα με 4,3%, η Γερμανία με 3,4%, η Ταϊβάν με 2,6%, το Ηνωμένο Βασίλειο με 2,6% και η Νορβηγία με 2,5%. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η πράσινη ναυτιλία πρέπει να κυριαρχήσει μέχρι το 2050 με βάση τα ζητούμενα κριτήρια βιωσιμότητας και για τον σκοπό αυτό θα απαιτηθούν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια.