Στη δέσμευση πως η κυβέρνηση θα παρεμβαίνει διαρκώς προκειμένου να αμβλύνει τις συνέπειες για τους ευάλωτους, υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή που παραχώρησε στο ραδιοφωνικό σταθμό του ΣΚΑΙ.
Ειδικότερα, ο υπουργός τόνισε ότι «τον παρελθόντα χρόνο δεν ήταν η οικονομικά καλύτερη επιλογή το να κάνεις εξόρυξη», δεδομένου ότι «είχαμε χαμηλές διεθνείς τιμές φυσικού αερίου και ένα υψηλό κόστος θαλάσσιας εξόρυξης». Τώρα, όμως, «τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά. Η τεράστια αύξηση τιμών φυσικού αερίου βάζει πάλι μπροστά την ανάγκη να έχουμε εξορύξεις και για λόγους ασφάλειας των αποθεμάτων και για λόγους που έχουν να κάνουν με τη βιωσιμότητα της τιμής. Αυτό που πριν την εισβολή της Ρωσίας φαινόταν ως οικονομικά μη ελκυστικό, σήμερα εμφανίζεται σχετικώς αναγκαίο», συμπέρανε.
Κατηγορηματικός ως προς την περιβαλλοντική ευαισθησία, η οποία «υπάρχει και θα εξακολουθήσει να υπάρχει», ο υπουργός διευκρίνισε: «Οι περιοχές, οι οποίες επιλέγονται, επιλέγονται επί τη βάσει πάρα πολύ αυστηρών περιβαλλοντικών κριτηρίων, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να προκληθεί δυσμενές περιβαλλοντικό στίγμα, θα τηρηθούν πολύ αυστηρά όλες οι περιβαλλοντικές προδιαγραφές».
Ερωτηθείς αν η κυβέρνηση προσανατολίζεται τελικώς στην επιβολή πλαφόν στις τιμές των καυσίμων, επίσης στο χονδρεμπόριο του ρεύματος, απάντησε πως ναι μεν «είναι πολλές οι δυνατότητες που υπάρχουν», από την άλλη ωστόσο «μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Αν υπήρχαν, θα είχαν ήδη εισαχθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα είχαμε λύσει το πρόβλημά μας».
Εξάλλου, προσέθεσε, έχουν γίνει παρεμβάσεις που αμβλύνουν, κατά το δυνατόν, το ενεργειακό κόστος σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις και οι οποίες έχουν κοστίσει περί τα 2 δισ. τους τελευταίους μήνες. Αναγνωρίζοντας πάντως ότι οι παρεμβάσεις αυτές «δεν αρκούν» και ότι «η μεγάλη επιβάρυνση που δέχονται οι πολίτες είναι προφανής», εξήγησε ότι «δεν μπορεί να απορροφηθεί όλο το κόστος, κάτι τέτοιο θα διατάρασσε τη δημοσιονομική μας ισορροπία», με συνέπειες στη δευτερογενή αγορά των ομολόγων, το δανεισμό της χώρας και εν τέλει στους ίδιους τους πολίτες.
Επιπροσθέτως, «το πλαφόν στην τελική τιμή των προϊόντων είναι πάρα πολύ δύσκολη άσκηση. Οι πολίτες οι ίδιοι θα πληρώσουν το υπερβάλλον από αυτό το ποσό», επιχειρηματολόγησε αντιτείνοντας ως «πιο σημαντική, ουσιαστική και πιο λειτουργική» κίνηση το να παρεμβαίνει κανείς στη χονδρεμπορική αγορά -«εκεί είναι το κρίσιμο να παρεμβαίνεις», δήλωσε χαρακτηριστικά και «εκεί έγκειται η πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης προς την ΕΕ, η οποία αυτή τη στιγμή συζητείται από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».
Με την ταυτόχρονη διαβεβαίωση πως, «θα παρεμβαίνουμε διαρκώς στο να αμβλύνουμε τις συνέπειες για τους ευάλωτους, άρα θα ενισχύουμε το εισόδημα των ευάλωτων», ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε ακόμη πως «θα αναμένουμε τις παρεμβάσεις της ΕΕ για τη διαρθρωμένη αγορά της ενέργειας και στη συνέχεια θα παρέμβουμε εκεί. Ταυτοχρόνως θα προσπαθούμε να ενισχύσουμε και το πραγματικό εισόδημα των πολιτών», ανέφερε επίσης υπενθυμίζοντας ότι την 1η Μαΐου θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός. Ερωτηθείς ειδικώς για τις λύσεις που προέκριναν οι κυβερνήσεις της Ιβηρικής Χερσονήσου, παρατήρησε πως «αν ήταν “μαγική λύση” αυτό που εφαρμόζουν Ισπανία και Πορτογαλία, θα το είχαν εφαρμόσει και οι υπόλοιπες 25 χώρες της ΕΕ».