«Οι παραλίες της Λήμνου έχουν καθαρίσει και το θαλάσσιο οικοσύστημα παραμένει ανέπαφο. Όπως αποδεικνύουν τα εργαστηριακά αποτελέσματα, η φυτοπλαγκτονική βλέννα που είχε παρατηρηθεί το προηγούμενο διάστημα δεν είναι τοξική» δήλωσε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Αμυράς σχετικά με την εξέλιξη του φαινόμενου βλέννας στη Λήμνο.
Όπως τόνισε ο υφυπουργός, «εμείς στο Υ.ΠΕ.Ν. δεν εφησυχάζουμε, αλλά παρακολουθούμε σε στενή συνεργασία με το υπουργείο Ναυτιλίας, το Λιμενικό Σώμα και τις συνεργαζόμενες επιστημονικές ομάδες κάθε πιθανή εξέλιξη του φαινομένου, ώστε να ενεργοποιήσουμε τα κατάλληλα σχέδια δράσης αν χρειαστεί».
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, ενθαρρυντικά είναι τα πρώτα αποτελέσματα αναλύσεων της φυτοπλαγκτονικής βλέννας, που παρατηρήθηκε πρόσφατα στην θαλάσσια περιοχή της Λήμνου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των αναλύσεων που διενήργησαν τα εργαστήρια του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., το τμήμα Επιστήμης Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, το τμήμα Βιολογίας του Α.Π.Θ., το Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων και Υγροτόπων (Ε.Κ.Β.Υ.), το Ινστιτούτο Αλιευτικών Ερευνών (ΙΝ.ΑΛ.Ε.) και η διεύθυνση Υδάτων Βορείου Αιγαίου, το ήπιο φαινόμενο του ευτροφισμού δεν εμπνέει ανησυχία καθώς δεν εντοπίζονται τοξικοί μικροοργανισμοί. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση αποτελεσμάτων του διευθυντή του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., ‘Αρη Καραγεώργη και της Διευθύντριας Ερευνών, Καλλιόπης Πάγκου, «στα εξετασθέντα δείγματα δεν εντοπίστηκε κανένα φυτοπλαγκτονικό είδος που να είναι τοξικό, εν δυνάμει τοξικό ή επιβλαβές, επομένως δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας για τους κολυμβητές της Λήμνου».
Ο καθηγητής του τμήματος Επιστήμης Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Γιώργος Τσιρτσής, από την πλευρά του αναφέρει ότι «το συγκεκριμένο είδος μικροοργανισμού που αναπτύχθηκε στη Λήμνο, δεν παράγει τοξίνες, οπότε δεν υφίσταται κίνδυνος από κατανάλωση ψαριών και οστράκων».
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης που υπογράφουν από κοινού η επικεφαλής της Εργαστηριακής Μονάδας Θαλάσσιων Τοξικών Μικροφυκών του Α.Π.Θ., Κατερίνα Αλιγιζάκη και ο Κίμων Μοσχανδρέου του Ε.Κ.Β.Υ., συντείνουν στο ότι «πρόκειται για φυσικό φαινόμενο συσσώρευσης βλέννης στη θάλασσα, που προκαλείται από μικροσκοπικούς φωτοσυνθετικούς μικροργανισμούς, οι οποίοι δεν είναι τοξικοί».
Αναφορικά με το θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής του ΒΑ Αιγαίου, ο διευθυντής Ερευνών του ΙΝ.ΑΛ.Ε., Σωτήρης Ορφανίδης, διαβεβαιώνει ότι «βάσει των υποβρύχιων ερευνών και μετρήσεων που πραγματοποιήθηκαν, η συνολική εικόνα του βυθού είναι ανεπηρέαστη, παρατηρούνται άφθονα ψάρια, ενώ το λιβάδι Ποσειδωνίας που συναντάται ανατολικά της Λήμνου, βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση και δεν έχει επηρεαστεί από την βλέννα».
Παράλληλα, η επιστημονική Ομάδα Θαλάσσιας Τηλεπισκόπησης του Τμήματος Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, υπό τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τοπουζέλη, συλλέγει και επεξεργάζεται καθημερινά δορυφορικές εικόνες από τον δορυφόρο Sentinel-2 για την παρακολούθηση της εξέλιξης του φαινομένου, ενημερώνοντας την πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΕ.Ν. Σύμφωνα με τον κ. Τοπουζέλη, «τα δορυφορικά δεδομένα δείχνουν την μετακίνηση λωρίδων οργανικού υλικού, κυρίως από βορειοανατολικά, δηλαδή από τα στενά των Δαρδανελίων προς τα ανατολικά παράλια της νήσου Λήμνου. Ωστόσο τις τελευταίες ημέρες δεν παρατηρείται βλέννα στα παράλια του νησιού, λόγω των ανέμων που πνέουν στην περιοχή. Γενικότερα το φαινόμενο δεν εμπνέει ανησυχία».
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Γιώργος Τσιρτσής επισημαίνει ότι «το Αιγαίο από τη φύση του δεν ευνοεί την επί μακρόν παρουσία ευτροφικών φαινομένων, συνεπώς δεν πρόκειται να καταγραφούν εικόνες αντίστοιχες με εκείνες της Θάλασσας του Μαρμαρά».