Χαρακτηρίζεται ως «βόμβα» για τον κρατικό προϋπολογισμό και όχι άδικα. Το φυσικό αέριο με τιμή στα 165 ευρώ ανά μεγαβατώρα, στέλνει την χονδρική του ηλεκτρικού ρεύματος πάνω από τα 320 ευρώ ανά μεγαβατώρα και υποχρεώνει το δημόσιο να καταβάλλει έως και 1 δις. ευρώ ανά μήνα για να κρατήσει χαμηλά τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Μπορεί σημαντικό μέρος αυτών των χρημάτων να προέρχεται από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και πάλι όμως, το ποσό που πρέπει να πληρώνεται από τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων δεν είναι καθόλου ευκατφρόνητο καθώς μπορεί να φτάνει ακόμη και στα 250 εκατ. ευρώ ανά μήνα.
Εύλογο λοιπόν το ερώτημα; Υπάρχουν αυτά τα χρήματα; Και το κυριότερο; Μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να ξεφύγει ακόμη περισσότερο η κατάσταση με την τιμή του φυσικού αερίου και να αποδειχθεί ακόμη και το «μηνιάτικο» του ενός δις. ευρώ ανεπαρκές; Αρχής γενομένης από το δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι ότι ουδείς μπορεί να αποκλείσει τίποτα. Σε συνθήκες περιορισμού της προσφοράς (βλέπε κλείσιμο της στρόφιγγας του ρωσικού αερίου) δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη για την τιμή. Άρα, πράγματι, το 1 δις. ευρώ τον μήνα μπορεί να αποδειχθεί μικρό ποσό. Σε πρώτη φάση, το οικονομικό επιτελείο θα επιδιώξει να βάλει κάποιους κόφτες ώστε τουλάχιστον να προλάβει το ενδεχόμενο να ανέβουν πολύ οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στο εσωτερικό λόγω λανθασμένων εκτιμήσεων των παρόχων (σ.σ από αυτό τον μήνα, κάθε κιλοβατώρα ρεύματος θα τιμολογείται βάσει πρόβλεψης για την εξέλιξη της χονδρικής του ρεύματος κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο σε περιόδους τόσο μεγάλης αβεβαιότητας). Από εκεί και πέρα όμως, όλα θα εξαρτηθούν αφενός από την πορεία του φυσικού αερίου και αφετέρου από την πορεία των φορολογικών εσόδων.
Στο «μέτωπο» των φόρων, τα νέα φαίνεται να είναι ενθαρρυντικά. Ο Ιούνιος έχει κλείσει πολύ καλά καθώς και ο ΦΠΑ και ο φόρος εισοδήματος αφήνουν περισσότερα έσοδα από αυτά που είχαν προϋπολογιστεί. Ο κανόνας «ο προϋπολογισμός γεννά φορολογικά έσοδα» επιβεβαιώνεται ενώ μπροστά μας φαίνεται να έχουμε ένα πολύ δυνατό τρίμηνο λόγω τουρισμού αλλά και βεβαίωσης του φόρου εισοδήματος ο οποίος μάλιστα θα είναι περισσότερος σε σχέση με πέρυσι. Στο ερώτημα αν με τέτοιο πληθωρισμό η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών θα παραμείνει ισχυρή, είναι επίσης εύλογο. Μπαίνουμε λοιπόν στην περίοδο της απόλυτης αβεβαιότητας και… βλέποντας και κάνοντας.