Στην αύξηση κατώτατου μισθού για τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης σε καταστήματα και αποθήκες προχωρά η Lidl από τον Δεκέμβριο. Παράλληλα η εταιρεία σχεδιάζει ένα επενδυτικό πλάνο ύψους 120 εκατ. ευρώ την τριετία 2024-2026 για το δίκτυο καταστημάτων και των αποθηκών.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε χθες βράδυ ο πρόεδρος διοίκησης της Lidl Ελλάς Μάρτιν Μπραντενμπούρκερ στο πλαίσιο ειδικής εκδήλωσης, το επενδυτικό πρόγραμμα για τα επόμενα 3 χρόνια (2024-2026) περιλαμβάνει νέα καταστήματα και συνολικές επενδύσεις πάνω από 120 εκατ. ευρώ για το δίκτυο των καταστημάτων και των αποθηκών.
Παρουσιάζοντας το αποτύπωμα της Lidl Ελλάς στην ελληνική αγορά ανέφερε ότι «το 2022 η συνολική προστιθέμενη αξία που προσφέραμε στην ελληνική οικονομία ήταν 953 εκατ. ευρώ, κάτι που αντιστοιχεί στο 0,46% του ΑΕΠ. Για κάθε 1 ευρώ άμεσης συνεισφοράς μας στο ΑΕΠ, δημιουργούνται επιπλέον 3,89 ευρώ προστιθέμενης αξίας στην ελληνική οικονομία. Παράλληλα, προσφέρουμε όλο και περισσότερες θέσεις απασχόλησης, σε όλη την Ελλάδα. Σήμερα υποστηρίζουμε στη χώρα περισσότερες από 33.000 συνολικές θέσεις εργασίας, με τις άμεσες να ξεπερνούν τις 6.700. Μόνο πέρυσι δημιουργήσαμε περίπου 200 νέες θέσεις εργασίας».
Η Lidl απασχολεί 6.772 εργαζόμενους με τον μέσο μισθό να είναι σήμερα στα 930 ευρώ. Από την 1η Δεκεμβρίου ο κατώτατος μεικτός μισθός θα αυξηθεί στα 1.000 ευρώ μεικτά ενώ ταυτόχρονα η εταιρεία προχωρά στην οικονομική στήριξη όλων των εργαζομένων της στα καταστήματα και τα logistic centers με το συνολικό ποσό των 500.000 ευρώ για το διάστημα Σεπτεμβρίου- Δεκεμβρίου 2023.
«Στρατηγικός μας στόχος είναι να παρέχουμε αμοιβές και επιπρόσθετες παροχές που είναι ανταγωνιστικές και άνω του μέσου όρου της αγοράς ως ανταμοιβή και επιβράβευση για όλους τους εργαζομένους», σημείωσε ο κ. Μπραντεμπούργκερ.
«Είναι μια σχέση win win» σχολίασε, συμπληρώνοντας πώς η εταιρεία δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα στην εξεύρεση εργαζόμενων. «Οι εργαζόμενοι θέλουν να δουλεύουν μαζί μας γιατί έχουμε καλό περιβάλλον, καλούς μισθούς και ασφάλεια» πρόσθεσε.
Σε ό,τι αφορά τις φετινές επιδόσεις, ο κ. Μπραντενμπούρκερ τις χαρακτήρισε ενθαρρυντικές και εξέφρασε την αισιοδοξία του για θετική πορεία της εταιρείας στο σύνολο της υφιστάμενης χρήσης που λήγει τον Φεβρουάριο του 2024. Όπως είπε, η εταιρεία κατάφερε να αυξήσει τον αριθμό των επισκεπτών στα καταστήματα χτίζοντας εμπιστοσύνη και «μεγαλώνοντας» το καρότσι των αγορών. «Συνδυάζουμε τη δύναμη ενός μεγάλου, πολυεθνικού οργανισμού με την ευελιξία ενός discounter», ανέφερε χαρακτηριστικά συμπληρώνοντας ότι σύμφωνα με έρευνες που εκπονούνται εσωτερικά σε εβδομαδιαία βάση σε πάνω από 200 βασικά είδη προκύπτει πως η Lidl Ελλάς είναι τουλάχιστον 10% φθηνότερη από την αγορά. Η εταιρεία, σύμφωνα με τον ίδιο, μείωσε μόνιμα τις τιμές έως και 37% σε πάνω από 330 προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας από όλες τις κατηγορίες food και near food.
Τέλος, αναφέρθηκε στην πρόσφατη πρωτοβουλία της εταιρείας σε συνεργασία με το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας που αφορά στη δημιουργία ενός λειτουργικού μηχανισμού άμεσης αρωγής, διαθέσιμου ανά πάσα στιγμή, για την παροχή έκτακτης βοήθειας στον τοπικό πληθυσμό σε περίπτωση ακραίων φυσικών φαινομένων. «Η στήριξη αυτή από την πλευρά μας ανέρχεται σε 200.000 ευρώ και προβλέπει τη δημιουργία ενός κόμβου που θα αποθηκεύει βασικά τρόφιμα, νερό και άλλα είδη για την κάλυψη βασικών αναγκών. Και φυσικά η Lidl Ελλάς αναλαμβάνει να τον εφοδιάζει σε σταθερή βάση», επεσήμανε.
Από την πλευρά της η υπεύθυνη επικοινωνίας της Lidl Ελλάς κα Βασιλική Αδαμίδου ανέφερε «έως το 2030 δεσμευόμαστε σε 50% λιγότερη σπατάλη τροφίμων στο πλαίσιο της επιχειρησιακής μας λειτουργίας, και κατά 80% μειωμένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, που προκύπτουν από την επιχειρησιακή μας λειτουργία σε σύγκριση με το 2019».
Για το πρόγραμμα εγκατάστασης φωτοβολταϊκών η κυρία Αδαμίδου είπε: «αριθμούμε 16 καταστήματα με εγκατεστημένα φωτοβολταϊκά συστήματα στις στέγες τους, ενώ πριν μερικούς μήνες ολοκληρώσαμε την εγκατάσταση και ενεργοποίηση φωτοβολταϊκών συστημάτων στις αποθήκες μας στα Καλύβια Αττικής και τη Σίνδο Θεσσαλονίκης. Έως το τέλος του τρέχοντος οικονομικού έτους θα έχουν προστεθεί 4 νέες εγκαταστάσεις, ενώ προγραμματίζουμε μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους 2025 να έχουμε ολοκληρώσει την προσθήκη 17 επιπλέον».