Έχοντας ήδη βάλει από… κάτω (ή για την ακρίβεια από πάνω καθώς το ιταλικό ομόλογο εξασφαλίζει υψηλότερο κόστος δανεισμού στην Ιταλία από ότι στην Ελλάδα) την Ιταλία, η Ελλάδα θέτει καινούργιο στόχο για το 2024: η απόδοση του ελληνικού 10ετούς να καταστεί χαμηλότερη και από την αντίστοιχη του ισπανικού. Δεν είναι στόχος που θα αποτυπωθεί σε κάποιο επίσημο πρόγραμμα δανεισμού όμως είναι στο μυαλό όλων όσοι εμπλέκονται με τα του δημοσίου χρέους.
Η εβδομάδα ξεκινάει για το ελληνικό 10ετές από το 3,199% με το αντίστοιχο ισπανικό να βρίσκεται στο 2,999%. Αυτές οι 20 μονάδες βάσης συνιστούν από τις μικρότερες διαφορές που έχουν καταγραφεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Και το ζητούμενο είναι αυτή η ισχνή διαφορά να εξαφανιστεί και η Ελλάδα να πλασαριστεί ακόμη καλύτερα μεταξύ των χωρών του ευρωπαϊκού νότου παρά το γεγονός ότι η αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ στην Ισπανία είναι πολύ χαμηλότερη από την αντίστοιχη ελληνική.
Γιατί λοιπόν να προσβλέπει μια χώρα όπως η Ελλάδα με αναλογία χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 160% (με πρόβλεψη για μείωση στο 150% στο τέλος του 2024) ότι θα έχει την ίδια ή και καλύτερη αντιμετώπιση από τις αγορές συγκριτικά με μια χώρα η οποία έχει αναλογία χρέους προς ΑΕΠ της τάξεως του 111,6% ήδη από το τέλος του 2022; Διότι αυτό που «μετρούν» περισσότερο οι αγορές είναι η προοπτική. Με την αξιοποίηση των ταμειακών της διαθεσίμων, αλλά και τις προβλέψεις για ταχύτερη ονομαστική ανάπτυξη, η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει γρηγορότερους ρυθμούς αποκλιμάκωσης του χρέους.
Επίσης, η χώρα έχει ήδη ρυθμισμένο χρέος κάτι που σημαίνει ότι σε όρους ετήσιων αναγκών εξυπηρέτησης, η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση. Αποτυπώνεται άλλωστε στο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης το οποίο στην Ισπανία έφτασε το 2022 στο 4,7% για να διαμορφωθεί στο 4,1% το 2023. Το αντίστοιχο έλλειμμα της Ελλάδα είναι στο 2,3%. Μια σύγκριση που επίσης λαμβάνεται υπόψη έχει να κάνει με την ταχύτητα αποκλιμάκωσης της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕπ. Το ποσοστό θα κλείσει στο 160% φέτος από 172,6% στο τέλος του 2022 όταν στην Ισπανία προβλέπει πολύ ισχνή μείωση από το 111,6% στο 110%.