Νέα συνάντηση αναμένεται να έχουν σήμερα οι υπουργοί Ενέργειας Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς σε εκκρεμότητα, παρά τη συμφωνία του περασμένου Σεπτεμβρίου, παραμένουν αρκετά ζητήματα για το φιλόδοξο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας Κύπρου. Ωστόσο τόσο η Ελλάδα όσο και η Κυπριακή Δημοκρατία επιθυμούν την υλοποίηση του έργου, αν και η Κυπριακή πλευρά εγείρει σημαντικά ζητήματα, τόσο τεχνικής και οικονομικής υφής όσο και κάλυψης του γεωπολιτικού ρίσκου. Βέβαια το χαρακτηρίζει ως άκρως σημαντικό γεωπολιτικά έργο και ως ένα «παράθυρο ευκαιρίας που θα πρέπει να εκμεταλλευτούν οι δύο χώρες», όπως χαρακτηριστικά, τόνισε για το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης «Great Sea Interconnector» ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου Γιώργος Παπαναστασίου.
Συγκεκριμένα, ο Κύπριος Υπουργός, σε δηλώσεις του σε δημοσιογράφους στο περιθώριο του χθεσινού συνεδρίου Athens Energy Summit ανέφερε ότι πρόθεση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι να προχωρήσει το έργο στο πλαίσιο της συνολικότερης ευρωπαϊκής στρατηγικής για την διασυνδεσιμότητα μεταξύ των κρατών-μελών, όντας η Κύπρος μεταξύ των ηλεκτρικών «απομονωμένων» συστημάτων της ΕΕ.
Ωστόσο, δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι η είσοδος του Κυπριακού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο του φορέα υλοποίησης του έργου «Great Sea Interconnector» θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον τα ανοικτά και χρήζουν απαντήσεων θα κλείσουν. Τα ζητήματα αυτά αφορούν την οικονομική βιωσιμότητα του έργου, την στήριξη από ισχυρά σχήματα με “γεωπολιτικές πλάτες” αλλά και την διπλωματική θωράκιση του έργου. Χρειάζεται συμμετοχή εταίρων με ειδικό βάρος προς απάντηση των πολιτικών και οικονομικών προκλήσεων», ανέφερε σχετικά ο Κύπριος υπουργός, “φωτογραφίζοντας” την προσέλκυση επενδυτών από τις ΗΠΑ. (ενδιαφέρον έχει εκδηλώσει το αμερικανικό fund DFC), που δύναται να διαμορφώσουν «ασπίδα προστασίας» απέναντι στις όποιες αιτιάσεις προκύψουν εκ μέρους της Τουρκίας.
Ειδικά για το θέμα της οικονομικής βιωσιμότητας ο κ. Παπαναστασίου ανέφερε χαρακτηριστικά ότι πράγματι ένα επενδυτικό ταμείο ενδιαφέρεται και μετράει την απόδοση κεφαλαίου για την λήψη μιας τελικής επενδυτικής απόφασης.Αυτό, όμως, δεν είναι κριτήριο για την κυπριακή κυβέρνηση. «Χρειάζεται να φροντίσουμε το έργο να είναι βιώσιμο με όρους που μπορείς να εξηγήσεις στους πολίτες» ανέφερε. Αξίζει να σημειωθεί ότι το έργο, με βάση τα όσα είναι μέχρι τώρα γνωστά, θα κοστίσει 2 δισεκ. για να μεταφέρει ενέργεια σε μια αγορά που τον Αύγουστο, στην κορύφωσή της φτάνει τα 1,4 GW. Η διασύνδεση θα έχει συνολικό µήκος περίπου 1.200 χιλιοµέτρων και θα µπορεί να µεταφέρει 1.000 MW ηλεκτρικής ισχύος, µε δυνατότητα µελλοντικής αναβάθµισης στα 2.000 MW. Το έργο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να µπορεί να µεταφέρει ενέργεια αµφίδροµα.
Στο φόντο αυτό κι εν όψει της σημερινής συνάντησης, η κυπριακή πλευρά έχει θέσει μια σειρά προαπαιτούμενα για να προχωρήσει στο επόμενο βήμα, όπως η μεταβίβαση των παγίων του καλωδίου στο SPV από τον ΑΔΜΗΕ καθώς και άλλα επιμέρους θέματα που αναμένεται να απαντηθούν με επιστολή-απάντηση του Έλληνα Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρου Σκυλακάκη.
Νεότερες πληροφορίες αναφέρουν ότι η εν λόγω επιστολή έχει ετοιμαστεί και θα στέλνονταν εχθές στους Κύπριους.
Σε κάθε περίπτωση, νέα δεδομένα για την πρόοδο του έργου θα προκύψουν κατά την σημερινή συνάντηση των δύο Υπουργών όπου αναμένεται να τεθούν εκ νέου τα παραπάνω ζητήματα προκειμένου να προσδιοριστούν τα επόμενα βήματα με προοπτική την επίτευξη συμφωνίας που ακολούθως θα «επιστρέψει» στο Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου για να παρθούν οι οριστικές αποφάσεις για την είσοδο ή μη του Κυπριακού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο του Great Sea Interconnector.
Την ίδια στιγμή, η Κυπριακή πλευρά στέλνει μήνυμα προς τις Βρυξέλλες να εντείνουν την στήριξη τους προς το έργο τόσο διπλωματικά όσο και οικονομικά, δεδομένου ότι το κόστος του έργου ανέρχεται στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ με την μέχρι στιγμής ευρωπαϊκή «αρωγή» να φτάνει τα 657 εκατ. ευρώ.