Να θωρακίσει τις αγορές ενέργειας εν όψει του νέου χειμώνα, αλλά και να συνεχίσει τη διαδικασία της πράσινης μετάβασης με έντασης, όσο και της μείωσης της ήδη συρρικνωμενης αναφοράς της στη Ρωσία σε ό,τι έχει να κάνει με τις προμήθειες αερίου επιχειρεί η ΕΕ. Κι όλα αυτά την ώρα που ειδικά οι φορείς της Βιομηχανίας εκφράζουν τη δυσπιστία τους για το όλο εγχείρημα και τις δράσεις ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας σε έναν κόσμο που αλλάζει άρδην.
Έτσι, με βάση τις προτάσεις που τίθενται από την Κομισιόν, υπόψη του Συμβουλίου υπουργών Ενέργειας σήμερα στις Βρυξέλλες προωθείται η συνέχιση της διαδικασίας εξοικονόμησης κι αφετέρου προτείνονται νέα προσκόμματα, στα ήδη υπάρχοντα στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου.
Συγκεκριμένα, τη συνέχιση της διαδικασίας περιορισμού της κατανάλωσης φυσικού αερίου συζητά σήμερα το Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο μιας συνολικής πρότασης που καταθέτει η Επίτροπος Ενέργειας, Kadri Simson στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας για την καλύτερη προστασία των καταναλωτών από τις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και θωράκισης της της βιομηχανίας της ΕΕ.
Ουσιαστικά η Κομισιόν προτείνει στα κράτη μέλη να συνεχίσουν για άλλους δώδεκα μήνες το καθεστώς περιορισμών, στη βάση στοχοθεσίας για μείωση κατά 15% της κατανάλωσης φυσικού αερίου σε επίπεδο Ε.Ε.
Υπενθυμίζεται ότι το μέτρο λήγει στις 31 Μαρτίου και θα πρέπει σήμερα να ληφθούν αποφάσεις. Βέβαια, οι περιορισμοί στην κατανάλωση γίνονται σε εθελοντική βάση αλλά καθίστανται υποχρεωτικοί σε περιπτώσεις έκτακτων συνθηκών, δηλαδή εάν τεθεί η ΕΕ σε κατάσταση επιφυλακής ως προς την ασφάλεια εφοδιασμού.
Να σημειωθεί ότι το μέτρο φαίνεται να απέδωσε, σε συνδυασμό, με την κακοκαιρία αλλά και άλλες κινήσεις εισέφερε, όπως εκτιμάται, στην πτώση τιμών. Συγκεκριμένα, με βάση στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής, καταγράφηκε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 19,3% την περίοδο Αυγούστου 2022 – Ιανουαρίου 2023 κάτι που οδήγησε τις αποθήκες αερίου στο να έχουν μια καλή “αφετηρία” για τον επόμενο χειμώνα. Συγκεκριμένα τα ποσοστά πλήρωσης των αποθηκών αερίου στην Ευρώπη είναι με το τέλος της χειμερινής περιόδου πάνω από 50%, όταν συνήθως είναι στο 28% με 33%.
Να σημειωθεί ότι μέσα στο 2020, τη χρονιά της πανδημίας και των πρώτων σκληρών lockdowns, η κατανάλωση αερίου είχε μειωθεί κατά 14%. Το ίδιο συνέβη και με τη ζήτηση για θέρμανση των νοικοκυριών, που επίσης μειώθηκε κατά 15% σύμφωνα με το Bloomberg NEF. Ωσρόσο εκείνη την περίοδο το ΑΕΠ της Ε.Ε. σημείωσε ετήσια αύξηση 3,5%, ελάχιστα μικρότερη, δηλαδή, σε σύγκριση με τις προβλέψεις για ανάπτυξη 4% που αναμενόταν προ του πολέμου, δείγμα ότι η μείωση της κατανάλωσης δεν επιβάρυνε τη διαδικασία ανάπτυξης όπως επισημαίνουν ευρωπαϊκές πηγές. Όπως, μάλιστα αναφέρουν, εφόσον παραταθεί για άλλο ένα 12μηνο ο “κόφτης” τότε η Ευρώπη θα εξοικονομήσει 60 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου.
Στηρίζει η Ελλάδα
Στο μεταξύ ο Έλληνας υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας αναμένεται, με βάση πληροφορίες να στηρίξει μαζί με άλλες χώρες την πρόταση της Κομισιόν. Ήδη, βέβαια η χώρα κατάφερε να έχει μια σημαντική μείωση στην κατανάλωση τους επτά πρώτους μήνες (Αύγουστος 2022-Φεβρουάριος 2023) της περιόδου αναφοράς, που ξεκίνησε τον Ιούλιο. Δηλαδή πέτυχε μείωση στην κατανάλωση αερίου κατά 20.9% σε σχέση με τον μέσο όρο πενταετίας. Έτσι ξεπέρασε κατά πολύ τον ευρωπαϊκό στόχο του -15%, και κατά 30% σε σχέση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία του ΔΕΣΦΑ για το 2022 υπήρξε μείωση της εγχώριας κατανάλωσης κατά ποσοστό 19,04%, από 69,96 Τεραβατώρες (TWh) στις 56,64 TWh. Οι μεγαλύτερες ποσότητες εισήλθαν στη χώρα από τον Τερματικό Σταθμό LNG της Ρεβυθούσας, που κάλυψε ποσοστό 44,2% των εισαγωγών, καταγράφοντας σημαντική αύξηση σε σχέση με την περασμένη χρονιά. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε το σημείο εισόδου Σιδηροκάστρου που κάλυψε ποσοστό 34,34% των εισαγωγών (29,59 TWh), ενώ ακολούθησε το σημείο εισόδου στη Νέα Μεσημβρία, το οποίο, μέσω του αγωγού TAP, κάλυψε το 18,64% των εισαγωγών (16,06 TWh). Τέλος, οι Κήποι Έβρου κάλυψαν το 2,82% των εισαγωγών (2,43 TWh).
Εξαιρετικά κομβικός για τη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού της χώρας και της ευρύτερης περιοχής ήταν ο ρόλος της Ρεβυθούσας, που για πρώτη φορά από την έναρξη λειτουργίας της, υποδέχθηκε 78 δεξαμενόπλοια από 10 χώρες, τα οποία εκφόρτωσαν συνολικά ποσότητα ύψους 39,19 TWh LNG, έναντι περίπου 24,51 TWh από 35 δεξαμενόπλοια από 5 χώρες το 2021. Η αύξηση οφείλεται κυρίως σε φορτία LNG προερχόμενα από τις ΗΠΑ, τα οποία αυξήθηκαν κατά 63,55% σε σχέση με το 2021, αγγίζοντας τις 20,10 TWh, έναντι 12,29 TWh το προηγούμενο έτος, με τις ΗΠΑ να παραμένουν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας LNG στη χώρα μας με ποσοστό 51,29%. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε η Αλγερία (5,43 TWh), ενώ ακολουθούν η Αίγυπτος (4,93 TWh), η Νιγηρία (2,93 TWh), η Νορβηγία (2,13 TWh), η Ρωσία (2,03 TWh) και το Ομάν (1,03 TWh). Φορτία κάτω της 1 TWh εισήχθησαν επίσης από την Ισπανία (0,43 TWh), την Ινδονησία (0,11 TWh) και το Καμερούν (0,07 TWh).
Επίσης, ελλειμματικό ήταν τον Ιανουάριο εφέτος το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με τη Ρωσία και ανήλθε σε 488,4 εκατ. ευρώ. Καθώς, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αξία των εισαγωγών από τη Ρωσία ανήλθε σε 498,0 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 0,1% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2022 που ήταν 498,7 εκατ. ευρώ. Ενώ, η αξία των εξαγωγών προς τη Ρωσία ανήλθε σε 9,6 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση 40,3% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2022 που ήταν 16,0 εκατ. ευρώ.
Τα άλλα προσκόμματα
Όπως, επίσης, μεταδίδει το Bloomberg, οι υπουργοί Ενέργειας του μπλοκ είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν μια πρόταση που θα δώσει στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να απορρίψουν την προκράτηση χώρων αποθήκευσης από Ρώσους εξαγωγείς για τις αποστολές LNG, σύμφωνα με έγγραφο που είδε το Bloomberg News.
Ενώ από μόνες τους οι κυβερνήσεις θα χρειάζονταν ακόμη διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων με χώρες της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό, το εργαλείο θα μπορούσε να συνεχίσει να μειώνει τη ροή ενεργειακών προϊόντων από τη Ρωσία.
Να σημειωθεί ότι Μόλις πριν από ένα χρόνο η Ευρώπη δαπανούσε περίπου 1 δισ. ευρώ την ημέρα για να πληρώνει αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα που εισήγε από τη Ρωσία. Σήμερα πληρώνει μόλις ένα μικρό τμήμα αυτού του ποσού.
Διασυνδέσεις
Παράλληλα με τα θέματα κατανάλωσης φυσικού αερίου αναμένεται να τεθεί επί τάπητος και το θέμα της ασφάλειας εφοδιασμού με αιχμή της διασυνδέσεις και την “πράσινη” ενέργεια. Με βάση πληροφορίες, ήδη, η ελληνική πλευρά, σε έγγραφο (non paper) που υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 24 Μαρτίου και το οποίο υποστηρίχθηκε από διψήφιο αριθμό κρατών-μελών, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, έθεσε τη σημασία ενός ευρωπαϊκού δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, ικανού να υποστηρίξει και να επιταχύνει την πράσινη μετάβαση.
“Τα σύγχρονα δίκτυα θα οδηγήσουν την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και είναι απαραίτητα για να υποστηρίξουν την ηλεκτροδότηση των κτιρίων, των μεταφορών και της βιομηχανίας. Ωστόσο, οι επενδύσεις σε δίκτυα είναι χαμηλότερες από αυτό που απαιτείται για ένα ενεργειακό σύστημα μηδενικών εκπομπών”, αναφέρει το ελληνικό non paper.
“Eίναι επιτακτική ανάγκη να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για την επέκταση και την ενίσχυση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης”, τονίζει η ελληνική πλευρά, εστιάζοντας σε τέσσερις πυλώνες:
Πρώτον, στη βελτίωση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ του Βορρά και του Νότου για την ενίσχυση της συμπληρωματικότητας μεταξύ ηλιακής και αιολικής παραγωγής σε εποχική βάση.
Δεύτερον, στην αναβάθμιση του δικτύου στα Δυτικά Βαλκάνια, προκειμένου “να επιταχυνθεί η μετάβαση στην περιοχή, να καταστεί δυνατή η παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Ρουμανία κ.λπ. αυξάνοντας την ικανότητά τους να στέλνουν ηλεκτρική ενέργεια στην υπόλοιπη Ευρώπη και να διευκολύνουν την εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από την Ανατολική Μεσόγειο και από την Αίγυπτο και την ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Αφρικής στη Νότια Ευρώπη και, από εκεί, στην Κεντρική Ευρώπη όπου είναι περισσότερο απαραίτητη”.
Τρίτον, στην επέκταση του κανονισμού για την επιτάχυνση της χορήγησης αδειών για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας.
Τέταρτον, στην επενδυτική διευκόλυνση, δηλαδή στον εξορθολογισμό και τη συγκέντρωση υφιστάμενων Ταμείων και χρηματοδοτικών προγραμμάτων (π.χ. RRF, Connecting Europe Facility, Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κ.λπ.) και στην ανάπτυξη πρόσθετων πόρων.
“Ένα σύγχρονο, διευρυμένο και ψηφιοποιημένο ευρωπαϊκό δίκτυο είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας για την ενεργειακή μετάβαση. Η Ευρώπη χρειάζεται να εστιάσει περισσότερο στα δίκτυα, προκειμένου να επιτραπεί σε κάθε κράτος μέλος να αναπτύξει πλήρως τους δικούς του πόρους και να διασφαλίσει ότι οι διασυνοριακές ροές ενισχύουν την ασφάλεια του εφοδιασμού και την ανθεκτικότητα και προσφέρουν χαμηλότερο κόστος”, καταλήγει η ελληνική πλευρά στο non paper της.
Η ελληνική πρόταση για την ενίσχυση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας θα συζητηθεί στο Συμβούλιο Ενέργειας της 28ης Μαρτίου και θα ζητηθεί από τη σουηδική Προεδρία της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να κατατεθεί συγκεκριμένη πρόταση.