Παρόλο που το ύψος των επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας διεθνώς δεν έχει φτάσει στα απαιτούμενα επίπεδα για να επιτευχθούν οι περιβαλλοντικοί στόχοι μέχρι το 2050, η διαθεσιμότητα των κεφαλαίων δεν είναι ο σημαντικότερος παράγοντας καθυστέρησης της ενεργειακής μετάβασης.
Σύμφωνα με μελέτη της Bain & Company, βασική αιτία παραμένει το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις του κλάδου επιλέγουν να επιστρέφουν όλο και υψηλότερα ποσοστά από κέρδη τους στους μετόχους παρά να τα επενδύουν για να αναπτυχθούν σε τομείς χαμηλών εκπομπών άνθρακα
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η παγκόσμια έκθεση Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Bain & Company##, στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου μόνο το 43% του κεφαλαίου επανεπενδύθηκε σε νέους αναπτυξιακούς τομείς το 2022, από 58% το 2018 ενώ στον τομέα εξόρυξης επανεπενδύθηκε το 44% το 2022, από 56% το 2018. Στον τομέα της πράσινης ενέργειας (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο) το μερίδιο του κεφαλαίου που επανεπενδύεται για ανάπτυξη είναι σταθερό και το απόλυτο μέγεθος του κεφαλαίου αυξάνεται, αλλά δεν είναι ακόμη αρκετό για τον πλήρη εκσυγχρονισμό και επέκταση του δικτύου που θα υποστηρίξει τα επίπεδα των στόχων που έχουν τεθεί όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η έκθεση αποκαλύπτει ότι μόνο το 19% των στελεχών επιχειρήσεων ενέργειας και φυσικών πόρων, που συμμετείχαν στην μελέτη, βλέπουν την έλλειψη κεφαλαίων ως εμπόδιο για την αύξηση των επενδύσεων σε δραστηριότητες χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Κύριο μέλημά τους είναι η απόδοση της επένδυσης και η προθυμία των πελατών να πληρώσουν, τονίζει το 78% των στελεχών που θεωρεί ότι αυτά είναι τα σημαντικότερα εμπόδια για την απανθρακοποίηση.
Στην ανάλυση της Bain αναφέρεται ότι με ένα μέσο κόστος κεφαλαίου 10%, για κάθε 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε κεφάλαιο που χρησιμοποιείται για επενδύσεις σε τομείς χαμηλών εκπομπών άνθρακα, απαιτούνται περίπου 160 εκατομμύρια δολάρια πρόσθετα έσοδα από πελάτες κάθε χρόνο. Το πρόβλημα είναι ότι αν και οι καταναλωτές ανησυχούν για την κλιματική αλλαγή, δεν είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν υψηλότερους λογαριασμούς για να βοηθήσουν στην καταπολέμησή της. Πρόσφατες έρευνες της Bain έχουν αναδείξει ότι λιγότεροι από τους μισούς καταναλωτές στις ΗΠΑ και την ΕΕ είναι διατεθειμένοι να δεχτούν έστω και μια μικρή αύξηση στον οικιακό λογαριασμό ηλεκτρικής ενέργειας ή στην τιμή των καυσίμων με στόχο να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων. Αντίθετα, θεωρούν πιο κατάλληλη λύση την αύξηση των φόρων στα εύπορα νοικοκυριά, υποδηλώνοντας ότι οι καταναλωτές πιστεύουν ότι η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει για να μειώσει το αντίκτυπο των νέων τεχνολογιών στους λογαριασμούς τους.
«Ο κλάδος πρέπει να επιταχύνει τις επενδύσεις και να κάνει, χωρίς δισταγμό, στρατηγικές κινήσεις προς την ενίσχυση της καινοτομίας. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη δημιουργία νέων σχέσεων με τους καταναλωτές και στην εξεύρεση ισορροπίας μεταξύ της ανάγκης για επαρκή απόδοση της επένδυσης και της προώθησης των πολιτικών ESG. Θα πρέπει να πείσουμε τους καταναλωτές, που ανησυχούν για την κλιματική αλλαγή αλλά δεν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν υψηλότερους λογαριασμούς, για την ανάγκη να δημιουργήσουμε νέους τρόπους συνεργασίας και σχέσεις εμπιστοσύνης που θα βασίζονται πάνω σε καινοτόμες λύσεις και στη μέγιστη διαφάνεια. Οι κατάλληλες ρυθμιστικές παρεμβάσεις και η εκμετάλλευση των μέσων δημόσιας χρηματοδότησης θα αποτελέσουν τα βασικά εργαλεία προς την απαραίτητη ενεργειακή μετάβαση», δήλωσε ο Alessandro Cadei, Senior Partner, επικεφαλής της πρακτικής EMEA Utilities & Renewables στην Bain & Company.
Η έρευνα αναδεικνύει ότι τα στελέχη των εταιρειών ενέργειας και φυσικών πόρων ενδεχομένως να υπερεκτιμούν τα περιθώρια διαχείρισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Σχεδόν όλα τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα της Bain δήλωσαν ότι ήταν πολύ ή αρκετά σίγουρα για την ικανότητά τους να διαχειριστούν αυτούς τους κινδύνους στο προσεχές μέλλον. Η δραματική όμως αύξηση της σφοδρότητας των φαινομένων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, αναδεικνύει την ανάγκη να επενδυθούν πρόσθετοι πόροι σε προληπτικές ενέργειες.
Η Martina Pagani, Senior Manager, Energypractice στην Bain & Company τόνισε «Είναι ξεκάθαρο ότι τόσο ο τομέας της ενέργειας, όσο και των φυσικών πόρων υφίστανται ριζικό μετασχηματισμό. Ταυτόχρονα, οι αναδυόμενες τάσεις που θα συντελέσουν στη διαχείριση της κλιματικής αλλαγής και στην πράσινη μετάβαση, συνδέονται ευθέως με την κατανόηση της σύνδεσης των περιβαλλοντικών κανονισμών, των τεχνολογικών εξελίξεων αλλά και της δυναμικής της αγοράς. Στο επίκεντρο τίθεται η επιτακτική ανάγκη της υιοθέτησης και ανάπτυξης καινοτόμων λύσεων και βιώσιμων πρακτικών, από την πλευρά του επιχειρηματικού κόσμου, προς ένα μέλλον που ευθυγραμμίζεται τόσο με τους επιχειρηματικούς τους στόχους τους, όσο και με το εξελισσόμενο παγκόσμιο τοπίο ενέργειας και φυσικών πόρων».
Παρολαυτά, ορισμένοι τομείς που άπτονται της ενεργειακής μετάβασης δημιουργούν σημαντική ανησυχία στα στελέχη επιχειρήσεων. Ένας στους πέντε ερωτηθέντες δήλωσαν ότι ανησυχούν ιδιαίτερα για την διασφάλιση της ομαλότητας στην αλυσίδα εφοδιασμού. Επίσης, περίπου το 40% δήλωσε ότι η επένδυση στην ανθεκτικότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για τα επόμενα τρία χρόνια – μια αύξηση 10% σε σύγκριση με τα τελευταία τρία χρόνια ενώ ο αριθμός των ερωτηθέντων που στοχεύουν να επενδύσουν περισσότερο στη βιωσιμότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας αυξήθηκε επίσης κατά 3%.
«Είναι γεγονός ότι ο μετασχηματισμός του κλάδου της ενέργειας δημιουργεί ένα νέο πεδίο ευκαιριών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει σημαντικές προκλήσεις, τις οποίες καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε άμεσα, συγκροτημένα και αποτελεσματικά. Ένα κρίσιμο ζητούμενο είναι να προχωρήσουν οι σύνθετες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται, εξασφαλίζοντας την απαραίτητη συναίνεση, ώστε τα οφέλη που προκύπτουν να αντισταθμίζουν σταδιακά τα κόστη της μετάβασης. Τέλος, η απλοποίηση και συνοχή του θεσμικού πλαισίου, οι συνέργειες μεταξύ τομέων της οικονομίας, η εξασφάλιση εργαλείων χρηματοδότησης καθώς και η απλοποίηση της αδειοδότησης των έργων ΑΠΕ αποτελούν σημαντικά βήματα προς την επιτάχυνση του ενεργειακού μετασχηματισμού που πρέπει να δρομολογηθούν με ταχύτητα», δήλωσε ο Ανδρέας Κυριλής, Partner στον τομέα ενέργειας και φυσικών πόρων της Bain & Company Ελλάδος.