Παραμένει η αβεβαιότητα στην αγορά ενέργειας, αναφέρει, στην εβδομαδιαία ανάλυσή της η Alpha Bank, που σημειώνει, παράλληλα, ότι η πλειονότητα των παρεμβάσεων (77%), που γίενται, αντιστοιχεί σε μη στοχευμένα μέτρα (που ωφελούν οριζόντια όλα τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις ή τους χρήστες ενέργειας).
Για την Ελλάδα, δε, αναφέρεται, ότι πάνω από 6% του ΑΕΠ ήταν ο όγκος των μέτρων στήριξης, με βάση ανάλυση του ΟΟΣΑ.
“Η ραγδαία αύξηση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, εξαιτίας κυρίως της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και των διαταραχών στην εφοδιαστική αλυσίδα από τις επιπτώσεις της πανδημίας, προκάλεσε αναταραχές στην ομαλή λειτουργία της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς. Από τα τέλη του 2021, παρατηρήθηκε μια αξιοσημείωτη αύξηση των τιμών, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ασία και τις ΗΠΑ, που κορυφώθηκε το 2022.
Αποτέλεσμα αυτών των ενεργειακών ανατιμήσεων ήταν η σημαντική συνεισφορά στην αύξηση του πληθωρισμού, με επιπτώσεις για το σύνολο της οικονομίας και τους πολίτες. Σήμερα, έχουν αποκλιμακωθεί οι τιμές της ενέργειας, όμως συνεχίζουν να βρίσκονται σε υψηλότερα επίπεδα από τα προπανδημικά, ενώ η μεταβλητότητα παραμένει, αναφέρει η εβδομαδιαία ανάλυση της Alpha Bank.
Η αξιολόγηση των προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, σε παγκόσμιο επίπεδο.
Όπως αναφέρει η Alpha Bank, “με στόχο την αντιμετώπιση των προκλήσεων από τις ενεργειακές ανατιμήσεις, οι κυβερνήσεις υλοποίησαν πλήθος παρεμβάσεων που στόχευαν στην ανακούφιση των πολιτών και των επιχειρήσεων. Όμως, εγείρονται διάφορα ερωτήματα, όπως το δημοσιονομικό κόστος των δράσεων, η επίτευξη του στόχου της εξοικονόμησης ενέργειας και η συμβολή των ενεργειακών αυξήσεων στην επιδείνωση του πληθωρισμού.
Αναμφίβολα, τα τελευταία έτη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά βίωσαν μια πρωτοφανή κρίση, με το διαθέσιμο εισόδημά τους να συρρικνώνεται. Οι κυβερνήσεις, παγκοσμίως, σχεδίασαν και υλοποίησαν μέτρα, στοχευμένα και μη στοχευμένα. Τα πρώτα αφορούν δράσεις για την απευθείας μείωση της τιμής της ενέργειας, ενώ η δεύτερη κατηγορία αφορά σε μέτρα ενίσχυσης του εισοδήματος, με στόχο την τόνωση της αγοραστικής δυνατότητας των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, καθώς και μέτρα που εφαρμόστηκαν για το σύνολο του πληθυσμού ή υποομάδες αυτού” σημειώνει το τμήμα αναλύσεων της τράπεζας και συμπληρώνει:
“Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το δημοσιονομικό κόστος από τις παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των συνεπειών στις τιμές της ενέργειας σε 41 κράτη- μέλη του εκτιμάται στα 803 δισ. δολάρια για το διάστημα 2022-2023 (Aiming Better: Government support for households and firms during the energy crisis, OECD, Ιούνιος 2023). Αξίζει να σημειωθεί, όμως, ότι η πλειονότητα των παρεμβάσεων (77%) αντιστοιχεί σε μη στοχευμένα μέτρα (που ωφελούν οριζόντια όλα τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις ή τους χρήστες ενέργειας), αφού οι ιθύνοντες χάραξης πολιτικής αντέδρασαν άμεσα και υλοποίησαν πολιτικές που στόχευαν στην προστασία των νοικοκυριών και στη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.”
Σύμφωνα με την Alpha Bank, “το κόστος των δημοσιονομικών παρεμβάσεων διαφέρει μεταξύ των κρατών, με τις ευρωπαϊκές χώρες να παρουσιάζουν την υψηλότερη δαπάνη, ως απόρροια των γεωπολιτικών διαταραχών και της υψηλότερης εξάρτησης από την εισαγωγή ενέργειας και ιδίως φυσικού αερίου. Χαρακτηριστικά, οι χώρες με υψηλή ενεργειακή εξάρτηση από τις εισαγωγές (π.χ. Λιθουανία, Ελλάδα, Ιταλία) αποτέλεσαν τις χώρες με την υψηλότερη δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ.”
“Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν ανάγκασαν τις χώρες να αναζητήσουν εναλλακτικούς προμηθευτές ενέργειας για να διασφαλίσουν την ενεργειακή τους ασφάλεια. Βέβαια, οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά στον ενεργειακό κλάδο, στοχεύοντας στην ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια. Εξίσου σημαντική ήταν και η παρατεταμένη πολιτική μηδενικής ανοχής στον COVID-19 που εφαρμόστηκε στην Κίνα, η οποία οδήγησε σε μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και έδωσε τη δυνατότητα να αναπληρώσουν τις μειωμένες εισαγόμενες ποσότητες από την Ρωσία. Επίσης, τα κράτη με γεωγραφική εγγύτητα στην Ρωσία (Ρουμανία, Σλοβακία, Πολωνία) συνεχίζουν να υλοποιούν δράσεις για την ανακούφιση των πολιτών και των επιχειρήσεων, ενώ αναζητούν εναλλακτικές πηγές παροχής ενέργειας.
Όμως, εκτός από τις παρεμβάσεις που εφαρμόστηκαν για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και το δημοσιονομικό τους κόστος, ζητούμενο ήταν και η εξοικονόμηση ενέργειας. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, το ύψος των επιδοτήσεων ήταν άμεσα συνδεδεμένο με τα ποσοστά εξοικονόμησης. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Report on the review of emergency intervention to address high energy prices, Ιούνιος 2023), τα κράτη μέλη εφάρμοσαν δράσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας, μειώνοντας τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από 0,5% έως 15%. Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί η ταχύτερη ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ώστε να προστατευτούν οι ευρωπαίοι πολίτες από ενεργειακές κρίσεις και να επιτευχθεί ο στόχος της ενεργειακής μετάβασης.
Τέλος, οι ανατιμήσεις στην ενέργεια είχαν σημαντική συμβολή στη γενική αύξηση του πληθωρισμού. Τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα ήταν πιο ευάλωτα στις πληθωριστικές πιέσεις, αφού τείνουν να ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για ηλεκτρική ενέργεια και θέρμανση. Τα προγράμματα στήριξης που εφαρμόστηκαν από τα κράτη είχαν ως αποτέλεσμα να ανακουφίσουν τους πολίτες από τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Συνοψίζοντας, οι κυβερνήσεις έδρασαν ταχύτατα για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Το δημοσιονομικό κόστος διαφέρει μεταξύ των κρατών, ενώ η εξοικονόμηση ενέργειας και οι επενδύσεις για πράσινη μετάβαση θα διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο στον ενεργειακό μετασχηματισμό” αναφέρει η Alpha Bank.