Η ανοδική πορεία των τιμών της ενέργειας, η οποία ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2021 και εντάθηκε περαιτέρω μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, έχει ασκήσει πίεση, μεταξύ άλλων, στον εξωτερικό τομέα των ευρωπαϊκών οικονομιών, σύμφωνα με έκθεση της Alpha Bank.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) της Ελλάδας διαμορφώθηκε, το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σε Ευρώ 6,4 δισ., έναντι ελλείμματος Ευρώ 2,6 δισ., το ίδιο διάστημα του 2021. Η μεγάλη διεύρυνση του ΙΤΣ προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου κατά Ευρώ 3,8 δισ., η οποία με τη σειρά της ήταν αποτέλεσμα της ανόδου του ελλείμματος του ισοζυγίου καυσίμων κατά Ευρώ 1,8 δισ και του ισοζυγίου αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων κατά Ευρώ 1,9 δισ.
Οι εισαγωγές καυσίμων διπλασιάστηκαν σε αξία, ενώ οι εισαγωγές των λοιπών αγαθών εξαιρουμένων των καυσίμων και των πλοίων αυξήθηκαν κατά το 1/3.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το έλλειμμα που καταγράφηκε στο ΙΤΣ, στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2022, ήταν το υψηλότερο έλλειμμα πρώτου τριμήνου από το 2011, ενώ η αξία των εισαγωγών, τόσο των καυσίμων, όσο και των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων, ήταν η μεγαλύτερη που έχει σημειωθεί σε πρώτο τρίμηνο έτους από το 2002 (βάσει των διαθέσιμων στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος).
Οι δύο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι θα καθορίσουν την εξέλιξη του ισοζυγίου του εξωτερικού τομέα κατά το τρέχον και το επόμενο έτος είναι: (i) η εξέλιξη των τιμών της ενέργειας που προσώρας οδηγεί σε διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου καυσίμων, (ii) οι προσδοκώμενες επιδόσεις του τουριστικού τομέα και, συνδυαστικά, ο βαθμός στον οποίο το πλεονασματικό ισοζύγιο υπηρεσιών θα χρηματοδοτήσει το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.
Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Spring, Μάιος 2022), το ισοζύγιο του εξωτερικού τομέα της χώρας μας αναμένεται να παραμείνει έντονα ελλειμματικό κατά το τρέχον έτος, όσο περίπου και το 2021, ως ποσοστό του ΑΕΠ (6%, έναντι 5,9% το 2021). Το τελευταίο αναμένεται να προκύψει ως αποτέλεσμα πρωτίστως των πληθωριστικών πιέσεων στις τιμές της ενέργειας -καθώς η χώρα είναι καθαρός εισαγωγέας- αλλά και της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας που πιθανότατα να οδηγήσει σε αύξηση των εισαγόμενων καταναλωτικών και κεφαλαιουχικών αγαθών.
Το 2023, εκτιμάται ότι το ΙΤΣ θα διαμορφωθεί, αντίστοιχα, σε 4% του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, ο εξωτερικός τομέας της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να ανακάμψει σημαντικά, αν και το ΙΤΣ εκτιμάται ότι θα είναι περισσότερο ελλειμματικό στο τέλος του 2023, σε σύγκριση με το 2019 (Γράφημα 2). Αντίστοιχα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η άνοδος των τιμών της ενέργειας και των εμπορευμάτων προβλέπεται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση των καθαρών εισαγωγών καυσίμων, επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών και, κατά συνέπεια, σε σημαντική μείωση του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το 2022.
Όπως αναφέρει στην έκθεσή της η ΕΕ, η πορεία του ισοζυγίου αγαθών έχει συχνά στο παρελθόν καθορίσει την εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, εξαιτίας της εξάρτησης της ΕΕ-27 από τις εισαγωγές αγαθών.
Από την άλλη πλευρά, οι εισπράξεις υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα αντισταθμίσουν μερικώς τις αρνητικές επιπτώσεις του εμπορικού ισοζυγίου στις εξωτερικές συναλλαγές, το 2022, ενώ θα στηρίξουν την ανάκαμψή του, το 2023, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην ΕΕ-27. Η βελτίωση των συνθηκών στον εξωτερικό τομέα αναμένεται να είναι πιο έντονη σε χώρες με σημαντική συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ, όπως η Ελλάδα, καθώς η τάση των ταξιδιωτικών εισπράξεων προβλέπεται να συνεχίσει να είναι ανοδική, το 2022 και το 2023. Συγκεκριμένα, για τη χώρα μας, η ΕΕ εκτιμά ότι η σωρευτική άνοδος του ισοζυγίου υπηρεσιών, μεταξύ 2021 και 2023, θα ανέλθει σε 4,1 ποσοστιαίες μονάδες (ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε εθνικολογιστική βάση) και θα είναι η μεγαλύτερη σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ-27.
Για το λόγο αυτό και η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το 2023 σε σύγκριση με το 2021, αναμένεται να είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ-27, μετά την Εσθονία.
Πιο αναλυτικά, στο Γράφημα 2, απεικονίζεται η εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, από το 2010 μέχρι και το 2021, καθώς και οι εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για το τρέχον και το επόμενο έτος. Όπως παρατηρείται στο γράφημα, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το 2020, ήταν το υψηλότερο που έχει καταγραφεί από το 2012. Ειδικότερα, από το 2017 και μετά, παράλληλα με την άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας, του διαθεσίμου εισοδήματος και της δαπάνης για εισαγωγές, αυξήθηκε αξιοσημείωτα το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών, γεγονός που με τη σειρά του προήλθε από τις καλές επιδόσεις του τουρισμού αλλά και του κλάδου των μεταφορών, οδηγώντας σε συγκράτηση του ελλείμματος στο 1,5% του ΑΕΠ, το 2019.
Η επιδείνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ωστόσο, το 2020, σε 6,6% του ΑΕΠ ήταν απόρροια ενός εξωγενούς παράγοντα, δηλαδή της πανδημίας, η οποία επέφερε κατακόρυφη πτώση των εισπράξεων από τον τουρισμό και τις μεταφορές και τελικά συρρίκνωση του πλεονάσματος υπηρεσιών αλλά και πτώση των εισαγωγών και των εξαγωγών αγαθών, λόγω των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας και των διαταραχών στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
Το 2021, αν και το έλλειμμα του ΙΤΣ παρέμεινε στο ίδιο περίπου επίπεδο σε ονομαστικούς όρους (Ευρώ 10,8 δισ., έναντι Ευρώ 11 δισ., το 2020), οι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα ήταν διαφορετικοί. Πρώτον, το ισοζύγιο υπηρεσιών αυξήθηκε κατά 78% σε ετήσια βάση, με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις να έχουν σημειώσει αντίστοιχη αύξηση της τάξης του 143% και, δεύτερον, οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 36%, εξαιτίας αφενός της ανόδου της οικονομικής δραστηριότητας και των επενδύσεων και αφετέρου της ανόδου των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών.
Όπως παρατηρείται στο Γράφημα 3, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, από το δεύτερο εξάμηνο του 2021 και κυρίως από το φθινόπωρο και μετά, είχαν ως αποτέλεσμα την επιδείνωση του ισοζυγίου καυσίμων και τελικά του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Παρά τη σημαντική άνοδο και των εξαγωγών αγαθών, το 2021 (35%), το γεγονός ότι η αξία των εισαγωγών υπερβαίνει κατά πολύ την αξία των εξαγωγών οδήγησε σε επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου. Επιπλέον, η συμβολή των ισοζυγίων πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων, το 2021, ήταν θετική, εξαιτίας της εκταμίευσης της προχρηματοδότησης στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2021, Απρίλιος 2022).
Οι αναμενόμενες καλές επιδόσεις των υπηρεσιών, δηλαδή του τουρισμού και των μεταφορών, κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, η άνοδος των εξαγωγών αγαθών η οποία εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί, οι επιχορηγήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ταμείο Ανάκαμψης, Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027, ΕΣΠΑ 2021-2017 κ.λπ.), οι άμεσες ξένες επενδύσεις οι οποίες αναμένεται να κινητοποιηθούν από τη χρηματοδότηση που θα λάβει η Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά ταμεία και από τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και οι επιδράσεις βάσεις (base effects) που θα εξομαλύνουν την επίδραση του πληθωρισμού στον εξωτερικό τομέα, από το δεύτερο εξάμηνο του 2022, εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σταδιακά και στην αποκλιμάκωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.