Στη σύγχρονη εποχή το «παραμύθι» συνήθως δεν κλείνει με έναν γάμο «…και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα»… Στο σύγχρονο παραμύθι, πολλές φορές αντί για γάμο στο τέλος του, συναντούμε το… σύμφωνο συμβίωσης!
Τι είναι λοιπόν το σύμφωνο συμβίωσης, που ολοένα και πιο πολύ ακούγεται τελευταία; Το σύμφωνο συμβίωσης είναι αυτό που λέει και η ίδια η λέξη: συμφωνούν δύο άνθρωποι, ενήλικες, ανεξάρτητα από το φύλο τους, να συμβιώσουν! Το σύμφωνο καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η ισχύς της συμφωνίας αρχίζει από την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου στο ληξιαρχείο του τόπου κατοικίας τους, το οποίο καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο του Ληξιαρχείου.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να συντελεστεί η συμβολαιογραφική πράξη του συμφώνου συμβίωσης είναι να έχουν τα συμβαλλόμενα μέρη πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα.
Καθότι μάλιστα η ισχύς του συμφώνου συμβίωσης ισοδυναμεί εν πολλοίς με γάμο, συνεπάγεται το εξής: αν υπάρχει άλλος γάμος, δεν μπορεί να συναφθεί σύμφωνο συμβίωσης και αν κάτι τέτοιο συμβεί, τότε καθίσταται άκυρο το σύμφωνο. Επίσης, δεν επιτρέπεται σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ συγγενών εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριόριστα και εκ πλαγίου μέχρι και τον τέταρτο βαθμό, καθώς και μεταξύ συγγενών εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριόριστα. Τέλος δεν επιτρέπεται μεταξύ εκείνου που υιοθέτησε και αυτού που υιοθετήθηκε.
Στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων, εφαρμόζονται αναλογικώς οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα περί γάμου. Για αυτό όπως ειπώθηκε και ανωτέρω το σύμφωνο συμβίωσης έχει πολλά κοινά σημεία με το γάμο και εν πολλοίς… είναι σχεδόν το ίδιο!
Σύμφωνα με το άρθρο 7 του Ν. 4356/2015 , το σύμφωνο συμβίωσης λύεται στις εξής περιπτώσεις:
α) με συμφωνία των μερών, που γίνεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο,
β) με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, εφόσον έχει επιδοθεί προηγουμένως με δικαστικό επιμελητή με πρόσκληση για συναινετική λύση στο άλλο μέρος και έχουν παρέλθει τρεις (3) μήνες από την επίδοση και
γ) αυτοδικαίως, αν συναφθεί γάμος μεταξύ των μερών.
Όπως και η έναρξη της ισχύος του συμφώνου, έτσι και κατά τη λήξη, ξεκινά να ισχύει με την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου που περιέχει την από κοινού συμφωνία λύσης, ή την μονομερή δήλωση, στο Ληξιαρχείο.
Σημαντική διάταξη στο νόμο που διέπει τις σχέσεις περί συμφώνου συμβίωσης είναι η διάταξη που αναφέρεται στο κληρονομικό δικαίωμα. Για τους συντρόφους που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ισχύει το εξής: σε περίπτωση θανάτου του ενός, έχει το άλλο μέρος κληρονομικό δικαίωμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και όσα ορίζονται στις οικείες διατάξεις για τους συζύγους, εκτός αν ρητά παραιτηθούν στο συμφωνητικό από το δικαίωμα στη νόμιμη μοίρα. Και αυτή η διάταξη κρίνεται σημαντική, καθότι οι σύντροφοι που μπορεί να είναι μια ζωή μαζί, σε περίπτωση που δεν συνάψουν σύμφωνο ή δεν παντρευτούν και εφόσον δεν υπάρχει κάποια διαθήκη, ΔΕΝ έχουν κανένα δικαίωμα στην περιουσία του συντρόφου τους.
Όπως και στο γάμο, έτσι και στο σύμφωνο συμβίωσης, αν προκύψει κάποιο παιδί, τεκμαίρεται (μαχητά πάντα) ότι εφόσον γεννήθηκε στη διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης ή μέσα σε τριακόσιες (300) ημέρες από τη λύση ή την ακύρωση του Συμφώνου, ότι έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα κατάρτισε το Σύμφωνο.
Σχετικά με τη γονική μέριμνα, σε περίπτωση λύσεως του συμφώνου συμβίωσης, ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις περί γάμου και λύσεως του.
Το σύμφωνο συμβίωσης είναι μία σύμβαση και προϋποθέτει: συμφωνία, δύο μέρη, έναν συμβολαιογράφο. Ίσως να μην περιέχει το σκηνικό του γάμου, με τους δεκάδες καλεσμένους, τα κουφέτα και το γλέντι μέχρι πρωινές ώρες, όμως στο διά ταύτα… και στα βασικά χαρακτηριστικά όσον αφορά την επόμενη μέρα, έχει πολλά κοινά σημεία με το γάμο… καθότι ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις του αστικού κώδικα περί γάμου.
Στην αιτιολογική έκθεση μάλιστα του άλλοτε σχεδίου νόμου και μετέπειτα νόμου του Κράτους, περί συμφώνου συμβίωσης, αναφέρεται ο επιδιωκόμενος σκοπός του νομοθέτη:
«ισορροπία μεταξύ αφενός της ιδιωτικής αυτονομίας και αφετέρου της ανάγκης προστασίας των οικογενειακών σχέσεων, µε βάση τις αρχές της ισότητας και της αλληλεγγύης, δεδομένου ότι το σύμφωνο συμβίωσης αποτελεί µεν μια σύµβαση, δημιουργούνται ωστόσο οικογενειακές σχέσεις μεταξύ των μερών.»
Η Πολιτεία μάλιστα έχει την υποχρέωση να εγγυηθεί την ισότιμη αντιμετώπιση, με βάση την αρχή της ισότητας και την αρχή της ίσης αντιμετώπισης στη διαφορετικότητα, όσον αφορά το ομόφυλα ζευγάρια. Τα δικαιώματα αυτά εξάλλου προστατεύονται από το Σύνταγμα και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου.
Το γεγονός ότι πολλές σχέσεις – λόγω της διαφορετικότητας τους- ήταν νομικά στον αέρα, γεννούσε ζητήματα νομικής φύσεως, όπως πχ κληρονομικά ζητήματα, λόγω ανυπαρξίας νομικής αναγνώρισης, προβλήματα ασφάλισης και φορολογίας.
Μεγάλο ερωτηματικό γεννάται στην περίπτωση υιοθεσίας τέκνων, όπου εκεί το ζήτημα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο για την κοινωνία μας, όπως αυτή είναι δομημένη, καθότι εκεί δεν εναπόκειται στο νομοθέτη να ρυθμίσει τις σχέσεις και τη νομική φύσης μίας σχέσης δύο ανθρώπων, αλλά τριών ανθρώπων και δη ενός παιδιού, που θα κληθεί να μεγαλώσει σε μία συγκεκριμένη κοινωνία. Εκεί λοιπόν τα ζητήματα, ερωτήματα και προβληματισμοί είναι ακόμα μεγαλύτερα, για αυτό και χρειάζεται προσοχή!
Οι σχέσεις των ανθρώπων εξελίσσονται και προσαρμόζονται στις εκάστοτε εποχές. Ο νομοθέτης και η κοινωνία καλούνται ασθμένως να παρακολουθούν τις εξελίξεις και να προσαρμόζουν πολλές φορές τις πατροπαράδοτες διατάξεις και ρυθμίσεις, στις ανάγκες των σχέσεων, όπως αυτές ορίζονται και εξελίσσονται στη σύγχρονη κοινωνία. Εξάλλου και οι πατροπαράδοτες σήμερα ρυθμίσεις, κάποτε φάνταζαν τομή και επανάσταση!