Άρθρο του προέδρου του ΕΒΕΠ Βασίλη Κορκίδη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης συνήθως δεν προαναγγέλλεται, καθώς δημιουργεί ανησυχίες και αδράνεια, αλλά μόνο ανακοινώνεται ως απόφαση του πρωθυπουργού και μετά από σοβαρή αξιολόγηση, εάν θα πρέπει να γίνει κατά τη διάρκεια ή μετά μια κρίση. Ο πολιτικός ανασχηματισμός μπορεί να βοηθήσει την κυβέρνηση στον ανασχηματισμό της οικονομίας, αλλά δεν είναι ποτέ από μόνος του αρκετός. Η επίδρασή του εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ποιότητα των αλλαγών, η στρατηγική της κυβέρνησης και η γενικότερη οικονομική συγκυρία. Αν ο ανασχηματισμός φέρει ικανότερους και πιο εξειδικευμένους υπουργούς σε θέματα οικονομικής ανάπτυξης και δημοσιονομικής πολιτικής, μπορεί να υπάρξουν θετικές αλλαγές. Αν πάλι ο πρωθυπουργός επιλέξει κομματικά στελέχη με εμπειρία στην οικονομία, μπορεί να βελτιωθεί η διαχείριση κρίσιμων τομέων όπως οι επενδύσεις, η φορολογία, το ενεργειακό και η καθημερινότητα των επιχειρήσεων. Σε κάθε περίπτωση τα νέα πρόσωπα και οι μετακινήσεις υπουργών σε ένα κυβερνητικό σχήμα δεν εξασφαλίζουν πάντα την επιτυχία σε μια νέα πολιτική και οικονομική προσέγγιση.
Ο επαναπροσδιορισμός της οικονομικής πολιτικής προϋποθέτει νέα μέτρα στήριξης της ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεις, που μπορούν να βελτιώσουν το οικονομικό κλίμα. Άλλωστε η κυβέρνηση από το 2019 έχει αποδείξει πως το δυνατό της σημείο είναι η οικονομία. Βεβαίως ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός μπορεί να συνοδεύεται από βελτιώσεις οικονομικής στρατηγικής, που θα στείλει θετικά μηνύματα στις αγορές και στους επενδυτές. Ο επιτυχημένος ανασχηματισμός είναι αυτός που μπορεί να δείξει ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να διορθώσει λάθη και να ακολουθήσει μια πιο σταθερή οικονομική πορεία. Αν μάλιστα οι νέοι υπουργοί θεωρούνται πιο φιλικοί προς τις επενδύσεις, μπορεί να βελτιωθεί η εικόνα της χώρας διεθνώς. Βεβαίως, όλα αυτά προϋποθέτουν να μην είναι αρνητική η διεθνής οικονομική συγκυρία γιατί όταν υπάρχει ύφεση και ενεργειακή κρίση, τότε ακόμα και ένας καλοσχεδιασμένος ανασχηματισμός δεν μπορεί να αλλάξει δραστικά την πορεία της οικονομίας.
Οι εξωκοινοβουλευτικοί και οι τεχνοκράτες μπορούν να είναι χρήσιμοι σε έναν ανασχηματισμό, ειδικά σε κρίσιμες περιόδους όπου απαιτείται εξειδίκευση και διαχειριστική ικανότητα. Οι εξωκοινοβουλευτικοί δεν έχουν εσωκομματικές δεσμεύσεις, κάτι που τους επιτρέπει να λαμβάνουν αποφάσεις χωρίς πολιτικούς υπολογισμούς. Αυτό μπορεί να είναι θετικό αν χρειάζονται ριζικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και αρνητικό αν δυσαρεστήσουν το εκλογικό σώμα. Ωστόσο, η επιτυχία τους εξαρτάται από την ικανότητά τους να λειτουργήσουν μέσα στο πολιτικό περιβάλλον και να συνεργαστούν με τους εκλεγμένους υπουργούς και βουλευτές. Αν δεν υπάρχει σωστή ισορροπία, η παρουσία τους μπορεί να οδηγήσει σε εσωκομματικές τριβές και εντάσεις. Οι βουλευτές και τα κομματικά στελέχη συχνά βλέπουν με καχυποψία και δυσαρέσκεια την τοποθέτηση εξωκοινοβουλευτικών, καθώς θεωρούν ότι παρακάμπτονται τα εκλεγμένα στελέχη.
Ζητούμενο στον ανασχηματισμό είναι να τοποθετηθεί ο κατάλληλος πολιτικός στην κατάλληλη θέση για τη ταχύτερη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στα αρμόδια υπουργεία. Αν ένας υπουργός έχει καθυστερήσει κρίσιμες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων, αποκρατικοποιήσεις, αλλαγές στη φορολογία, τότε η αντικατάστασή του μπορεί να βελτιώσει και να επιταχύνει τη διαδικασία. Επίσης ένας ανασχηματισμός μπορεί να φέρει υπουργούς που δεν σχετίζονται, αλλά συνεργάζονται καλύτερα με επιχειρηματικούς και οικονομικούς φορείς. Αν ο ανασχηματισμός είναι επιφανειακός ή επικοινωνιακός τότε περισσότερο ζημιώνει αντί να βελτιώνει την εικόνα της κυβέρνησης. Αν πάλι ο ανασχηματισμός γίνεται μόνο για να αλλάξουν πρόσωπα, χωρίς αλλαγή πολιτικής γραμμής, τότε δεν έχει πραγματικό αντίκτυπο στην οικονομία. Αν μάλιστα οι νέοι υπουργοί δεν έχουν σαφή στρατηγική και εμπειρία, τότε θα τους πάρει χρόνο να εξοικειωθούν και η οικονομική πολιτική δεν θα βελτιωθεί.
Οι συνεχείς αλλαγές σε θέσεις-κλειδιά όπως το Υπουργείο Οικονομικών, Ανάπτυξης και άλλα παραγωγικά υπουργεία μπορεί μάλιστα να δημιουργήσουν αβεβαιότητα στις αγορές και στους επενδυτές. Αν ο ανασχηματισμός προκαλέσει εσωκομματικές αντιδράσεις και πολιτική αστάθεια, μπορεί να αποδυναμώσει την κυβέρνηση και να επηρεάσει αρνητικά την οικονομική σταθερότητα. Επίσης όταν ένας νέος υπουργός θέλει να κάνει αλλαγές, αλλά δεν έχει την υποστήριξη της κυβέρνησης και της πλειοψηφίας στη Βουλή, τότε μπορεί να μην πετύχει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται. Ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός μπορεί να βοηθήσει μόνο αν συνοδεύεται από πραγματικές αλλαγές πολιτικής με τεχνοκράτες συνεργάτες και δοκιμασμένους υπουργούς, διαφορετικά η θετική επίδραση του θα είναι ελάχιστη έως και μηδενική. Η κοινή γνώμη συνήθως προτιμά κοινοβουλευτικούς στους υπουργικούς θώκους για την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης και εξωκοινοβουλευτικούς σε θέσεις Γενικών Γραμματέων και ειδικών συμβούλων. Σε κάθε περίπτωση, ο Πρωθυπουργός είναι αυτός που αποφασίζει, το πότε και ποιους, ενώ ίσως να πρέπει να ξεκινήσει το «rotation» από τους συμβούλους του στο Μαξίμου και μετά να προχωρήσει στις αλλαγές της υπουργικής σύνθεσης.
Ο ανασχηματισμός είναι σίγουρα ένα πολιτικό εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιήσει μια κυβέρνηση με διάφορους τρόπους, αλλά η αποτελεσματικότητά του εξαρτάται από το σωστό χρόνο, τις επιλογές, το πολιτικό πλαίσιο και την ανανέωση της εικόνας της κυβέρνησης, ώστε να δημιουργήσει τη πραγματική εκδοχή μιας «νέας αρχής». Είναι γεγονός πως όταν η κυβέρνηση δέχεται έντονη κριτική και αντιμετωπίζει μια κρίση, ένας ανασχηματισμός μπορεί βραχυπρόθεσμα να λειτουργήσει κατευναστικά, δείχνοντας έτσι ότι ο Πρωθυπουργός αναγνωρίζει τα προβλήματα και προχωρά σε γενναίες αλλαγές. Ένας ανασχηματισμός μπορεί επίσης να εξυπηρετήσει εσωκομματικές ισορροπίες, ενσωματώνοντας στη κυβέρνηση τους ικανούς δυσαρεστημένους της. Αντίστοιχα στην οικονομία ένας ανασχηματισμός μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, δυσλειτουργία και καθυστερήσεις. Επομένως, ένας ακόμα κυβερνητικός ανασχηματισμός μπορεί να βοηθήσει μέχρι ένα βαθμό, τη πολιτική και την οικονομία, αλλά δεν αποτελεί πανάκεια.