Αν και η πλειονότητα των ΜμΕ αναγνωρίζει την ανάγκη υιοθέτησης ψηφιακών εργαλείων και τεχνολογιών, όπως το cloud, η αυτοματοποίηση και τα big data, για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας τους, ωστόσο, αντιμετωπίζει εμπόδια στον δρόμο προς την ψηφιοποίηση.
Όπως σημειώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ), τα εμπόδια σχετίζονται με την περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και την έλλειψη εξειδικευμένων δεξιοτήτων. Παράλληλα, τα κίνητρα που παρέχονται μέσω ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων, κρίνονται ως μη επαρκή από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, απαιτώντας περαιτέρω ενίσχυση για την επιτάχυνση της ψηφιακής μετάβασης.
Ειδικά όσον αφορά την ψηφιακή μετάβαση – σύμφωνα με την έρευνα – για περισσότερες από 4 στις 5 επιχειρήσεις η ψηφιακή μετάβαση παραμένει μείζονος σημασίας για την εξασφάλιση του ανταγωνιστικού τους πλεονεκτήματος. Μάλιστα, οι μικρομεσαίες εταιρείες της χώρας, σύμφωνα με την έρευνα, εξακολουθούν να δηλώνουν ότι διαθέτουν – σε ικανοποιητικό βαθμό – την απαραίτητη τεχνογνωσία για συναφή θέματα.
Την παραπάνω εικόνα αποτυπώνει η έρευνα “Παλμός ελληνικής επιχειρηματικότητας” του ΕΒΕΑ σε συνεργασία με την Deloitte, η οποία διενεργείται σε τριμηνιαία βάση.
Ζητούν κίνητρα
Όσον αφορά την επάρκεια των υφιστάμενων κινήτρων για ψηφιακές επενδύσεις, η πλειονότητα των επιχειρήσεων και ιδίως των μικρότερων, παραμένουν – σύμφωνα με την έρευνα – όχι πολύ ικανοποιημένες. Πιο συγκεκριμένα, 8 στις 10 επιχειρήσεις με έως 3 και 4-10 εργαζομένους, δεν θεωρούν επαρκή τα κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, που σχετίζονται με τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις.
Στο πλαίσιο της έρευνας, οι εταιρείες κλήθηκαν να παραθέσουν τις προτάσεις τους για την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας, από τις οποίες προέκυψε, ως κύρια ανάγκη των ερωτηθέντων, η μείωση της γραφειοκρατίας, η σταθεροποίηση του φορολογικού πλαισίου, καθώς και η μείωση των εργοδοτικών/ ασφαλιστικών εισφορών και του κόστους χρηματοδότησης.
Επιπλέον, η θέσπιση επιπλέον εργαλείων χρηματοδότησης, η διευκόλυνση της πρόσβασης σε τραπεζικό δανεισμό με χαμηλό επιτόκιο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), καθώς και σε προγράμματα ανάπτυξης ΕΣΠΑ, η βελτίωση της διαδικασίας εκταμίευσης των διαφόρων κρατικών προγραμμάτων και ενισχύσεων και η δημιουργία σχημάτων και παροχή κινήτρων για κεφάλαια (όχι δανειοδότηση) υψηλού ρίσκου, αναδεικνύονται σε εξίσου καθοριστικούς παράγοντες για την απρόσκοπτη ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Περί επενδύσεων
Ειδικά όσον αφορά την επενδυτική δραστηριότητα, η έρευνα δείχνει ότι το 51% των επιχειρήσεων του δείγματος διαθέτει ή πρόκειται να αναπτύξει επενδυτικό πλάνο, ενώ περισσότερες από 1 στις 2 χαρακτηρίζουν το επενδυτικό τους πλάνο ως “σημαντικού” ή/και “πολύ μεγάλου συνολικού ύψους” σε σχέση με τον ετήσιο κύκλο εργασιών τους.
Ιδιαίτερα ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι περίπου 1 στις 2 επιχειρήσεις με λιγότερο από 10 άτομα προσωπικό δηλώνουν ότι διαθέτουν ή πρόκειται να αναπτύξουν επενδυτικό πλάνο. Το εν λόγω ποσοστό αγγίζει περίπου το 60% για τις επιχειρήσεις με προσωπικό 11-50 άτομα και περίπου το 80% για τις επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 50 ατόμων.
Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, είναι θετικό ότι περισσότερες επιχειρήσεις εξ όσων διαθέτουν ή πρόκειται να αναπτύξουν επενδυτικό πλάνο, πλέον, κάνουν ή πρόκειται να κάνουν επενδύσεις σημαντικού ή πολύ σημαντικού συνολικού ύψους σε σχέση με τον κύκλο εργασιών τους.
Ως προς την πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία, περισσότερες από 3 στις 5 επιχειρήσεις με 11-50 και 51-250 άτομα έχουν λάβει την τελευταία 5ετία χρηματοδότηση/ κρατική ενίσχυση για την υλοποίηση επενδύσεων, ενώ η πλειονότητα των υπόλοιπων επιχειρήσεων εξακολουθούν να χρειάζονται περισσότερη ενεργό υποστήριξη ως προς αυτό.
Είναι θετικό, ωστόσο, ότι σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, πλέον, λίγο περισσότερες επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν λάβει χρηματοδότηση/ κρατική ενίσχυση με τη μεγαλύτερη πρόοδο ως προς αυτό να εντοπίζεται στις επιχειρήσεις με 11-50 άτομα προσωπικό.