Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου εγκαινίασε απόψε την έκθεση «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» στην Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, υπογραμμίζοντας ότι στη σημερινή διεθνή συγκυρία, καθώς πληθαίνουν ανησυχητικά οι φωνές αμφισβήτησης της δημοκρατίας, αυτή η μεγάλη έκθεση δεν είναι απλώς συναρπαστική, αλλά και απολύτως απαραίτητη.
Αναφερόμενη στην έκθεση, η Πρόεδρος σημείωσε ότι φανερώνει το σθένος και την δημιουργική ευρηματικότητα, με την οποία οι Έλληνες καλλιτέχνες εναντιώθηκαν στην καταστολή, αλλά και την γενναιότητα και το κουράγιο που αντιτάχθηκαν στη φίμωση της καλλιτεχνικής έκφρασης, διαχειρίστηκαν το συλλογικό τραύμα που προκάλεσε στο κοινωνικό σώμα η επτάχρονη πολιτική και πνευματική καταδυνάστευση και χρησιμοποίησαν εύγλωττα την παραστατικότητα ως μέσο διαμαρτυρίας.
Παράλληλα, συνεχάρη θερμά τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Συραγώ Τσιάρα και τους άξιους συνεργάτες της για την ιδέα και την υλοποίηση του έξοχου αυτού πανοράματος, με το οποίο η Εθνική Πινακοθήκη συμμετέχει στους εορτασμούς για τα πενήντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση.
Ειδικότερα, κατά τον χαιρετισμό της, η κυρία Σακελλαροπούλου ανέφερε :
«Mε χαρά εγκαινιάζω την έκθεση «Δημοκρατία», με την οποία η Εθνική Πινακοθήκη συμμετέχει στους εορτασμούς για τα πενήντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση. Μια έκθεση που μας πηγαίνει μισόν αιώνα πίσω, στην εποχή των δημοκρατικών μεταβάσεων στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, όταν οι δικτατορίες στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα καταρρέουν. Ένας άνεμος αγαλλίασης, προσδοκιών και ελπίδας πνέει στην περιοχή, ένας απελευθερωτικός άνεμος που συνεγείρει τους λαούς. Και φυσικά η τέχνη, αντανάκλαση του πολιτικο-κοινωνικού περιβάλλοντος, συμπύκνωση του πνεύματος μιας εποχής και συνώνυμη της ελευθερίας, όπως τόσο ωραία έχει επισημάνει ο Χάινριχ Μπελ, παρακολουθεί, καταγράφει, κρίνει και παρεμβαίνει στα συγκλονιστικά συμβάντα εκείνου του καιρού. Ποτέ δεν μένει βουβή.
Αυτήν ακριβώς την πολιτική λειτουργία της τέχνης σε δύσκολους καιρούς διερευνά η σημερινή έκθεση. Συγκεντρώνοντας, σε συνεργασία με μεγάλα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, πολλά έργα από δεκάδες καλλιτέχνες των τριών αυτών χωρών, επιζητεί να παρακολουθήσει συγκριτικά την επίδραση της δικτατορίας στην τέχνη του ευρωπαϊκού νότου· να εξετάσει πώς αντιστάθηκαν στη χειραγώγηση οι εικαστικοί δημιουργοί, ποια μέσα επιστράτευσαν για να αρθρώσουν τη διαμαρτυρία τους, πώς κατάφεραν να κεντρίσουν την οπτική συνείδηση του κοινού, επιδιώκοντας την αφύπνιση της κοινωνικής και πολιτικής του συνείδησης.
Από την ελληνική καλλιτεχνική δημιουργία στην κοινή αυτή οδυνηρή εμπειρία, στην έκθεση περιλαμβάνονται έργα της Βάσως Κατράκη, του Τάσσου, του Σικελιώτη, του Ιωάννου, του Γαΐτη, του Ακριθάκη, του Μυταρά, των Νέων Ελλήνων Ρεαλιστών, του Λεβίδη, του Σκουλάκη, του Κοκκινίδη, της Καραβέλα, του Κανιάρη, του Αληθεινού, του Θόδωρου, του Καπράλου, της Καναγκίνη, της Κανακάκη, της Παπακωνσταντίνου, του Ψυχοπαίδη, για να αναφέρω ενδεικτικά μερικά από τα σπουδαία ονόματα που άφησαν διακριτό το ίχνος τους εκείνη τη μεταβατική εποχή. Φανερώνοντάς μας με πόσο σθένος και δημιουργική ευρηματικότητα οι Έλληνες καλλιτέχνες εναντιώθηκαν στην καταστολή. Και πώς, με γενναιότητα και κουράγιο, σε εποχές που κάθε εκδήλωση πολιτικής αντιπαράθεσης είχε κόστος, αναπροσάρμοσαν τους κώδικές τους, αντιτάχθηκαν στη φίμωση της καλλιτεχνικής έκφρασης, διαχειρίστηκαν το συλλογικό τραύμα που προκάλεσε στο κοινωνικό σώμα η επτάχρονη πολιτική και πνευματική καταδυνάστευση και χρησιμοποίησαν εύγλωττα την παραστατικότητα ως μέσο διαμαρτυρίας.
Θέλω να συγχαρώ θερμά τη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Συραγώ Τσιάρα και τους άξιους συνεργάτες της για την ιδέα και την υλοποίηση του έξοχου αυτού πανοράματος. Στη σημερινή διεθνή συγκυρία, καθώς πληθαίνουν ανησυχητικά οι φωνές αμφισβήτησης της δημοκρατίας, αυτή η μεγάλη έκθεση δεν είναι απλώς συναρπαστική, αλλά και απολύτως απαραίτητη»