Την τελευταία πενταετία οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει σημαντικά τη θέση τους και τα χρηματο-οικονομικά τους μεγέθη, με οδηγό την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Έχουν γυρίσει οριστικά σελίδα, επισήμανε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) και πρόεδρος του ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας Γκίκας Χαρδούβελης, μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση της ΕΕΤ.
Όπως ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Χαρδούβελης, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα έχουν συρρικνωθεί σημαντικά. Στο τέλος Δεκεμβρίου του 2023 ανέρχονταν σε 9,9 δισ. ευρώ, ένα ποσοστό 6,6% στο σύνολο του χαρτοφυλακίου των δανείων. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο στην Ευρώπη, που σήμερα είναι περίπου στο 1,8%. Όμως η πτώση υπήρξε εντυπωσιακή: Διότι τον Σεπτέμβριο του 2016 ήταν το ποσοστό των NPEs ήταν 49,1%, και σε απόλυτο μέγεθος 106 δισ. ευρώ είπε ο προεδρος της ΕΕΤ. Μάλιστα μέσα στο 2023, οι ελληνικές τράπεζες εμφάνισαν μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη παρατηρήθηκε αύξηση. Η τεράστια αυτή πτώση επιτεύχθηκε με οργανικές και μη-οργανικές μεθόδους. Τη σημαντικότερη συνεισφορά είχε το πρόγραμμα τιτλοποιήσεων «ΗΡΑΚΛΗΣ», που βασίστηκε στην αρωγή της Πολιτείας. Δηλαδή, στην παροχή εγγύησης από το ελληνικό Δημόσιο, τιμολογημένη με όρους αγοράς, και την αντίστοιχη καταβολή προμήθειας στο ελληνικό Δημόσιο από τις τράπεζες, πρόσθεσε.
Το πρόγραμμα τιτλοποιήσεων ξεκίνησε το 2019 και ακόμα συνεχίζεται. Η εγγύηση βασίστηκε σε αξιόπιστα business plans που αξιολογήθηκαν από διεθνείς αξιολογικούς οίκους. Σήμερα οι τράπεζες επιθυμούν ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της περιμέτρου του «ΗΡΑΚΛΗ» ώστε να καθαριστούν εντελώς όλοι οι ισολογισμοί σχετικά γρήγορα, είπε ο κ. Χαρδούβελης.
Όσο πιο γρήγορα συγκλίνουμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 1,8%, τόσο πιο γρήγορες και μεγαλύτερες θα είναι και οι αναβαθμίσεις των τραπεζών από τους αξιολογικούς οίκους, αλλά και οι συνεπαγόμενες αναβαθμίσεις της ίδιας της ελληνικής Πολιτείας. Με αποτέλεσμα την ταχύτερη μείωση των περιθωρίων με τα οποία δανείζεται η Πολιτεία και όλη η οικονομία.
Στο Πρόγραμμα ΗΡΑΚΛΗΣ, επισήμανε, υπάρχει ένας ενάρετος κύκλος μεταξύ τραπεζών και οικονομίας:
• Η Πολιτεία αυξάνει την περίμετρο του ΗΡΑΚΛΗ ΙΙΙ, και συγχρόνως απολαμβάνει περισσότερα έσοδα από την ίδια την εγγύηση, αλλά κυρίως απολαμβάνει μια οικονομία με ακόμα πιο σταθερό χρηματοοικονομικό σύστημα και χαμηλότερα επιτόκια, τα οποία με τη σειρά τους φέρνουν ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη.
• Η σταθερότητα και η ανάπτυξη φέρνουν ακόμα υψηλότερα έσοδα στην Πολιτεία, ενώ ισχυροποιούν ακόμα περισσότερο τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες.
Μιλώντας για αναβαθμίσεις, ήδη δύο συστημικές τράπεζες έχουν την επενδυτική βαθμίδα από δύο διαφορετικούς αξιολογικούς οίκους. Αναμένεται να ακολουθήσουν σύντομα και οι υπόλοιπες τράπεζες και μάλιστα από περισσότερους οίκους. Οι αξιολογήσεις αυτές δείχνουν ότι γυρίσαμε σελίδα και στα μάτια των διεθνών αξιολογητών, είπε ο κ. Χαρδούβελης.
Ότι γυρίσαμε σελίδα φαίνεται στα ξεκάθαρα στοιχεία των ισολογισμών, είπε ο προεδρος της ΕΕΤ αναφέροντας πέντε στοιχεία:
I. Πρώτον, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των κεφαλαίων κατηγορίας Ι (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio), που παρακολουθεί επισταμένως ο επόπτης, ο SSM, τον Δεκέμβριο του 2023 ήταν στο 15,5% σε ενοποιημένη βάση. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν περίπου στο ίδιο ύψος, 15,7%.
II. Δεύτερον, οι δείκτες ρευστότητας, που επίσης παρακολουθεί ο επόπτης, υπερβαίνουν κατά πολύ τα ελάχιστα απαιτούμενα. ‘Αλλωστε οι καταθέσεις των ιδιωτών βρίσκονται σε συνεχή ανοδική πορεία μετά το 2019. Έχουν αυξηθεί από 143 δισ. το 2019 σε 194 δισ. ευρώ σήμερα, δηλαδή κατά περίπου 50 δισ. ευρώ. Στο τέλος του 2023 ο λόγος δανείων προς καταθέσεις ήταν στο 67,2%, δηλαδή πολύ κάτω της μονάδας, γεγονός που καταδεικνύει την ύπαρξη πλεονάσματος σε καταθέσεις και άφθονη ρευστότητα.
III. Τρίτον, όλες οι τράπεζες έχουν εκδώσει επιπλέον ομόλογακαι έτσι έχουν ένα επιπλέον μαξιλάρι προστασίας των καταθετών, πέραν των κεφαλαίων κατηγορίας Ι και ΙΙ. Αυτό το δεύτερο μαξιλάρι είναι απαίτηση του δεύτερου και επίσης απαιτητικού επόπτη, του SRB. Τα ομόλογα αυτά δεν έχουν απολύτως κανένα άμεσο όφελος για τις τράπεζες, διότι οι τράπεζες, έχουν ρευστότητα που τους περισσεύει, δεν την χρειάζονται, ενώ τα ομόλογα τις επιβαρύνουν με δυσανάλογο κόστος. Δηλαδή εκδίδονται υποχρεωτικά μόνον και μόνον για προληπτικούς λόγους εποπτείας. Οι τράπεζες στην Ελλάδα και όλη την Ευρώπη υποχρεώνονται από τον επόπτη να απορροφούν αυτό το επιπλέον διαρκές υψηλό και αχρείαστο κόστος, που δεν φαίνεται εύκολα σε τρίτους, μόνον και μόνον για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και της οικονομίας, δηλαδή για το κοινό καλό. Γυρίσαμε σελίδα και σε αυτό το επιπλέον κόστος διότι οι αποδόσεις των ομολόγων αυτών έχουν μειωθεί από υψηλότερες του 8% το 2022 σε κάτω του 5% σήμερα.
IV. Τέταρτον, ένας αξιόπιστος δείκτης της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος είναι τα αποτελέσματα από τις πανευρωπαϊκές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, τα λεγόμενα stress tests, που διενεργεί ανά δύο έτη η ΕΚΤ, συγκεκριμένα ο SSM. Στα τελευταία τεστ του 2023, οι 4 ελληνικές συστημικές τράπεζες αναδείχτηκαν στην 5η, 12η, 13η, και 19η θέση ανάμεσα σε 109 συστημικές τράπεζες, γεγονός που κατατάσσει τη χώρα μας ως την 4η καλύτερη χώρα από πλευράς σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος στην ΕΕ-27 και την πρώτη στη Νότια Ευρώπη.
V. Mετά πολλά χρόνια συρρίκνωσης και αναδιάρθρωσης που κληροδότησε η δεκαετής κρίση, εδώ και δύο χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σταθεροποιηθεί και καταγράφουν ισχυρή θετική κερδοφορία, ενώ τα κέρδη μετά από φόρους έφτασαν τα 3,6 δισ. ευρώ.
Ως ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων τα καθαρά κέρδη ήταν στο 12%, ένα ποσοστό πολύ υψηλότερο του μέσου όρου στην Ευρώπη.
Έτσι, φέτος, μετά από 16 χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες θα διανείμουν ξανά μέρισμα στους μετόχους τους, όπως κάνουν όλες οι ώριμες και υγιείς επιχειρήσεις. Η πράξη αυτή σηματοδοτεί την απόλυτη επάνοδο του εγχώριου τραπεζικού συστήματος στην κανονικότητα.
Ο προεδρος της ΕΕΤ αναφέρθηκε εκτενώς και στο ζήτημα που τίθεται από πολλούς αναλυτές, δημοσιογράφους, και επενδυτές και είναι το ερώτημα αν η θετική αυτή πορεία των τραπεζών μπορεί να συνεχιστεί και στο μέλλον.
Ο κ. Χαρδούβελης απαντώντας εκτενώς στο ερώτημα αυτό είπε μεταξύ άλλων ότι οι επενδυτές βλέπουν τη μελλοντική πτώση των επιτοκίων και παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να αγοράζουν τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών.
Παρατηρούμε ότι οι τιμές των τραπεζικών μετοχών ανεβαίνουν, και οι δείκτες τιμών προς λογιστική αξία πλησιάζουν τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες. Το ενδιαφέρον αυτό των επενδυτών συνέβαλε στην επιτυχή προσπάθεια απoεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Θυμίζω τις περιπτώσεις πέρυσι της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank και της Alpha Bank, και φέτος της Τράπεζας Πειραιώς. Θυμίζω, επίσης, την είσοδο μιας μη συστημικής Τράπεζας, της Optima, στο Χρηματιστήριο αλλά και την προσπάθεια δημιουργίας ενός 5ου τραπεζικού πυλώνα μέσω της συγχώνευσης της Attica Bank με την Παγκρήτια Τράπεζα, που δρομολογείται εντός του 2024, πρόσθεσε.
Αναφορικά με το θετικό μέλλον των ελληνικών τραπεζών, ο κ. Χαρδούβελης είπε μεταξύ άλλων ότι, οι επενδυτές είναι αισιόδοξοι γιατί βλέπουν να μετασχηματίζονται γρήγορα και τις συγκρίνουν με αυτό που γίνεται στην Ευρώπη. Βλέπουν ότι επενδύουν σε νέες τεχνολογίες και ψηφιοποιούνται. Οι τράπεζες επενδύουν πάνω από 400 εκατ. ευρώ για τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους και οι επενδύσεις αυτές αυξάνονται κάθε χρόνο.
Η εκρηκτική άνοδος των πάσης φύσεως ηλεκτρονικών συναλλαγών στην Ελλάδα ξεκίνησε από την εποχή των capital controls, και σήμερα συνεχίζεται, ενώ το ψηφιακό ευρώ σε λίγα χρόνια αναμένεται να γίνει πραγματικότητα. Με στοιχεία του 2023 ένα 90% των τραπεζικών συναλλαγών γίνεται πλέον ηλεκτρονικά ή μέσω διάφορων εφαρμογών, με 3,7 εκατ. ενεργούς χρήστες κάθε μήνα, είπε ο κ. Χαρδούβελης.
Στο ερώτημα, λοιπόν, από πού θα έρθει η κερδοφορία μελλοντικά, όταν τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας αρχίσουν να μειώνονται, η προφανής απάντηση είναι από την αύξηση των εργασιών τους, κυρίως από το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο. Η μεγέθυνση αυτή είναι εφικτή σε μια οικονομία που συνεχίζει να αναπτύσσεται.
Η καθαρή ροή τραπεζικών πιστώσεων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ήταν θετική και το 2023, δηλαδή για έβδομο κατά σειρά έτος. Τα νέα δάνεια των επιχειρήσεων ήταν περισσότερα από τις αποπληρωμές των παλαιότερων δανείων που λήγουν. Και οι πιστώσεις αυτές κατευθύνθηκαν κυρίως στους τομείς της βιομηχανίας, της ενέργειας, του εμπορίου, και του τουρισμού. Ακόμα και στη λιανική τραπεζική, όπου οι καθαρές πιστώσεις δεν μπόρεσαν ακόμα να αντιστρέψουν την παλιά αρνητική τους πορεία, το 2023 είδαμε θετικό πρόσημο 3,8% στα καταναλωτικά δάνεια.
Βέβαια, η μεγάλη πρόκληση για τις τράπεζες και την οικονομία είναι η επέκταση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου προς τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, είπε ο κ. Χαρδούβελης.
Στην Ελλάδα οι πιο πολλές επιχειρήσεις είναι μικρές. Οι περισσότερες από αυτές, ιδιαίτερα οι πολύ μικρές, αδυνατούν να παρουσιάσουν business plans και να τεκμηριώσουν την μελλοντική τους κερδοφορία. Εκεί πρέπει να δοθεί έμφαση, τόσο από τις τράπεζες όσο και από την Πολιτεία. Και οι επόπτες ίσως θα πρέπει να μαλακώσουν λίγο, διότι πολλές φορές οι τράπεζες θέλουν να δανείσουν αλλά δεν τους επιτρέπουν οι επόπτες, είτε άμεσα είτε έμεσα με την υπέρογκη γραφειοκρατία που επιβάλλουν και που δεν μπορούν να αντέξουν οι μικρές επιχειρήσεις, είπε ο κ. Χαρδουβελης.
Όλα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια πρέπει να μας δημιουργούν ένα αίσθημα ασφάλειας διότι ισχυρές τράπεζες συνεπάγονται ισχυρή οικονομία, καθώς και αντιστρόφως, ισχυρή οικονομία συνεπάγεται ισχυρές τράπεζες. Στην Ελλάδα, έχουμε και τα δύο, είπε ο κ. Χαρδούβελης και έκανε αναφορά στο ρόλο-κλειδί που έχουν στην οικονομία και στηρίζουν ενεργά το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Οι τράπεζες στηρίζουν την οικονομία και με άλλους τρόπους, είπε επίσης. Για παράδειγμα, είναι οι πρώτες επιχειρήσεις που ξεκίνησαν ήδη από το 2015 να ακολουθούν βέλτιστες πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης. Στη συνέχεια, θυμίζω ο νόμος του 2020 για την εταιρική διακυβέρνηση των εισηγμένων εταιρειών ακολούθησε το νομικό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης που διέπει τις τράπεζες.
Οι τράπεζες πρωτοστατούν και στην πράσινη μετάβαση, βοηθώντας τις επιχειρήσεις να ακολουθήσουν πολιτικές φιλικές προς το περιβάλλον, είπε ο προεδρος της ΕΕΤ.
Οι τράπεζες στέκονται δίπλα και στον Έλληνα πολίτη, στον δανειολήπτη.
Όπως είπε ο προεδρος της ΕΕΤ την τετραετία 2020-2024 οι ελληνικές Τράπεζες ρύθμισαν εκουσίως, σε συνεννόηση με τους πελάτες τους, πάνω από 37.000 δάνεια ιδιωτών και επιχειρήσεων συνολικού ύψους δανείων 2,4 δισ. ευρώ. Σε αρκετές περιπτώσεις προχώρησαν όχι μόνον σε επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, αλλά και σε κούρεμα. Το μεσοσταθμικό αυτό κούρεμα ήταν 22%.
Στα 4 χρόνια εφαρμογής του εξωδικαστικού μηχανισμού, υπήρξε επιτυχής ρύθμιση τραπεζικών δανειακών συμβάσεων ύψους 1,5 δισ., με τη χρήση ηλεκτρονικής πλατφόρμας κυριότητας του Δημοσίου, που μάλιστα, όπως προανέφερα, χρηματοδοούν μέχρι σήμερα οι τράπεζες.
Επίσης, τα τελευταία δύο χρόνια οι τράπεζες δημιούργησαν σημαντικά αναχώματα στη σημαντική αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ. Αναφέρθηκε σε δύο περιπτώσεις.
• Πρώτον, σχεδίασαν το πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ ΙΙΙ για την επιδότηση του 50% της αύξησης του επιτοκίου των ενήμερων αλλά ευάλωτων δανειοληπτών.
• Δεύτερον, με ξεκάθαρα εντελώς δική τους πρωτοβουλία, από τον Μάρτιο του 2023 οι τράπεζες πάγωσαν τις επιπλέον αυξήσεις στα επιτόκια. Έτσι ευνοήθηκαν 442 χιλιάδες δανειακές συμβάσεις, συνολικού ποσού 19 δισ., ευρώ με όφελος για τους πολίτες που ξεπέρασε τα 250 εκατ. ευρώ.
Μεγάλο μέρος του ετήσιου προϋπολογισμού των τραπεζών αφιερώνεται σε δράσεις κοινωνικής ευθύνης.
Η προσφορά των τραπεζών είναι μεγάλη, αλλά παραμένει διακριτική, είπε επίσης. Δεν αναδεικνύεται επαρκώς, όπως συνηθίζεται να γίνεται από άλλους φορείς στη σημερινή μιντιακή εποχή. Στην κατεύθυνση αυτή, είναι σωστό και αποφασίσαμε να αναλάβουμε επικοινωνιακές πρωτοβουλίες που θα αναδείξουν τη σημαντική προσφορά μας στην κοινωνία, η οποία παραμένει σχετικά αφανής και άγνωστη.
Η Ελληνική Ένωση Τραπεζών σε 4 χρόνια θα συμπληρώσει 100 χρόνια λειτουργίας. Η αδιάλειπτη λειτουργία της οφείλεται στη βούληση των μελών να ενώσουν τις δυνάμεις τους για την κοινή θεσμική αντιμετώπιση ζητημάτων κοινού ενδιαφέροντος, αλλά και για να ενισχύσουν την προσφορά τους στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, είπε επίσης ο κ. Χαρδούβελης.