«Η συμμετοχή των γυναικών βρίσκεται στην ουσία των πολιτικών μας και θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας έτσι ώστε να υπάρξει ουσιαστική αναβάθμιση» υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε χαιρετισμό του στην εκδήλωση του Υπουργείου Εξωτερικών για την παρουσίαση του πρώτου Εθνικού Σχεδίου Δράσης της Ελλάδας «Γυναίκες, Ειρήνη και Ασφάλεια» για τα έτη 2023 έως 2028.
Όπως ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών, το σχέδιο δράσης αποτελεί προϊόν κοπιώδους προσπάθειας, η οποία έγινε με τον συντονισμό του Υπουργείου Εξωτερικών και της προεδρίας της κυβέρνησης και τη συμμετοχή όλων των συναρμόδιων υπουργείων, καθώς επίσης της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Συνηγόρου του Πολίτη.
«Αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη ότι η Ελλάδα, ακολουθώντας τις καλές διεθνείς πρακτικές και με το βλέμμα στο μέλλον, το μέλλον που διαγράφεται πρωτίστως μέσω της συμπερίληψης και της ουσιαστικής ισότητας, βρίσκεται στην αιχμή και την πρωτοπορία όλων των δράσεων που αποσκοπούν σε μία πιο δίκαιη κοινωνία» επεσήμανε.
Ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε στη δήλωση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ότι δεν μπορεί παρά οι γυναίκες να έχουν έναν πρωταρχικό ρόλο στο κομμάτι της ειρήνης και της ασφάλειας. «Αυτό νομίζω επιβεβαιώνεται καθημερινά, παρά τα όσα δραματικά συμβαίνουν γύρω μας, για να μας θυμίσουν ότι οι γυναίκες αποτελούν τα πρώτα και πιο σημαντικά θύματα σε κάθε περίπτωση διατάραξης της κοινωνικής ειρήνης. Το βλέπουμε στη Μέση Ανατολή, το βλέπουμε στην Ουκρανία, το Αφγανιστάν, το Σουδάν, όπου υπάρχουν βάσιμες καταγγελίες για σοβαρά εγκλήματα σε βάρος γυναικών. Και έρχεται κάθε στιγμή να μας θυμίσει το πόσο δύσκολη είναι η πορεία προς την πραγματική, ουσιαστική διασφάλιση έστω και των πιο στοιχειωδών δικαιωμάτων στην κοινωνία».
Ο κ. Γεραπετρίτης υπενθύμισε πως η ατζέντα του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ενέταξε την ειρήνη και την ασφάλεια των γυναικών στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης ως μια μεγάλη θεματική και κάλεσε τα κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να ενσωματώσουν πολιτικές με αυτό το στόχο.
Η Ελλάδα, όπως τόνισε, ενέταξε ως βασική θεματική στην υποψηφιότητά της, ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το 2025 και 2026, ακριβώς τη θεματική αυτή, «Γυναίκες, Ειρήνη και Ασφάλεια». «Θεωρώντας ότι όχι μόνο αποτελεί μια στοιχειώδη επιταγή του Διεθνούς Δικαίου, ιδίως του Δικαίου το οποίο αφορά την προστασία των δικαιωμάτων, αλλά και επειδή αποτελεί μια αυτονόητη ανάγκη για την επίτευξη παγκόσμιας κοινωνικής συνοχής και πραγματικής ισότητας».
Παράλληλα, πρόσθεσε, η ελληνική πολιτεία στοχεύει με όλα τα μέσα τα οποία διαθέτει στην ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου των γυναικών στην κοινωνία σε όλα τα επίπεδα, της οικογένειας, της εργασίας, της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής συμμετοχής, «έτσι ώστε όχι μόνο να αποκατασταθεί μια διαχρονική αδικία αλλά παράλληλα να υπάρξει και ένας μοχλός πραγματικής ανάπτυξης». «Διότι χωρίς ουσιαστική ισότητα δεν είναι δυνατόν να υπάρξει πραγματική ανάπτυξη. Και κάθε ανάπτυξη, η οποία στηρίζεται σε στοιχεία τα οποία δεν έχουν ουσιαστική ισότητα είναι πάντοτε εξαιρετικά ευάλωτη διότι διαρρηγνύει τη βάση της κοινωνικής συνοχής που είναι η ισότητα».
Όπως ανέφερε, η προσπάθεια που γίνεται για την ενσωμάτωση εθνικών σχεδίων δράσης, ιδίως σε ό,τι αφορά στο κομμάτι της έμφυλης ισότητας, εδράζεται στα δύο μεγάλα σχέδια: στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων του 2021-25 και στο Εθνικό Σχέδιο που σήμερα παρουσιάζουμε: «Γυναίκες, Ειρήνη και Ασφάλεια.»
Δυστυχώς, πρόσθεσε, καθημερινά γεγονότα μας θυμίζουν ότι οι δείκτες μπορεί να δείχνουν μια βελτίωση, «αλλά στην πραγματικότητα απέχουμε ακόμη πολύ από το να έχουμε ένα αποτέλεσμα για το οποίο θα μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι». Επεσήμανε πως η ανεργία στην Ελλάδα μεταξύ των γυναικών έχει μειωθεί σημαντικά κατά 50% την τελευταία εξαετία, και αυτή όμως η μείωση υπολείπεται της μείωσης της ανεργίας μεταξύ των ανδρών. Ιδιαιτέρως δε ανησυχητικό είναι το δεδομένο ότι ακόμη παραμένει σε υψηλό επίπεδο η μερική απασχόληση των γυναικών, περίπου στο 28%.
«Οι συγκρούσεις, οι οποίες αναπτύσσονται διεθνώς και στην ευρύτερη δική μας περιφέρεια, είναι προφανές ότι ασκούν μια πολύ μεγάλη επίδραση σε ό,τι αφορά την υψηλή διακύβευση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών» ανέφερε. «Όχι μόνο επειδή οι γυναίκες και τα κορίτσια αποτελούν κατ’ εξοχήν θύματα πολέμων, συρράξεων ή ολοκληρωτικών καθεστώτων. Είναι, επιπλέον, εξαιτίας του γεγονότος ότι λόγω ακριβώς των έμμεσων αποτελεσμάτων των συρράξεων, όπως είναι για παράδειγμα η άνοδος των τιμών, πολλές χώρες εκτιμάται ότι μπορεί να περιορίσουν τους προϋπολογισμούς που αφορούν κοινωνικές παροχές. Και αυτές πλήττουν κατ’ εξοχήν τις γυναίκες».
Η ημέρα για τα Δικαιώματα των Γυναικών, η 8η Μαρτίου, «σηματοδοτεί την ανάγκη να αναδείξουμε στην καθημερινότητά μας μια μεγαλύτερη προσπάθεια, έτσι ώστε να υπάρξει ουσιαστική σύγκλιση» και ανέφερε το motto το οποίο υιοθετεί για τη σημερινή ημέρα ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών: «Επενδύστε στις γυναίκες, επιταχύνετε την πρόοδο». «Η ανάγκη για ουσιαστική παρουσία γυναικών καθίσταται ακόμα περισσότερο σημαντική, και θα καθίσταται στο μέλλον ακόμη πιο σημαντική. Σε έναν κόσμο, ο οποίος για αιώνες είχε δομηθεί πάνω στη λογική της ανδρικής κυριαρχίας, εκείνο το οποίο χρειάζεται έτσι ώστε να εδραιώσουμε την κοινωνική ειρήνη είναι η πιο ουσιαστική ισορροπία στη συμμετοχή των φύλων στη διαμόρφωση των αποφάσεων, ιδίως των αποφάσεων εκείνων που συνδέονται με την παγκόσμια ειρήνη και την παγκόσμια ευημερία» είπε.
Επεσήμανε πως στο Υπουργείο Εξωτερικών ιδρύθηκε το τμήμα ισότητας, με στόχο σύντομα να αναβαθμιστεί σε γραφείο ισότητας στην υπηρεσιακή γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, με ένα σημαντικό διπλό ρόλο: να διασφαλιστεί η ισότητα σε όλα τα επίπεδα εντός του Υπουργείου και να προαχθούν οι πολιτικές που αφορούν την έμφυλη ισότητα. «Πολύ σημαντικός ρόλος είναι, επίσης, η παρακολούθηση της εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου για τις Γυναίκες, την Ειρήνη και την Ασφάλεια. Και, βεβαίως, με την πάντοτε σημαντική φιλοδοξία να έχουμε πολύ μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων» ανέφερε. «Νομίζω, στο Υπουργείο Εξωτερικών τα έχουμε καταφέρει σχετικώς καλά. Απομένει να δούμε πόσο καλά θα τα πάμε και ως κοινωνία» κατέληξε.