Ξεκινάμε από το προφανές. Για όλους όσοι παρακολούθησαν την πορεία των ομάδων του, ήταν εύκολο να αντιληφθούν ότι ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν ο ορισμός του winner! Δεν άντεχε την ήττα ούτε σε αγώνα επίδειξης…
Η εξάρτησή του από το αποτέλεσμα ήταν άλλωστε αυτή που συνέβαλλε καθοριστικά για να τον μετατρέψει σε αναλυτή της λεπτομέρειας, επομένως και σε ακόμη καλύτερο προπονητή.
Η εύκολη ανάγνωση λέει πως εάν δεν είχε σούπερ παικταράδες, όπως ο Γκάλης και ο Γιαννάκης, δεν θα γινόταν ποτέ κυρίαρχος των πάγκων. Ως προσέγγιση μοιάζει καταρχάς να έχει βάση, καθώς οι συγκεκριμένοι είναι από τους καλύτερους που γνώρισε ποτέ το μπάσκετ στην Ελλάδα.
Την ίδια ώρα όμως είναι αμέτρητοι και οι προπονητές όλων των ομαδικών αθλημάτων οι οποίοι ενώ διέθεταν ομάδες γεμάτες με σούπερ σταρ, απέτυχαν παταγωδώς.
Πολύ απλά διότι την ικανότητα διαχείρισής τους λίγοι έχουν. Ο Γιάννης Ιωαννίδης ακουγόταν στη διάρκεια των τάϊμ άουτ να βρίζει θεούς και δαίμονες! Όταν όμως οι περιστάσεις το απαιτούσαν, έβγαινε πάντοτε μπροστά προκειμένου να υπερασπιστεί τους παίκτες του. Πίστευε στην ομάδα και την υπηρετούσε χίλια τα εκατό.
Οι δυνατές προσωπικότητες ξεχωρίζουν πάντοτε στον αθλητισμό, σαν το Γιάννη πάντως δύσκολα βρίσκεις στις μέρες μας. Διότι δεν έκανε ποτέ αυτό που “ήθελαν” τα ΜΜΕ, η “απαιτούσε” η επικοινωνία. Λειτουργούσε στη λογική: “Αυτός είμαι, σε όποιον αρέσω”. Και άρεσε, πολύ…
Η προσωπικότητά του ήταν καθοριστική ώστε να αλλάξει τροχιά ένα ολόκληρο άθλημα. Αυτός έφτιαξε το δίδυμο στον Άρη: “Γκάλης-Γιαννάκης”, που αποτέλεσε τη βάση του θριάμβου της Εθνικής ομάδας το 1987.
Όταν “κατέβηκε Αθήνα”, ήταν αυτός και πάλι, που κατάφερε να αναβιώσει την “αιώνια” κόντρα Ολυμπιακού- Παναθηναϊκού. Έδωσε λόγω ύπαρξης στα ντέρμπι “αιωνίων”, προσφέροντας μία άτυπη ρεβάνς στην Αθήνα, που έως τότε μειονεκτούσε μπροστά στη λάμψη του Άρη, που για τους ευρωπαϊκούς αγώνες του σταματούσε να…λειτουργεί κάθε Πέμπτη βράδυ η Ελλάδα!
Τακτικά, άλλαξε τη φιλοσοφία στην άμυνα, η οποία έγινε το πιο μεγάλο όπλο των ομάδων του, ισχυροποιώντας ταυτόχρονα και τις επιθέσεις τους.
Ο “ξανθός” είχε άποψη για όλα! Συμφωνούσες, διαφωνούσες, θα τον άκουγες. Πολύ απλά διότι τη συνόδευε με καμία…εικοσαριά επιχειρήματα! Ήταν μαγικός να τον ακούς, διότι ο λόγος του είχε εκπληκτική ροή.
Σταματούσε μάλιστα σε κάποια σημεία για να σε…μαλώσει: “Δεν μιλάς όμως, μόνο ακούς!”. Σου την έλεγε κιόλας…
Τα λίγα μέλη του στενού του κύκλου γνώριζαν πως είχαν να κάνουν με ένα μικρό παιδί! Μη το στεναχωρήσεις λοιπόν για να μη φωνάζει. Τόσο απλό. Έφυγε νωρίς από τους πάγκους, μόλις στα 60, διότι δεν ήθελε να αφήσει μία εικόνα που δεν θα του άξιζε.
Ο κόουτς δεν ήταν απλά ένα καλός προπονητής. Είχε ψυχή, προσωπικότητα, ήταν δίκαιος και προφανώς είχε και αυτός ελαττώματα. Όπως όλοι οι σπουδαίοι. Μόνο που ο “ξανθός” υπήρξε κάτι ακόμη πιο μεγάλο. Έφτασε οριακά να μοιάζει με τον…ιδρυτή του μπάσκετ μίας χώρας…