Στην προηγούμενη κυβερνητική θητεία, ήταν περίπου δεδομένο ότι η ομιλία του πρωθυπουργού στην ΔΕΘ θα είχε στον πυρήνα της την οικονομία. Παρά τις δυσκολίες –πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία, έκρηξη πληθωρισμού- η οικονομία ήταν αυτή που αποτελούσε το προνομιακό πεδίο. Η ευθύνη για τα «κακά» μπορούσε να αποδοθεί σε εξωγενείς παράγοντες ενώ η δημοσιονομική ελευθερία επέτρεπε την εξαγγελία δεκάδων μέτρων στήριξης με στόχο να φτιάξει το κλίμα στην κοινωνία.
Τα φετινά εγκαίνια δεν θα είναι σαν τα προηγούμενα. Πρώτον διότι τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων και μηνών ανέδειξαν πολλά άλλα σοβαρά προβλήματα. Το θέμα της ασφάλειας, το θέμα της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού (από το τρένο, στην ανατίναξη πυρομαχικών και μετά στην ελεύθερη κυκλοφορία των χούλιγκανς στην ελληνική επικράτεια) βρίσκεται ασφαλώς σε μια από τις κορυφαίες θέσεις αλλά δεν είναι το μόνο.
Και δεύτερον διότι πλέον δεν υπάρχουν πλέον τα δημοσιονομικά περιθώρια για γενναίες παροχές. Πόσο μάλλον όταν έχουν περάσει μόνο μερικές εβδομάδες από την κατάθεση του συμπληρωματικού προϋπολογισμού ύψους 700 εκατ. ευρώ για το 2023 αλλά και του «πακέτου» ύψους 1,2 δις. ευρώ για το 2024.
Ακόμη και το βασικό προεκλογικό σύνθημα της κυβέρνησης –αυτό της αύξησης των μισθών- δύσκολα θα κυριαρχήσει καθώς η ομιλία της ΔΕΘ θα γίνει εν μέσω νέων ανατιμήσεων στα τρόφιμα με τα νοικοκυριά να είναι ήδη στα… κάγκελα εξαιτίας των λογαριασμών του supermarket.
Εξαγγελίες για την αναδιάρθρωση του κράτους στους κρίσιμους τομείς της παιδείας, της υγείας και της ασφάλειας; «χτύπημα» στην κερδοσκοπία και στην φοροδιαφυγή; Μένουν λιγότερες από 25 ημέρες και το επιτελείο του πρωθυπουργού θα πρέπει να κάνει τις τελικές επιλογές. Προφανώς και θα ακουστεί η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας πόσο μάλλον αν μέχρι τότε την έχουμε ήδη κατακτήσει και από έναν «αναγνωρισμένο» οίκο αξιολόγησης. Δεν θα μπορεί όμως φέτος να πέσει εκεί το βάρος…