Πάνω από 300 εκατ. ευρώ θα διαθέσει μέσα στις επόμενες εβδομάδες το υπουργείο Περιβάλλοντος σε επιδοτήσεις προκειμένου να εγκαταστήσουν τα νοικοκυριά ηλιακούς θερμοσίφωνες και φωτοβολταϊκά. Αν συνυπολογιστεί και η ίδια συμμετοχή των νοικοκυριών -διότι και τα δύο προγράμματα σε νοικοκυριά απευθύνονται- θα πρέπει να κινητοποιηθούν πόροι που θα προσεγγίζουν (αν όχι θα ξεπερνούν) ακόμη και το 1 δις. ευρώ.
Και εδώ τίθεται το μεγάλο ερώτημα: στην περίοδο της αύξησης των επιτοκίων όπου το κόστος χρηματοδότησης για τέτοιου είδους επενδύσεις μπορεί πλέον να υπολογίζεται ακόμη και διψήφιο ποσοστό, πώς ακριβώς θα χρηματοδοτηθεί η ίδια συμμετοχή; Ή που τα προγράμματα θα καλυφθούν από πολίτες που έχουν την οικονομική δυνατότητα -άρα θα μιλάμε για διεύρυνση των ανισοτήτων και μέσω των επιδοτήσεων- ή που δεν θα καλυφθούν.
Μια απλή ανάγνωση ενός δανειοδοτικού προγράμματος για χρηματοδότηση φωτοβολταϊκών, δείχνει ότι το επιτόκιο μπορεί πλέον να είναι συνδεδεμένο με το επιτόκιο της ΕΚΤ και να προσαυξάνεται ακόμη και με 8 μονάδες πέραν του ότι σε τέτοιου είδους δάνεια η εισφορά είναι 0,6%. Γενικότερα, στην αγορά, το επιτόκιο δανείων για τέτοιου είδους επενδύσεις κυμαίνεται πλέον από 8,75% έως και 11,5%. Άρα, ουσιαστικά, το επιτόκιο είναι αντίστοιχο με την απόδοση που μπορεί να εξασφαλίσει η επένδυση.
Μπαίνει λοιπόν το ερώτημα: θα επενδύσει κάποιος μερικές χιλιάδες ευρώ με δανεικά ώστε η απόδοση της επένδυσης να καλύπτει τους τόκους; Είναι ένα μεγάλο ερώτημα και στην πράξη θα φανεί το επόμενο διάστημα ότι τα φωτοβολταϊκά θα τοποθετηθούν σε σπίτια ανθρώπων που έχουν την απαιτούμενη ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν την επένδυση. Αυτή, θα μειώσουν την ρευστότητά τους η οποία τους αποδίδει ελάχιστα (σ.σ τα επιτόκια καταθέσεων είναι 1-2% σε καθαρή βάση) και θα χρηματοδοτήσουν μια επένδυση που μπορεί να αποδίδει και πάνω από 12% τον χρόνο αν συνυπολογιστούν και οι επιδοτήσεις.
Οι υπόλοιποι που δεν έχουν την ρευστότητα, θα πρέπει να το σκεφτούν πολύ καλά πριν προχωρήσουν…