Πολλαπλές προκλήσεις βιωσιμότητας αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς η ενεργειακή κρίση εκτινάσσει τα κόστη λειτουργίας, “μειώνει” τη ζήτηση καθώς “κουρεύει” το διαθέσιμο εισόδημαμ μειώνει τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων αλλά και υπονομεύει συνολικά τον στόχο για “πράσινη” αναβάθμιση υποδομών και λειτουργιών.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2022, που παρουσιάστηκε το βράδυ του Σαββάτου 4 Μαρτίου 2023, από την ΕΣΕΕ, ο κύκλος εργασιών του 83,6% των εμπορικών επιχειρήσεων έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις ανατιμήσεις στο κόστος ενέργειας.
Επίσης με βάση τα στοιχεία της έρευνας:
● Το 25% των εμπορικών επιχειρήσεων υπολογίζει ότι η αρνητική επίδραση του ενεργειακού κόστους στον κύκλο εργασιών τους θα κυμανθεί μεταξύ 21-30%.
● Λόγω του ενεργειακού κόστους, το 76,7% των επιχειρήσεων εξωθήθηκε να αυξήσει τις τιμές των προϊόντων τους.
● Το 30% των εμπορικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν αυξήσεις της τάξης 31%-50% στους λογαριασμούς ρεύματος.
● Το 40% των εμπορικών επιχειρήσεων καλούνται να πληρώσουν αυξημένες τιμές (11% έως 20%) στους προμηθευτές τους.
● Οι κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εμπορικές επιχειρήσεις εν μέσω «πολυκρίσεων» είναι: α) οι οικονομικές υποχρεώσεις (42,8%), β) η διαχείριση των ανατιμήσεων (25%) και γ) η ρευστότητα (23,6%).
● Η «ενεργειακή κρίση» επιβραδύνει την επιστροφή της αγοράς στα προ-COVID-19 επίπεδα της, καθώς 4 στις 10 εμπορικές επιχειρήσεις εκτιμούν ότι θα χρειαστούν περισσότερα από δυο χρόνια για την ουσιαστική επιστροφή της αγοράς στα δεδομένα του 2019.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης, όλα τα παραπάνω σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση ενδέχεται να μετατρέψει, μεσοπρόθεσμα, τις εμπορικές επιχειρήσεις σε «παθητικούς αποδέκτες» των mega-trends καθώς μόλις το 1,8% θεωρεί ως βασική πρόκληση το κόστος του «ψηφιακού μετασχηματισμού» και μόλις το 0,3% το κόστος της «πράσινης μετάβασης».
Το στοιχείο αυτό, όπως αναφέρεται, τεκμηριώνει την ανάγκη υποστήριξης των εμπορικών επιχειρήσεων για έναν «δίκαιο» δίδυμο – ψηφιακό και πράσινο – μετασχηματισμό.
Ωστόσο η Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου για το 2022 επιβεβαιώνει ότι ο κλάδος του εμπορίου με κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 167 δισ. ευρώ, και στον οποίο δραστηριοποιούνται περισσότερες από 222.000 επιχειρήσεις, αποτελεί και τον μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής οικονομίας απασχολώντας 725.000 άτομα . Μάλιστα, η απασχόληση για το 2022 καταγράφει αύξηση κατά 3,5%, σε σχέση με το 2021 η οποία αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των μισθωτών (11,1%) με τις υπόλοιπες κατηγορίες να σημειώνουν υποχώρηση: «Εργοδότες» (-3,0%), «Αυτοαπασχολούμενοι» (-9,6%). Επίσης δυναμική ήταν και η αύξηση του (ΔΚΕ) στο λιανικό εμπόριο (12,3%) η οποία όμωςοφείλεται εν πολλοίς στον πληθωρισμό.
Αυτό όμως που συνάγεται από την αναλυτικότερη μελέτη των δεδομένων είναι ότι η όποια βελτίωση των μεγεθών του λιανικού εμπορίου δεν κατανέμεται ανάλογα μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου. Όπως προκύπτει από την πρωτογενή έρευνα του ΙΝΕΜΥ, οι μικρότερες επιχειρήσεις, που αποτελούν και την συντριπτική πλειονότητα των εμπορικών επιχειρήσεων, μπορεί μεν να επιδεικνύουν μια σημαντική ανθεκτικότητα ωστόσο επιχειρούν να αποφύγουν την «τριπλή παγίδα»: των μειωμένων πωλήσεων, του αυξημένου λειτουργικού κόστους και του εύθραυστου χρέους.