Οι πολλαπλές προκλήσεις που κύρια αφορούν τις ΜμΕ σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση ενδέχεται να μετατρέψει, μεσοπρόθεσμα, τις εμπορικές επιχειρήσεις σε «παθητικούς αποδέκτες» των mega-trends καθώς μόλις το 1,8% θεωρεί ως βασική πρόκληση το κόστος του «ψηφιακού μετασχηματισμού» και μόλις το 0,3% το κόστος της «πράσινης μετάβασης».
Το στοιχείο αυτό τεκμηριώνει την ανάγκη υποστήριξης των εμπορικών επιχειρήσεων για έναν «δίκαιο» δίδυμο – ψηφιακό και πράσινο – μετασχηματισμό.
Αυτό είναι ένα από τα βασικά σημεία της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου 2022, που παρουσιάστηκε χθες βράδυ 4 Μαρτίου 2023, από την ΕΣΕΕ. Όπως αναφέρθηκε αναδεικνύει το σημαντικό ρόλο του κλάδου στην ελληνική οικονομία, αποτυπώνοντας παράλληλα τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού στη βιωσιμότητα και τις προοπτικές των εμπορικών επιχειρήσεων.
Συγκεκριμένα η Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου για το 2022 επιβεβαιώνει ότι ο κλάδος του εμπορίου με κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 167 δισ. ευρώ, και στον οποίο δραστηριοποιούνται περισσότερες από 222.000 επιχειρήσεις, αποτελεί και τον μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής οικονομίας απασχολώντας725.000 άτομα . Μάλιστα, η απασχόληση για το 2022 καταγράφει αύξηση κατά 3,5%, σε σχέση με το 2021 η οποία αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των μισθωτών (11,1%) με τις υπόλοιπες κατηγορίες να σημειώνουν υποχώρηση: «Εργοδότες» (-3,0%), «Αυτοαπασχολούμενοι» (-9,6%). Επίσης δυναμική ήταν και η αύξηση του (ΔΚΕ) στο λιανικό εμπόριο (12,3%) η οποία όμωςοφείλεται εν πολλοίς στον πληθωρισμό.
Αυτό όμως που συνάγεται από την αναλυτικότερη μελέτη των δεδομένων είναι ότι η όποια βελτίωση των μεγεθών του λιανικού εμπορίου δεν κατανέμεται ανάλογα μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου. Όπως προκύπτει από την πρωτογενή έρευνα του ΙΝΕΜΥ, οι μικρότερες επιχειρήσεις, που αποτελούν και την συντριπτική πλειονότητατων εμπορικών επιχειρήσεων, μπορεί μεν να επιδεικνύουν μια σημαντική ανθεκτικότητα ωστόσο επιχειρούν να αποφύγουν την «τριπλή παγίδα»: των μειωμένων πωλήσεων, του αυξημένου λειτουργικού κόστους και του εύθραυστου χρέους.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης, οικυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εμπορικές επιχειρήσεις είναι: α) οι οικονομικές υποχρεώσεις (42,8%), β) η διαχείριση των ανατιμήσεων (25%) και γ) η ρευστότητα (23,6%).Η ενεργειακή κρίση επιδρά αρνητικά στη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων καθώς για το 83,6% των εμπορικών επιχειρήσεων ο κύκλος εργασιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις ανατιμήσεις στο κόστος ενέργειας ενώ το 30% των εμπορικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν αυξήσεις της τάξης 31%-50% στους λογαριασμούς ρεύματος.
Η τριπλή παγίδα σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση ενδέχεται να μετατρέψει, μεσοπρόθεσμα, τις εμπορικές επιχειρήσεις σε «παθητικούς αποδέκτες» των mega-trends καθώς μόλις το 1,8% θεωρεί ως βασική πρόκληση το κόστος του «ψηφιακού μετασχηματισμού» και μόλις το 0,3% το κόστος της «πράσινης μετάβασης». Το στοιχείο αυτό τεκμηριώνει την ανάγκη υποστήριξης των εμπορικών επιχειρήσεων για έναν «δίκαιο» δίδυμο – ψηφιακό και πράσινο – μετασχηματισμό.
Την επιστημονική παρουσίαση της ΕΕΕΕ – 2022 έκαναν οι :
Βάλια Αρανίτου, Επιστημονική Διευθύντρια, ΙΝΕΜΥ- ΕΣΕΕ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Δρ. Χαράλαμπος Αράχωβας, Οικονομολόγος – Συντονιστής Τμήματος Οικονομικής Ανάλυσης ΕΣΕΕ
Δρ. Μανόλης Μανιούδης, Οικονομικός αναλυτής ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ
Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Κλαδικών Μελετών ICAP-CRIF
Ο Πρόεδρος της ΕΣΕΕ κύριος Γιώργος Καρανίκας τόνισε:
«Τα αποτελέσματα της ΕΕΕΕ-2022 αναδεικνύουν για μια ακόμα φορά τον κεντρικό ρόλο του εμπορίου στην ελληνική οικονομία. Ξεχωριστή θέση συνεχίζουν να κατέχουν οι μικρές επιχειρήσεις οι οποίες παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις φαίνεται να αντέχουν. Χρειάζονται τη στήριξη της πολιτείας είτε μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων είτε μέσα από δημόσιες πολιτικές (τέλος επιτηδεύματος κλπ). Τα συμπεράσματα της Έκθεσης έρχονται επίσης να επιβεβαιώσουν τους βασικούς στόχους της Διοίκησης της ΕΣΕΕ που μέσα από την κεντρική δράση future of retailστοχεύει να φέρει σε επαφή όλο και μεγαλύτερο μέρος των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων με τον αναγκαίο ψηφιακό μετασχηματισμό».
Ακολούθησε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση επί των ευρημάτων της Έκθεσης στην οποία συμμετείχαν οι κκ Μιχάλης Αργυρού, Πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, Συντονιστής Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης, καιΘεόδωρος Πελαγίδης, Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Καθηγητής στο Τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς.
Ο κύριος Αργυρού υποστήριξε πως «το εμπόριο είναι ευέλικτος και ανθεκτικός κλάδος, παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις των συνεχών κρίσεων. Μια σειρά από ευνοϊκά στοιχεία μας κάνει αισιόδοξους για την πορεία της οικονομίας και του κλάδου και το 2023. Ωστόσο, ευθύνη κάθε κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση ενός σταθερού και προβλέψιμου οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος που θα διευκολύνει τα business plans, θα ενισχύει τις επενδύσεις, την απασχόληση».
Σύμφωνα με τον κύριο Κουτεντάκη «το εμπόριο καταγράφει θετικές επιδόσεις αλλά παρατηρούνται σημαντικές ενδο-κλαδικές και ενδο-επιχειρηματικές ανισότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι πολύ μικρές οι οποίες, παρά τις πιέσεις, παρουσιάζουν υψηλότερη παραγωγικότητα σε σχέση με τις μεγαλύτερες. Ο υψηλός πληθωρισμός μπορεί να ευνοεί κάποιες επιχειρήσεις και κάποιες άλλες όχι, αλλά σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να δούμε και την κοινωνική του διάσταση, ιδιαίτερα στις μεγάλες αυξήσεις των τιμών των τροφίμων που επηρεάζουν τη συνολική καταναλωτική δαπάνη».
Ο κύριος Πελαγίδης υπογράμμισε: «Η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται ιδιαίτερα ανθεκτική, γεγονός που μας έχει εκπλήξει θετικά και αυτό αποτυπώνεται και στο εμπόριο, του οποίου ο κύκλος εργασιών το 2022 αυξήθηκε κατά 20,1% σε σχέση με το 2021. Ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλός, εξαιτίας και της διεύρυνσης της μεσαίας τάξης στην Κίνα, η οποία αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση, εξέλιξη που μπορεί να αναδειχθεί σε ευκαιρία για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Ο κλάδος του λιανεμπορίου θα πρέπει να υιοθετήσει μια “omnichannel” προσέγγιση».