«Η αγορά είναι αυτή που θα υποδείξει ποιες ανάγκες υπάρχουν σχετικά με τις δεξιότητες εργαζόμενων. Ο ρόλος της κυβέρνησης είναι να διαχειριστεί τα κονδύλια της ΕΕ προκειμένου να δώσει τα χρήματα όσο το δυνατόν γρηγορότερα – κάτι το οποίο έχουμε αποδείξει ότι κάνουμε – και να έχει και το κατάλληλο πλαίσιο για να μπορέσουν να ανθίσουν οι επιχειρήσεις αλλά οι αγορά θα πει ποιες είναι οι ανάγκες των επιχειρήσεων και ενθαρρύνουμε τα επιμελητήρια και όλους τους φορείς να συνεργαστούν σε αυτό το σκοπό».
Αυτό σημείωσε ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης μιλώντας στο συνέδριο και σημείωσε ότι αν και η μεγαλύτερη πρόκληση για τη ανάπτυξη είναι οι επενδύσεις ωστόσο, για να έχουμε επενδύσεις, χρειάζεται να μην παρατηρείται το ανάποδο πρόβλημα, δηλαδή να έχουμε έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού.
Ο υπουργός ανέφερε ως παράδειγμα την Θεσσαλονίκη όπου παρατηρήθηκε σύντομα έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού προσωπικού και αντιμετωπίστηκε από δυο δεξαμενές. Από πολίτες που επέστρεψαν από το εξωτερικό και από στελέχη από όμορες βαλκανικές χώρες «αλλά εάν θέλουμε να αφαιρέσουμε ένα δυνητικό πρόβλημα, τα προγράμματα δεξιοτήτων είναι απόλυτα απαραίτητα».
Ο υπουργός απευθυνόμενος στην πρόεδρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου , στο ίδιο πάνελ συζήτησης, ζήτησε να αναλάβουν πιο δραστήριο ρόλο στο κομμάτι της εκπαιδευτικής κατάρτισης προκειμένου να λειτουργήσουν εκείνα τα προγράμματα που θα συναντηθούν οι εργαζόμενοι με τους εργοδότες. «Η κυβέρνηση είναι ο διαιτητής, η αγορά θα δείξει που θα πάνε τα λεφτά από τα προγράμματα της ΕΕ για να τα αξιοποιήσουμε σωστά θα έχουμε και νέους εργαζόμενους με δεξιότητες και γυναίκες με δεξιότητες και γενικά το εργατικό δυναμικό που πρέπει να έχουμε».
Ο κ. Γεωργιάδης ανέφερε ακόμη τα 4 τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν 400.000 νέες θέσεις εργασίας, και μάλιστα λίγο μεγαλύτερο ποσοστό αφορά στις γυναίκες, όπως σημείωσε ενώ πρόσθεσε «αν θέλουμε να πάμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο θα πρέπει να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των επιχειρήσεων».
0 γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop) Γιόργκεν Σίμπελ υπογράμμισε ότι η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη χαμηλά στους δείκτες αλλά υπενθύμισε ότι ο φορέας εδρεύει και στη Ελλάδα με προγράμματα σχεδιασμένα με ορίζοντα δεκαετίας.
Ανέφερε ότι η αγορά εργασίας συνεχώς εξελίσσεται, ότι υπάρχουν ανισορροπίες και αναντιστοιχίες και η επένδυση σε δεξιότητες είναι ζωτικής σημασίας ενώ πρόσθεσε ότι υπάρχουν και έξυπνοι τρόποι για να αξιοποιηθούν και να επεκταθούν οι υπάρχουσες δεξιότητες.
Ζήτησε από τους επιχειρηματίες να δίνουν χώρο στους εργαζόμενους για την εκπαίδευσή τους ενώ πρόσθεσε ότι ένα, άλλο, διαφορετικό κεφάλαιο εστίασης είναι οι επιχειρηματικές δεξιότητες για τη εκπαίδευση εκείνων που θα κάνουν την δίκη τους επιχείρηση. Στο μεταξύ, υπάρχει και η μεταβατική περίοδος που υπάρχει ζήτηση για συγκεκριμένες ειδικό πτήσεις που μπορεί στο μέλλον να μην υπάρχουν αλλά ωστόσο πρόκειται για θέσεις που πρέπει να καλυφθούν σήμερα.
Τέλος σημείωσε ότι χρειάζεται «συνεργασία και διακυβέρνηση για την βελτίωση των δεξιοτήτων».
Από την πλευρά της η πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου Κουνενάκη υπογράμμισε ότι το μεγαλύτερο επιμελητήριο της χώρας έχει αντιληφθεί ότι η διείσδυση της τεχνολογίας δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, αναφέρθηκε στα ευρήματα από ευρωπαϊκές και παγκόσμιες έρευνες για το πως φαίνεται να διαμορφώνεται η επιχειρηματικότητα και η εργασία στο μέλλον και σε αυτό το πλαίσιο σημείωσε ότι το ΕΒΕΑ, ήδη αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την διασύνδεση της αγοράς με τα πανεπιστήμια, για την στήριξη των νεοφυών επιχειρήσεων, ενώ ετοιμάζονται εκδηλώσεις και πρωτοβουλίες από κοινού με την ΔΥΠΑ σε προγράμματα εκπαίδευσης
Ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒ Δρ Γιώργος Ξηρογιάννης, αναφέρθηκε στα ευρήματα ερευνών του συνδέσμου από τα οποία προκύπτει ότι υπάρχουν ελλείψεις για τις δεξιότητες που ζητούν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα γύρω στις 12.000 θέσεις εργασίας. Όπως υπογράμμισε «αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να επανεφεύρουμε το κενό των ΤΕΙ και να το καλύψουμε γρήγορα».
Τρία είναι τα θέματα που επείγουν όπως είπε:
Να ξαναδούμε το κενό τεχνολογικής εκπαίδευσης
Οι καταρτίσεις, μέσα από δημόσια χρηματοδότηση να είναι πιο στενά συνδεδεμένες με τις ανάγκες των επιχειρήσεων και
Μεγαλύτερο άνοιγμα των ΑΕΙ στα επαγγέλματα του μέλλοντος.
«Ανταλλάσουμε πληροφορίες μεταξύ μας, σημείωσε, αλλά είναι εμφανές το πρόβλημα ότι πρέπει να δράσουμε πιο γρήγορα».