ΓΡΑΦΕΙ ο Κρίστιαν Μαυρής
Όταν τον Μάρτιο η Ιταλία επλήγη από το πρώτο, σφοδρό κύμα CoViD-19, η αρχική αντίδραση του κόσμου ήταν γενικότερα μεγάλης πειθαρχίας και θάρρους. Θυμόμαστε ξεκάθαρα τις όμορφες εικόνες των ανθρώπων που τραγουδούσαν στα μπαλκόνια, με τα πανό να λένε “andrà tutto bene, ne usciremo migliori” – “όλα θα πάνε καλά, θα βγούμε καλύτεροι”. Εννιά μήνες αργότερα ήρθε η ώρα να αναγνωρίσουμε πως… όχι μόνο δεν πήγαν όλα καλά, αλλά και το δεύτερο κύμα δεν μας βρήκε καλύτερους.
Οι ψυχολογικές επιπτώσεις ενός καθολικού lockdown στον άνθρωπο, είναι αναμφισβήτητα μεγάλες. Τον Απρίλιο είχα την ευκαιρία να μιλήσω με τον Διευθυντή του Ιατρικού Κέντρου Santagostino, o οποίος επιβεβαίωσε πως πράγματι θα πρέπει να περιμένουμε επιπτώσεις σε βάθος άμεσου, αλλά και μέσου χρονικού διαστήματος. Παραδόξως, ενώ ανησυχούμε για την αντίδραση των εφήβων στην απουσία κοινωνικών συναναστροφών, τα αληθινά προβλήματα είναι στις πλάτες όλων όσων έχουν ανθρώπινες και οικονομικές ευθύνες.
Επαγγελματίες (και) οικογενειάρχες έχουν σίγουρα την μερίδα του λέοντος στην μαύρη λίστα των ευάλωτων ομάδων αυτού του δύσκολου και «μαύρου» 2020. Σύμφωνα με μία έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο από την Agenzia Giornalistica Italia (AGI), μέχρι το τέλος του καλοκαιριού ήταν 71 οι αυτοκτονίες και 46 οι απόπειρες αυτοκτονίας που συνδέονται με την ψυχολογική επιδείνωση λόγω της πανδημίας και του lockdown. Το άγχος για το μέλλον, η διάβρωση της οικονομικής σταθερότητας, η υποχρεωτική απομόνωση και η ελαχιστοποίηση των κοινωνικών συναναστροφών σπρώχνουν τον εγκέφαλο σε σκοτεινές γωνίες. Εάν δεν υπάρξει έγκαιρη ψυχολογική υποστήριξη, η σκοτεινή γωνία γίνεται φαύλος κύκλος που μπορεί να οδηγήσει εντέλει προς τη βία, η οποία μπορεί να ξεσπάσει προς τους συνανθρώπους, αλλά και ως αυτοκτονία. Χαρακτηριστική ήταν αυτό το καλοκαίρι στην Σικελία η υπόθεση μιας νέας μάνας, η οποία βρέθηκε νεκρή μαζί με το παιδάκι της και για την οποία τα στοιχεία οδηγούν ως προς την παιδοκτονία και στην συνέχεια αυτοκτονία. Οι έρευνες έδειξαν πως η ίδια έπασχε από κατάθλιψη που επιδεινώθηκε δραματικά λόγω του lockdown.
Ύστερα από ένα καλοκαίρι με την επαναλειτουργία των καταστημάτων και ελάχιστους περιορισμούς, το δεύτερο κύμα δεν άργησε να έρθει – και κατ’ ακολουθία-, έτσι ήρθαν και τα νέα περιοριστικά μέτρα. Πολύ πιο ήπια και – σύμφωνα με Κυβερνητικές δηλώσεις των περασμένων εβδομάδων – πιο στοχευμένα σε τοπικό επίπεδο, με 21 παραμέτρους για την κατανομή του επιπέδου κρισιμότητας της εκάστοτε Περιφέρειας και Δήμου. Μάλιστα πολλοί είναι αυτοί που το βάφτισαν “ψευδές lockdown”, εφόσον υπάρχει μία βραδινή απαγόρευση της κυκλοφορίας και κλείσιμο πολλών καταστημάτων, αλλά ουσιαστικά οι έλεγχοι της Αστυνομίας φαίνονται να είναι αρκετά μειωμένοι σε σχέση με το πρώτο κύμα. Έτσι δίνεται η εντύπωση ότι η Κυβέρνηση ποντάρει στην πειθαρχία των πολιτών και όχι στην επέμβαση.
Κατά τη διάρκεια του πρώτο κύματος CoViD-19 και του καθολικού lockdown, το 60% των Ιταλών υποστήριζε τα μέτρα και την Κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Giuseppe Conte. Τους τελευταίους δύο μήνες και με την έξαρση του δεύτερου κύματος CoViD-19, ο Conte αντιμετωπίζει σφοδρές κριτικές για την αντιμετώπιση της κρίσης και η δημοτικότητά του έχει μειωθεί αισθητά, παρόλα τα ηπιότερα μέτρα. Τι άλλαξε; Είναι τελικά τόσο αχάριστοι οι Ιταλοί; Μάλλον όχι.
Ενώ ο κόσμος αξιοποίησε το καλοκαίρι για να αποδράσει από την “φυλακή” του πρώτου lockdown, η Κυβέρνηση ανακοίνωσε μια σειρά μέτρων που σκοπό είχαν τη διάσωση της τουριστικής περιόδου. Προφανώς, πολλοί ήταν αυτοί που δεν τήρησαν τα αποστασιοποιητικά μέτρα. Στην Σαρδηνία, ο Περιφερειάρχης Solinas αποφάσισε να αφήσει ανοιχτά disco και club, αγνοώντας την αντίθετη συμβουλή του Τεχνικού Επιτελείου της Κυβέρνησης. Αποτέλεσμα ήταν για μερικές εβδομάδες το πανέμορφο αυτό νησί να αποτελέσει το επίκεντρο των Ιταλικών κρουσμάτων.
Στο τέλος της καλοκαιρινής περιόδου, άρχισε να επικρατεί η αίσθηση πως η Κυβέρνηση και πολλές τοπικές αρχές δεν έπραξαν αρκετά, ώστε να αποφευχθεί ένα σφοδρό (και προφανώς αναμενόμενο) δεύτερο κύμα κορωνοϊού το επερχόμενο Φθινόπωρο και τον Χειμώνα.
Αν προσέξει κανείς τον χάρτη των κρουσμάτων, οι μεγάλες πόλεις – και ειδικά το Milano – είναι τώρα οι μεγάλοι ασθενείς της χώρας. Ανάμεσα στα αίτια της δεύτερης έξαρσης του ιού, σημαντικό πρόβλημα φαίνεται ότι δημιουργείται από τα μέσα μαζικής μεταφοράς (MMM). Ήδη ο Vittorio Colao, πρώην CEO της Vodafone και επικεφαλής της task force κατά του CoViD-19 κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος την περασμένη άνοιξη, είχε προαναγγείλει πως στα ΜΜΜ θα έπρεπε να αποστασιοποιηθούν οι επιβάτες μεταξύ τους. Μάλιστα είχε προτείνει να επιβληθούν αποστάσεις μεταξύ των επιβατών της τάξης του ενός μέτρου – κάτι προφανώς αδύνατο στην εφαρμογή του. Η αύξηση των δρομολογίων σημαίνει οικονομική επιβάρυνση για τους δήμους, οι οποίοι ταμειακά είναι εδώ και χρόνια σε δύσκολη κατάσταση. Έτσι λοιπόν τα μέσα παρουσιάζουν συχνά πυκνά εικόνες συνωστισμού σε επίπεδα προ-πανδημίας, ειδικά εν ώρα αιχμής.
Η πρώτη αντίδραση θα μπορούσε να είναι το γνωστό πατροπαράδοτο “το Κράτος δεν βοηθά”, αλλά μάλλον δεν είναι ακριβώς έτσι. Τέλη Ιουνίου η Ιταλική Κυβέρνηση έδωσε 300 εκ. ευρώ για την ενίσχυση των ΜΜΜ σε όλη την επικράτεια. Από αυτά, οι τοπικές αρχές και περιφέρειες χρησιμοποίησαν μόνο τα 120, αφήνοντας ουσιαστικά και αναξιοποίητους τεράστιους πόρους που μάλλον θα μπορούσαν αναμφισβήτητα να βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της εταιρείας zeelo.co.it, η οποία παρέχει ιδιωτικά λεωφορεία με ατομική αποστασιοποίηση, tracing, απολύμανση και έλεγχο της θερμοκρασίας των επιβατών. Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας δήλωσε ότι προσπάθησε να επικοινωνήσει με 735 δήμους, αλλά δεν έλαβε ποτέ απάντηση. Σημειωτέον, αυτή είναι η ίδια υπηρεσία που χρησιμοποιούν επιτυχώς Amazon και άλλες ιδιωτικές εταιρίες.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού επιβλήθηκε η τήρηση του ορίου του 80% της χωρητικότητας στα ΜΜΜ, αλλά σχεδόν αμέσως το μέτρο αυτό φάνηκε όχι μόνο δύσκολα εφαρμόσιμο εμπράκτως, αλλά και μη αρκετό. Και έτσι φτάσαμε στα τελευταία περιοριστικά μέτρα, που εισπράχθηκαν από τους πολίτες ως “χειρισμός της τελευταίας στιγμής”.
Αυτές οι κινήσεις και αποφάσεις, ανεξάρτητα από το ποιος πήρε την απόφαση, αναμφισβήτητα έβλαψαν την Κυβερνητική εικόνα. Έτσι λοιπόν, παρόλο που τα νούμερα της καμπύλης φαίνεται να δικαιώνουν τον Conte και την στρατηγική του, ο κόσμος γίνεται πιο δύσπιστος όσον αφορά τα περιοριστικά μέτρα, αλλά και αρνητικός όσον αφορά το μέλλον. Με το φετινό ΑΕΠ να κυμαίνεται στο -12%, ακούγεται πλέον όλο και πιο συχνά η απαισιόδοξη έκφραση “meglio morire di CoViD che di fame” – “καλύτερα να πεθάνει κανείς από CoViD παρά από την πείνα”.
Η αισιοδοξία είναι βάλσαμο για την ψυχή και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να υπάρξει αναγέννηση. Για αυτό η Ιταλία αλλά και οι Ιταλοί θα χρειαστούν μια μακροχρόνια θεραπεία για να συνέλθουν, πέρα από το πολυαναμενόμενο εμβόλιο, το οποίο δεν παύει να είναι απλά ένα φάρμακο.