«Ο Απρίλιος αναμένεται να είναι μήνας κορύφωσης των ανατιμήσεων στα τρόφιμα και απαιτούνται όλα τα όπλα αντιμετώπισης της ακραίας ακρίβειας, με χαρτογράφηση ποσοτήτων, παρακολούθηση τιμών, έλεγχο κέρδους, άμεσες εισηγήσεις και κανονιστικές πράξεις που θα ρυθμίζουν την στρεβλή λειτουργία της αγοράς, αλλά και θα προστατεύουν τους καταναλωτές από φαινόμενα αισχροκέρδειας». Αυτό, επισημαίνει σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, Βασίλης Κορκίδης.
Και προσθέτει «η σωστή διαχείριση και ο έλεγχος των αποθεμάτων, θα αποτρέψει να δημιουργηθούν προβλήματα στην ομαλή τροφοδοσία της χονδρικής και κενά εφοδιασμού στο ράφι από την αυξημένη ζήτηση, καθώς επίσης τεχνητές ελλείψεις με αυξήσεις πανικού».
Η δήλωση του Προέδρου του ΕΒΕΠ έχει ως εξής:
Η μόνη αξιόπιστη εναλλακτική πηγή ειδών αγροδιατροφής και ιδιαιτέρως δημητριακών, μπορεί κάλλιστα να γίνει σε εύλογο χρονικό διάστημα η εγχώρια παραγωγή μας. Άλλωστε ήδη παράγουμε σημαντικές ποσότητες σκληρού σιταριού που εξάγουμε, καθώς και μαλακού σιταριού, κριθαριού, καλαμποκιού, βρώμης αλλά και ηλιόσπορου, που μπορούν άμεσα να αυξηθούν, ώστε να καλύπτουν, τουλάχιστον, την εσωτερική μας κατανάλωση. Εάν λοιπόν θέλουμε ένα βιώσιμο επισιτιστικό μέλλον για τη χώρα μας, θα πρέπει να κοιτάξουμε με θέα τηΘεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη, ώστε να αξιοποιήσουμε κάθε στρέμμα και κάθε δυνατότητα ποιοτικής ελληνικής παραγωγής μαλακού σίτου που καλλιεργείται σε ψυχρά κλίματα. Η Ελλάδα, στο παρελθόν, είχε απόλυτη επάρκεια σε όλα τα είδη των δημητριακών και ζάχαρης, την οποία πρέπει να επανακτήσει, ακόμα και εάν αρχικά το κόστος δεν είναι ανταγωνιστικό σε διεθνές επίπεδο. Οι πρόσφατες εξελίξεις άλλωστε μας απέδειξαν πως η διατροφική αυτονομία κάθε Ευρωπαϊκής χώρας δύσκολα κοστολογείται. Πριν ένα χρόνο, η ελληνική παραγωγή ενός τόνου σιταριού είχε κόστος 270€, ενώ η χονδρεμπορική τιμή πώλησης ήταν 286€, με αποτέλεσμα να λένε «στάρι σπέρνεις, χρυσάφι θερίζεις». Άραγε σήμερα, με την τιμή του σιταριού κοντά στα 400€ ο τόνος, την καταστροφή της παραγωγής στην Ουκρανία, με ετήσια έλλειψη 63 εκατ. τόνων σιτηρών από την αγορά, δεν ξέρω τι πρέπει να λέμε, αλλά σίγουρα ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, ως μόνιμη εναλλακτική λύση. Ανεξαρτήτως όμως της σημερινής τιμής, όλη την περίοδο 2023-27, οι αγρότες πρέπει να ενισχυθούν με κάθε χρηματοδοτικό εργαλείο και οι απειλούμενες από τον πόλεμο καλλιέργειες να επιδοτηθούν. Ασφαλώς, πριν εξασφαλιστεί η αύξηση της παραγωγής, επιβάλλεται να μεσολαβήσει το μεταβατικό στάδιο της αποθήκευσης, ώστε να μην υπάρξει καμιά ανασφάλεια, που θα προκαλέσει άλλο ένα κύμα ακρίβειας στους καταναλωτές υπό τον φόβο των ελλείψεων, αλλά και του περιορισμού των εξαγωγών, που επιβάλλονται από άλλες χώρες. Αναφορικά με την υποχρεωτική παρακολούθηση των αποθεμάτων τροφίμων και το άτυπο πλαφόν που εφαρμόζεται σε κωδικούς αλεύρων και ηλιελαίου από μεγάλες αλυσίδες τροφίμων δεν σημαίνει ελλείψεις, αλλά κινήσεις προληπτικού χαρακτήρα,προκειμένου να εξυπηρετηθούν όλοι οι πελάτες τους. Η σωστή διαχείριση και ο έλεγχος των αποθεμάτων, θα αποτρέψει να δημιουργηθούν προβλήματα στην ομαλή τροφοδοσία της χονδρικής και κενά εφοδιασμού στο ράφι από την αυξημένη ζήτηση, καθώς επίσης τεχνητές ελλείψεις με αυξήσεις πανικού. Ο Απρίλιος αναμένεται να είναι μήνας κορύφωσης των ανατιμήσεων στα τρόφιμα και απαιτούνται όλα τα όπλα αντιμετώπισης της ακραίας ακρίβειας, με χαρτογράφηση ποσοτήτων, παρακολούθηση τιμών, έλεγχο κέρδους, άμεσες εισηγήσεις και κανονιστικές πράξεις, που θα ρυθμίζουν τηστρεβλή λειτουργία της αγοράς, αλλά και θα προστατεύουν τους καταναλωτές από φαινόμενα αισχροκέρδειας. Επιπλέον, οι αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων μειώνουν την κατανάλωση, προκαλώντας, στις υπόλοιπες κατηγορίες, μεγάλες απώλειες πωλήσεων. Στην ελληνική αγορά υπάρχει επάρκεια ασφαλείας, χωρίς ελλείψεις αλεύρων και ελαίων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, όμως το ζητούμενο είναι να μην υπάρξουν ελλείψεις βασικών αγαθών στα ράφια των νοικοκυριών από τις αυξήσεις των τιμών.