«Όταν κατατέθηκε το προσχέδιο του προϋπολογισμού, είχαμε πληροφορίες για τα πραγματικά έσοδα και δαπάνες τις οποίες, είχαμε περίπου μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου. Από εκεί και μετά έρχονται διαρκώς καινούργια στοιχεία και απ’ ό,τι φαίνεται στα δημοσιονομικά πήγαμε πολύ καλύτερα από ό,τι περιμέναμε. Δηλαδή πρέπει να δημιουργήθηκε δημοσιονομικός χώρος που εκτιμάται περίπου στο ένα δισεκατομμύριο παραπάνω από ό,τι είχαμε προηγουμένως». Με αυτή τη δήλωση, ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, εξήγησε πώς προέκυψε το «παράθυρο» που επιτρέπει στην κυβέρνηση νέες παρεμβάσεις.
«Το δεύτερο, έχουμε προϋπολογίσει στον φετινό προϋπολογισμό επίσης και κάποια ποσά για στήριξη των νοικοκυριών σε περίπτωση που οι τιμές ενέργειας εκτοξευθούν, όπως είχαμε δει στην περυσινή χρονιά. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τα νέα είναι καλά και από αυτό εδώ τον τομέα. Δηλαδή το φυσικό αέριο έχει επανέλθει σε τιμές που ήταν πριν από την εισβολή στην Ουκρανία. Δεν ξέρουμε βέβαια αν θα παραμείνει σε αυτό εδώ το επίπεδο, οπότε αυτό δεν σημαίνει ότι πάμε να ξοδέψουμε όλα αυτά τα χρήματα αμέσως, αλλά πάντως κάποια περιθώρια δημοσιονομικού χώρου υπάρχουν και αυτό ακριβώς είναι που δίνει και το πάτημα για αυτές τις παροχές» προσέθεσε μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8.
Όσο αφορά την ενίσχυση που θα πάρουν όσοι συνταξιούχοι δεν είδαν αύξηση στους λογαριασμούς τους, λόγω της προσωπικής διαφοράς ο κ. Τσακλόγλου ανέφερε τα εξής. «Υπάρχει μια ομάδα η οποία σαν αποτέλεσμα των προσωπικών διαφορών του νόμου Κατρούγκαλου δεν έλαβε την αύξηση στη σύνταξη αυτό του 7,75%, το οποίο πήραν περίπου το 60% των συνταξιούχων και λίγο παραπάνω, αλλά επιπλέον δεν καλύφθηκαν και από τις υπόλοιπες κινήσεις της κυβέρνησης στο μέτωπο της ενίσχυσης του εισοδήματος του πληθυσμού και ειδικά των συνταξιούχων, δηλαδή, το έκτακτο επίδομα που δόθηκε σε χαμηλοσυνταξιούχους και επιπλέον είχαμε και την κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, το οποίο έπιασε κυρίως το πάνω μέρος της κατανομής των συνταξιούχων. Οπότε έχει μείνει ένα κομμάτι, περίπου το 5- 5,5% των συνταξιούχων, οι οποίοι ούτε αύξηση είδαν ούτε επωφελήθηκαν από κάποιο από αυτά τα δύο μέτρα και είναι κυρίως άτομα το οποίο είναι στη μέση και ίσως και λίγο προς τα κάτω της κατανομής των συνταξιούχων».
Σχετικά με τα κύματα αιτήσεων για συνταξιοδότηση τα τελευταία χρόνια, ο κ. Τσακλόγλου επιβεβαίωσε ότι σε κάποιες χρονιές, την περσινή χρονιά και κυρίως την προπέρσινη υπήρξε αφύσικα και απροσδόκητα μεγάλος αριθμός αιτήσεων συνταξιοδότησης, όμως αυτές είχαν κυρίως να κάνουν με τα μεταβατικά όρια του νόμου Κατρούγκαλου. «Χοντρικά αυτά έχουν τελειώσει πλέον, οπότε αργά η γρήγορα πηγαίνουμε σε κανονικές ροές» σημείωσε ο Υφυπουργός, και εκτίμησε ότι δεν θα έχουμε τα πολύ μεγάλα νούμερα που αναφέρονται σε σχετικά άρθρα.
Ερωτηθείς για τον κατώτατο μισθό, ο κ. Τσακλόγλου, είπε ότι η διαδικασία διαβούλευσης των εμπλεκόμενων φορέων, βρίσκεται περίπου στο μέσο της και επισήμανε ότι αυτό που θέλει η κυβέρνηση είναι να δοθεί κάτι το οποίο «να ανταποκρίνεται στην όποια βελτίωση της παραγωγικότητας, ώστε να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα οι επιχειρήσεις και να μπορούμε να προστατέψουμε και την αγοραστική δύναμη των φτωχότερων νοικοκυριών» ενώ τόνισε ότι δεν θα πρέπει να τροφοδοτηθεί αυτό που οι οικονομολόγοι λένε σπιράλ μισθών-τιμών.
Ως προς τα μακροοικονομικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Τσακλόγλου υπογράμμισε ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα της προηγούμενης χρονιάς φαίνεται ότι τελικά θα είναι παρά τις όποιες παροχές, πολύ καλύτερο από αυτό που είχε προϋπολογίσει η κυβέρνηση. «Βοηθούντος και του πληθωρισμού, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό, κυρίως ήταν η ανάπτυξη την οποία πετύχαμε πέρυσι, η οποία επίσης ήταν πολύ υψηλότερη από ό,τι περιμέναμε αρχικά. Είχαμε μια θεαματική μείωση του λόγου του ποσοστού του δημοσίου χρέους ως προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, είναι ένα νούμερο το οποίο είναι πολύ παραπάνω από τις 20 ποσοστιαίες μονάδες.
Είναι τρομακτικά μεγάλο νούμερο αυτό. Οπότε, είμαστε πολύ προσεκτικοί σε αυτό, έχουμε κάνει και τους σχεδιασμούς μας για την επόμενη χρονιά και σύμφωνα με τις αναλύσεις όλων των διεθνών οίκων αλλά και των διεθνών οργανισμών πάμε την επόμενη χρονιά για να ξαναγυρίσουμε σε πρωτογενή πλεονάσματα. Συν κάποια αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, η οποία είναι υψηλότερη από ό,τι είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, αυτό λίγο λίγο τρώει κανονικά το χρέος και γυρνάμε στο μονοπάτι εκείνο, το οποίο πιστεύουμε ότι θα μας οδηγήσει στο διατηρήσιμο επίπεδο του δημόσιου χρέους» είπε συνοψίζοντας ο Υφυπουργός Εργασίας.