Το ένα στα πέντε νέα κρούσματα κορονοϊού στη Δανία μολύνθηκε από το νέο βρετανικό στέλεχος του ιού την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου, δείχνουν τα προκαταρκτικά στοιχεία σήμερα, ωθώντας τους ειδικούς να επισημάνουν πως οι περιορισμοί του λοκντάουν παραμένουν απαραίτητοι, για να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία.
Η Δανία επέβαλε αυστηρά μέτρα λοκντάουν τον Δεκέμβριο μπροστά στην εκθετική αύξηση των κρουσμάτων. Στόχος της, κυρίως, είναι να αναχαιτίσει τη διασπορά του νέου στελέχους B.1.1.7, που ταυτοποιήθηκε πρώτα στη Βρετανία.
Το στέλεχος, το οποίο, σύμφωνα με τις αρχές της χώρας, θα μπορούσε να είναι 50% πιο μεταδοτικό, αναμένεται να είναι το κυρίαρχο έως τα μέσα Φεβρουαρίου.
Η Δανία έχει καταγράψει πάνω από 200.000 μολύνσεις συνολικά, με 2.200 θανάτους. Ωστόσο, ο αριθμός των γενικών μολύνσεων βρίσκεται σε πτώση. Από τα χιλιάδες ημερήσια κρούσματα τον Δεκέμβριο, 438 μολύνσεις καταγράφηκαν το τελευταίο 24ωρο.
«Έχουμε πέσει σε μερικά πολύ χαμηλά ποσοστά κρουσμάτων και εάν δεν υπήρχε το… στέλεχος B.1.1.7., θα μπορούσαμε να χαλαρώσουμε», εξήγησε στο Ρόιτερς ο βοηθός καθηγητής επιδημιολογίας στο πανεπιστήμιο Roskilde, Βίγκο Άντρεσεν.
Το ποσοστό των θετικών τεστ, που φέρουν το νέο στέλεχος, αυξήθηκε από 4% την πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου σε 19,5% την τέταρτη εβδομάδα, ανέφερε σήμερα σε μια έκθεση το κρατικό ινστιτούτο Serum Institute (SSI).
«Πολλοί άνθρωποι δεν κατανοούν γιατί δεν ανοίγουμε την κοινωνία μας», επισήμανε ο καθηγητής ανοσολογίας στο πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης Γιαν Πράβσγκααρντ Κρίστενσεν, στο Reuters.
«Επειδή, όσοι μολύνονται τώρα, προσβάλλονται από έναν πιο μεταδοτικό ιό».
Μόλις 300-400 άνθρωποι να μεταφέρουν το νέο στέλεχος είναι πάρα πολλοί και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εκρηκτικά ποσοστά μολύνσεων, εάν οι περιορισμοί του λοκντάουν χαλαρώσουν πολύ νωρίς, τόνισε ο Κρίστενσεν.
ΠΗΓΗ:ΑΠΕ-ΜΠΕ