Μια ακόμα «δύσκολη» χειμερινή σεζόν αναμένουν οι Έλληνες ξενοδόχοι εκτιμώντας ότι η επιστροφή στην κανονικότητα δεν θα έρθει πριν από την άνοιξη του 2022. Κι αυτό γιατί παρά τις θετικές καλοκαιρινές επιδόσεις, η τουριστική επανεκκίνηση καταγράφει ιδιομορφίες και δεν κινείται με τις ίδιες ταχύτητες για το city break, τα εταιρικά ταξίδια, το συνεδριακό τουρισμό και τις εκθέσεις φέρνοντας σε δυσμενέστερη θέση τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας και τα ξενοδοχεία του ορεινού όγκου.
Το παραπάνω επεσήμανε μεταξύ άλλων ο κ. Γρηγόρης Τάσιος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ), κατά την γενική συνέλευση που πραγματοποιήθηκε μέσα στην εβδομάδα.
Προβαίνοντας σε έναν απολογισμό για τον κλάδο εν μέσω πανδημίας, ο κ. Τάσιος σημείωσε ότι η φετινή σεζόν πήγε κινήθηκε μεν καλύτερα από το αναμενόμενο, ωστόσο το σύνολο της τουριστικής αγοράς δεν ήταν μέρος αυτής της επιτυχίας.
Η τόλμη, το ρίσκο και ο επαγγελματισμός του ξενοδόχου, η προβολή της χώρας και των επιμέρους προορισμών, η υγειονομική διαχείριση σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, οι στρατηγικές συνεργασίες με ισχυρούς εταίρους της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς, η τουριστική διπλωματία ήταν σίγουρα παράγοντες που συνέβαλαν στις θετικές επιδόσεις του καλοκαιριού, σύμφωνα με τον ίδιο.
Παρά την αντοχή και την ελκυστικότητα του brand «Ελλάδα» βέβαια ένας καλός Αύγουστος δεν μπορεί να αναπληρώσει τις μεγάλες απώλειες όλου του προηγούμενου διαστήματος. «Μπορεί να δημιουργεί θετικές εντυπώσεις αλλά επιχειρηματίες και εργαζόμενοι δεν ζουν με εντυπώσεις. Ζουν από το τι μένει τελικά στο ταμείο της επιχείρησης, του μαγαζιού, του ξενοδοχείου» επεσήμανε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΠΟΞ.
Ενδεικτικό προς αυτή την κατεύθυνση είναι σύμφωνα με τον επικεφαλής της Ομοσπονδίας το παράδειγμα του οδικού τουρισμού. Παρότι τον Αύγουστο οι οδικές αφίξεις ξεπέρασαν το 1 εκατ. Η ευρύτερη εικόνα αποδεικνύει δείχνει ότι οι οδικές αφίξεις παρέμειναν μειωμένες κατά 67,5% το οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2021 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα 2019.
Ακόμα και οι αεροπορικές αφίξεις που προσέγγισαν το 80% του 2019 τον Αύγουστο του 2021, στο οκτάμηνο παρέμειναν μειωμένες κατά 51,2% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019.
«Αν δούμε όλα τα μεγέθη στην ακόμη μεγαλύτερη εικόνα της διετίας, μετά από δυο σεζόν 2020 και 2021, έχουμε μεσοσταθμικά μια μείωση της τάξης του 55% με 60% σε σχέση με το 2019. Όλα τα οικονομικά μοντέλα λένε πως απαιτούνται τρεις με πέντε χρονιές για να φτάσουμε στην πλήρη ανάκαμψη των επιχειρήσεων μας και θεωρώντας ως δεδομένη την παγκόσμια τουριστική ανάκαμψη. Ο ένας ‘’καλός’’ μήνας δε φέρνει την άνοιξη. Το 2020 ελπίζαμε να είναι χρονιά ανάκαμψης το 2021. Αποδείχθηκε χρονιά επανεκκίνησης και μόνον. Η ανάκαμψη πλέον τοποθετείται για μετά την άνοιξη του 2022 και στο βαθμό που δεν έχουμε άλλες απρόβλεπτες εξελίξεις με νέες μεταλλάξεις του ιού και νέους γύρους περιορισμών».
Ακόμα μάλιστα κι αν το προαναφερθέν σενάριο επιβεβαιωθεί και η ανάκαμψη έλθει από την άνοιξη του 2022, το μεσοδιάστημα θα αποτελέσει μια ακόμα «μάχη επιβίωσης» για τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας και για τους χειμερινούς προορισμούς.
Αυτός είναι και ο λόγος που σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΞ «χρειάζονται στοχευμένα μέτρα στήριξης» τα οποία θα αξιοποιούν και το πράσινο φως της Ευρώπης για «παράταση των κρατικών ενισχύσεων, λόγω της πανδημίας, ως και την 30η Ιουνίου του 2022». «Η στοχευμένη στήριξη που είναι αναγκαία θα γίνει πράξη, στο πλαίσιο των καλών πρακτικών που ακολουθήσαμε όλο το προηγούμενο διάστημα. Υπάρχει το ”πράσινο φως” από την Ευρώπη και είμαστε βέβαιοι πως η κυβέρνηση θα το λάβει υπόψη για το σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης δέσμης μέτρων για τις κατηγορίες των ξενοδοχείων που αντιμετωπίζουν αυτή την ώρα τα μεγαλύτερα προβλήματα. Είναι στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε ώστε το ξενοδοχειακό προϊόν της χώρας να βγει όσο το δυνατόν πιο αλώβητο από τις συμπληγάδες του επόμενου διαστήματος και να περάσουμε, όλοι μαζί, στην απέναντι όχθη της ανάκαμψης» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Προσέθεσε μάλιστα ότι «οι ξενοδόχοι απευθύνουν σε αυτή τη φάση πρόσκληση συνεργασίας στον τραπεζικό κλάδο για να δουν από κοινού τους τρόπους που μπορούμε να επιτύχουν αφενός την επιμήκυνση ή/και αναδιάρθρωση των μακροπρόθεσμων δανειακών υποχρεώσεων. Κι αφετέρου την παράταση της περιόδου χάριτος αποπληρωμής των χρεολυσίων των δανείων που έχουν χορηγηθεί μέσω του ΕΤΕΑΝ (ΤΕΠΙΧ και Ταμείο Εγγυοδοσίας) για άλλο ένα έτος και την επιμήκυνση της εξόφλησης από τα 5 στα 10 έτη. «Όταν σύμφωνα με πολύ πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έχουμε στην Ελλάδα τα ακριβότερα τραπεζικά δάνεια, αυτό που λέμε είναι απόλυτα συμβατό και με την κοινή λογική αλλά στο τέλος και με την ίδια την προσπάθεια της χώρας να σταθεί ξανά στα πόδια της μετά τα πλήγματα της πανδημίας ώστε να μπορέσει και να θεραπευτούν πολλές πληγές που παραμένουν ακόμη ανοιχτές» κατέληξε ο κ. Τάσιος.