Το τέλος μιας εποχής ανακοινώθηκε το Σάββατο στην Ομάχα, καθώς ο Γουόρεν Μπάφετ δήλωσε ότι σύντομα θα ζητήσει από το διοικητικό συμβούλιο της Berkshire Hathaway να τον αντικαταστήσει ο Γκρεγκ Έιμπελ ως CEO στο τέλος του έτους.
«Έφτασε η στιγμή ο Γκρεγκ να αναλάβει διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας στο τέλος του έτους και θέλω να ενημερώσω το διοικητικό συμβούλιο για αυτό και να κάνω αυτή τη σύσταση» δήλωσε ο 94χρονος Μπάφετ το Σάββατο στην ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρείας στην Όμαχα της Νεμπράσκα.
Η ανακοίνωση, η οποία όπως είπε ο ίδιος ήταν γνωστή μόνο σε δύο από τα παιδιά του, μέλη του διοικητικού συμβουλίου– έγινε δεκτή με θερμό χειροκρότημα από τις δεκάδες χιλιάδες μετόχους που είχαν συγκεντρωθεί στην Ομάχα για να τον ακούσουν.
Η αποχώρηση του «Σοφού της Όμαχα» από τον ρόλο του διευθύνοντος συμβούλου θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας εποχής για μια από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες της αμερικανικής επιχειρηματικής ιστορίας.
Από τη δεκαετία του 1960, ο Μπάφετ ανέπτυξε τη Berkshire Hathaway σε έναν κολοσσό 1,1 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ασφαλιστικές εταιρείες, σιδηροδρομικές μεταφορές, επιχειρήσεις καταναλωτικών αγαθών και ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο μετοχών.
Με εκτιμώμενη προσωπική περιουσία 168 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με το Forbes, ο Μπάφετ θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς επιχειρηματίες του κόσμου.
Οι τοποθετήσεις του αποκτούν ιδιαίτερο βάρος, ακόμα και σε ζητήματα πολιτικής.
Η επόμενη μέρα για την Berkshire
Με κεφαλαιοποίηση άνω των 800 δισ. δολαρίων, πλούσιο ρευστό στη διάθεσή της και περισσότερες από 60 θυγατρικές, η Berkshire Hathaway αποτελεί έναν μοναδικό οργανισμό στον κόσμο των επενδύσεων. Από σιδηροδρομικές εταιρείες και ασφαλιστικούς γίγαντες, μέχρι ενεργειακές, βιομηχανικές και καταναλωτικές επιχειρήσεις, ο όμιλος είναι βαθιά ενσωματωμένος στην αμερικανική οικονομία.
Η μετάβαση από τον Μπάφετ στον Έιμπελ εγείρει εύλογα ερωτήματα για το μέλλον των επενδυτικών αποφάσεων, ειδικά ως προς το τεράστιο ταμείο ρευστότητας της Berkshire που ξεπερνά τα 150 δισ. δολάρια.