«Νάρκη» για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας είναι τόσο η έντονη μεταβλητότητα των τιμών ενέργειας, όσο και το ύψος τους με βάση όσα ανέφερε ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΣΕΒ κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, μιλώντας στην Ανοιχτή Εκδήλωση της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ, την Πέμπτη, 24 Οκτωβρίου 2024), στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ενώπιον της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας του τόπου και συγκεκριμένα της η Α.Ε. της Πρόεδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου., του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και του Προέδρου του European Movement International, πρώην Βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώην Πρωθυπουργός του Βελγίου, κ. Guy Verhofstadt.
« Ανάμεσα στα νέα προβλήματα, ξεχωρίζει η υψηλότερη τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές μας και οι μεγάλες διακυμάνσεις της.
Το υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας μειώνει την ανταγωνιστικότητα και τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, ενώ οι μεγάλες διακυμάνσεις εμποδίζουν την προβλεψιμότητα και δυσχεραίνουν τις επιχειρήσεις στη σύναψη συμφωνιών με πελάτες τους, ακόμα και διάρκειας μερικών μηνών.
Οι επιχειρήσεις πρέπει να θωρακιστούν, όχι μόνον οι ενεργοβόρες, αλλά και εκείνες της μέσης τάσης.
Χρειάζονται μέτρα, άμεσα και αποτελεσματικά, όπως έχουν κάνει και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς όπως όλοι καταλαβαίνουμε, οι δομικές παρεμβάσεις χρειάζονται χρόνο για να φέρουν αποτελέσματα. Επιπλέον, το πρόβλημα του κόστους ενέργειας επιτείνει, η ανεπαρκής συνδεσιμότητα με τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας για αξιοποίηση εργαλείων μείωσης του κόστους, όπως είναι το net billing και άλλα» τόνισε ο πρόεδρος ΣΕΒ και εστίασα στο πόσο σημαντική για την οικονομία είναι η ύπαρξη μιας ανταγωνιστικής βιομηχανίας.
Η βιομηχανία
Όπως ανέφερε η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 13,4% του ΑΕΠ της Ελλάδας, απασχολεί, άμεσα ή έμμεσα, 1,1 εκατομμύρια εργαζομένους, κατέχει την πρώτη θέση στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της χώρας και καταγράφει τριπλασιασμό των δαπανών για Έρευνα & Ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια.
« Η συνεισφορά της βιομηχανίας στο ΑΕΠ το 2023 ανήλθε στο 13,4% έναντι 11.2% το 2010.
Ξεπέρασε την προ κρίσης συνεισφορά της, και ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά και σε απόλυτους αριθμούς (€30δισ. έναντι €25δισ.).
Η βιομηχανία κατέχει την πρώτη θέση στις συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά τη διάρκεια του 2023, με ποσοστό 46% (ή 31% χωρίς τα πετρελαιοειδή). Ακολουθούν ο τουρισμός με 20.8% και η ναυτιλία με 18.4%.
Η πραγματική συμβολή της βιομηχανίας στην οικονομία είναι ακόμα μεγαλύτερη, αφού για κάθε 1 ευρώ άμεσης συμμετοχής της στο ΑΕΠ, αντιστοιχούν 2,5 ευρώ συνολικής συνεισφοράς στο εγχώριο προϊόν.
Είναι ο μεγαλύτερος πολλαπλασιαστής της ελληνικής οικονομίας.
Ο ρόλος της βιομηχανίας παραμένει ιδιαίτερα σημαντικός και για την απασχόληση.
Κατά την τελευταία δεκαετία, οι θέσεις εργασίας στη βιομηχανία αυξήθηκαν κατά 33% σε ένα ευρύτατο φάσμα ειδικοτήτων. Στο σύνολο της χώρας, 1 στους 4 εργαζόμενους, δηλαδή 1.1 εκατομμύριο, απασχολείται σε δραστηριότητες που είτε είναι βιομηχανικές, είτε οφείλονται στη βιομηχανία.
Σημειώστε ακόμη πως οι θέσεις εργασίας που δημιουργεί η βιομηχανία είναι πλήρους απασχόλησης, σταθερές, και καλύτερα αμειβόμενες. Γι΄ αυτό και ο μέσος μικτός μισθός είναι κατά 34% υψηλότερος, από το μέσο μικτό μισθό της ελληνικής οικονομίας.
Δείτε ένα σημαντικό παράδειγμα: οι θέσεις ερευνητών άμεσης απασχόλησης, ήταν 1.900 προ δεκαετίας και είναι σήμερα 4.200, επειδή οι δαπάνες για έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία σχεδόν τριπλασιάστηκαν τα τελευταία 12 χρόνια.
Πριν κλείσω το κεφάλαιο για το ρόλο της ελληνικής βιομηχανίας, θα ήθελα να αναφέρω δύο ακόμα στοιχεία: Το 2023 πραγματοποίησε εξαγωγές, ύψους €45.3 δισ., που αποτελούν τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση μετά το ρεκόρ του 2022 που ήταν στα €49 δισ., και που οφείλονταν όμως σε συγκυριακούς λόγους από τις υψηλές τιμές καυσίμων λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι η βιομηχανία αποτελεί το 2ομεγαλύτερο εργοδότη στη χώρα μετά το εμπόριο, με 502 χιλιάδες εργαζομένους. Κατά συνέπεια ο ισχυρισμός ότι δεν παράγουμε τίποτα σε αυτήν την χώρα, είναι άδικος, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, και μηδενίζει τις προσπάθειες των εργαζομένων που κάθε μέρα μοχθούν, και των επιχειρήσεων που επενδύουν και καινοτομούν.
Φυσικά, θα ήταν άδικο να μην αναδείξουμε πως εκτός από τη βιομηχανία, και οι άλλοι κλάδοι που εκπροσωπεί ο ΣΕΒ, συνεισφέρουν στην αναπτυξιακή δυναμική της χώρας και συμβάλουν στη διαρκή αύξηση της απασχόλησης. Τέτοιο κλάδοι είναι ο χρηματοπιστωτικός, το εμπόριο, οι μεταφορές και τα logistics, οι υπηρεσίες, οι κατασκευές, και η τεχνολογία και τηλεπικοινωνίες» ανέφερε ο κ. Θεοδωρόπουκος.
Παραγωγικότητα και επενδύσεις
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ στάθηκε επίσης, σε δυο κομβικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.
“Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει δύο κρίσιμες προκλήσεις: τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την αύξηση της παραγωγικότητας” τόνισε με έμφαση ο κ. Θεοδωρόπουλος και ανέφερε:
“Το επιδεινούμενο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ταλανίζει σχεδόν διαχρονικά την Ελλάδα, ενώ αποτέλεσε μία από τις δύο σημαντικότερες αιτίες της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας.
Ακόμα και όταν αφαιρέσουμε τις εισαγωγές κεφαλαιουχικού εξοπλισμού για επενδύσεις, το πρόβλημα παραμένει, και ο κίνδυνος επίσης.
Άρα, πρέπει να παράγουμε περισσότερα διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα προκειμένου να αυξήσουμε τις εξαγωγές και να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές.
Όσον αφορά στην παραγωγικότητα, είναι γενικώς παραδεκτό ότι πρέπει να τρέξουμε για να καλύψουμε το πολύτιμο έδαφος και το χρόνο που χάσαμε επί μια δεκαετία.
Μοναδική απάντηση και στα δύο παραπάνω προβλήματα είναι η αλματώδης αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων.
Ειδικότερα, παρότι όλες οι επενδύσεις είναι ευπρόσδεκτες, χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο εκείνες που δημιουργούν υψηλότερη εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Προκειμένου η Ελλάδα, να αυξήσει τις παραγωγικές επενδύσεις της στο 13% του ΑΕΠ της, που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, χρειάζεται επιπλέον περίπου 11 δισ. Ευρώ κάθε χρόνο.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι το ποσό αυτό είναι απαραίτητο για να μας επιτρέψει να μην χάσουμε περισσότερο έδαφος σε σχέση με την Ευρώπη.
Επειδή όμως φιλοδοξούμε να καλύψουμε το κενό παραγωγικών επενδύσεων, το οποίο εν πολλοίς δημιουργήθηκε κατά τη δεκαετία της κρίσης και υπολογίζεται σε 50 δισ. ευρώ, η απαιτούμενη κινητοποίηση παραγωγικών επενδύσεων είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Η πραγματοποίηση τέτοιου επιπέδου και είδους επενδύσεων θα επιτρέψει την αύξηση της παραγωγικότητας που αν και βαίνει βελτιούμενη, παραμένει χαμηλή.
Ας μην λησμονούμε ότι η παραγωγικότητα είναι ο πλέον κρίσιμος παράγοντας για τη βελτίωση των εισοδημάτων των εργαζομένων” ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
Η πρόταση
Ο κ. Θεοδωρόπουλος αναγνώρισε, πάντως ότι οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Ανάπτυξης κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η Ελλάδα χρειάζεται να πραγματοποιήσει άμεσα ένα επενδυτικό άλμα που θα διαρκέσει πέραν του Ταμείου Ανάκαμψης.
Συγκεκριμένα, πρότεινε τις υπεραποσβέσεις σε παραγωγικές επενδύσεις ως ένα συμπληρωματικό επενδυτικό εργαλείο, το οποίο θα λειτουργεί ανεξαρτήτως μεγέθους επιχείρησης, κλάδου και περιοχής, είτε για επέκταση – εκσυγχρονισμό υφιστάμενης δραστηριότητας, είτε για δημιουργία νέας και θα δίνει έμφαση στην κατά προτεραιότητα αξιοποίηση των ιδίων πόρων των επιχειρήσεων με φορολογικές επιβραβεύσεις αντί για επιδοτήσεις.
Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ υπογράμμισε τη σημασία της συνεργασίας για μια ευημερούσα κοινωνία και οικονομία, και κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους και την Πολιτεία στη δημιουργία ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου επ’ ωφελεία όλων.
Κλείνοντας την ομιλία του, απευθύνθηκε προς τους επιχειρηματίες επισημαίνοντας ότι όσα κίνητρα και να δώσει η Πολιτεία, η ευθύνη για τη βελτίωση της παραγωγικότητας παραμένει ατομική. «Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο, στις επιχειρήσεις και στους ανθρώπους μας. Να μετασχηματίσουμε τις εταιρείες μας ακόμα πιο γρήγορα, υιοθετώντας τεχνολογικές λύσεις, ψηφιακούς μετασχηματισμούς, και αναζητώντας την καινοτομία».