Σε φάση επανεκκίνησης μπαίνει το πρόγραμμα εξορύξεων με την επίσκεψη σήμερα του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ). Με την ενεργειακή κρίση να αποτελεί το βασικό ζήτημα σε όλη την ΕΕ η κυβέρνηση ανέκρουσε πρύμναν και βάζει μπρος τη διαδικασία ερευνών για την αξιοποίηση εγχώριων κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Τα 250 δισεκ.
Πάντως με βάση όσα αναφέρει το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) στην ειδική Έκθεση που εκπόνησε το επιτελείο του Ινστιτούτου τις τελευταίες εβδομάδες για τις δυνατότητες εκμετάλλευσης του δυναμικού υδρογονανθράκων που αποδεδειγμένα διαθέτει η Ελλάδα, “η δυνητική αξία των αποθεμάτων φυσικού αερίου της Ελλάδας υπερβαίνει τα €250 δισ”. Είναι ποσό που και η ΕΔΕΥ έχει αναφέρει σε ανακοινώσεις της με αιχμή τις (2D) δισδιάστατες έρευνες που ολοκληρώθηκαν πριν λίγους μήνες στο Ιόνιο.
Όπως σημειώνει το ΙΕΝΕ “βάσει των στοιχείων που παρουσιάζονται στην παρούσα Έκθεση, αλλά και γενικότερα, προκύπτει αβίαστα ότι η Ελλάδα διαθέτει συγκεκριμένα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, παράγει σήμερα μια μικρή ποσότητα πετρελαίου στον Πρίνο και σύντομα θα παράγει σε μία ακόμα γεωγραφική περιοχή, στο Κατάκολο, στην Πελοπόννησο. Γεωλογικά και γεωφυσικά δεδομένα συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι η χώρα διαθέτει ορισμένα αξιόλογα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, τα οποία, όμως, πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω με σεισμικές και γεωτρητικές μεθόδους προκειμένου να υπολογισθεί και εκτιμηθεί με ακρίβεια το μέγεθός τους και η αποληψιμότητά τους. Θα απαιτηθεί, όμως, χρόνος, πολιτική βούληση, σταθερό αδειοδοτικό περιβάλλον, μακρόπνοη και συνεπής στρατηγική, σημαντικές επενδύσεις (οι οποίες προέρχονται αποκλειστικά από τις εταιρείες) και συστηματική ερευνητική προσπάθεια σε πολλές περιοχές της χώρας, ώστε αφενός να αποκτήσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για το πραγματικό δυναμικό του υδρογονανθρακικού μας πλούτου και αφετέρου να ξεκινήσει παραγωγή, όπου αυτό καταστεί εφικτό.”
Τα οικόπεδα
“Ωστόσο, σύμφωνα με ανεπίσημες πληροφορίες, τα ΕΛΠΕ φέρεται να έχουν λάβει την απόφαση στα θαλάσσια «οικόπεδα» «μπλοκ 10», «Ιόνιο» και «Δυτικά της Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά της Κρήτης» να υλοποιήσουν τα ερευνητικά τους προγράμματα με βάση τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Για τα δύο πρώτα που βρίσκονται στο Ιόνιο Πέλαγος, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΔΕΥ, φέρονται να υπάρχουν ελπιδοφόροι στόχοι με αξιόλογες ποσότητες φυσικού αερίου. Ωστόσο, η αποσαφήνιση της γεωλογικής εικόνας προϋποθέτει περαιτέρω γεωφυσικές έρευνες, κάτι που τα ΕΛΠΕ ξεκίνησαν ήδη να πραγματοποιούν με την εκτέλεση σεισμικών καταγραφών” σημειώνει το ΙΕΝΕ που προσθέτει:
“Όπως αναλύθηκε προηγουμένως, η δυνητική αξία των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα είναι της τάξης των €250 δισ. Στις θαλάσσιες περιοχές όπου έχουν διεξαχθεί αναγνωριστικές σεισμικές έρευνες έχουν ήδη προδιαγραφεί πάνω από 30 πιθανοί ερευνητικοί στόχοι, οι οποίοι με συμπληρωματικές έρευνες θα μπορούσαν να αναδειχθούν σε στόχους ερευνητικών γεωτρήσεων για ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Αν λάβουμε υπόψη ότι θα είναι επιτυχημένο το 1/4 των γεωτρήσεων στις γεωλογικές δομές που έχουν εντοπιστεί στις θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου και νοτίως και δυτικώς της Κρήτης, τότε οι δομές αυτές θα μπορούσαν να φιλοξενούν δυνητικά αποθέματα της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΔΕΥ20, ικανών να καλύψουν το 15%-20% των καταναλώσεων της ΕΕ. Σήμερα, είναι γνωστό ότι από τις υπάρχουσες σεισμικές καταγραφές στον ελλαδικό χώρο είναι χαρτογραφημένες περίπου 40 γεωλογικές δομές, οι οποίες χρήζουν περαιτέρω γεωφυσικών και γεωτρητικών μελετών για την πιστοποίηση κοιτασμάτων φυσικού αερίου” προσθέτει η έρευνα του ΙΕΝΕ.
Κρίσιμος ο ρόλος των εξορύξεων
Όπως τονίζεται στην έρευνα, “με δεδομένο το υψηλό ποσοστό ενεργειακής κατανάλωσης που αντιστοιχεί στους υδρογονάνθρακες, ο ρόλος τους στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας και την ενεργειακή μετάβαση είναι απόλυτα κρίσιμος. Η χρήση τους δεν πρόκειται να εξαφανιστεί ως δια μαγείας από την μία ημέρα στην άλλη και από την μία δεκαετία στην άλλη, γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις για την αντικατάστασή τους. Οι υδρογονάνθρακες αποτελούν απαραίτητο συστατικό μιας ισορροπημένης ενεργειακής μετάβασης, η οποία θα διαρκέσει για αρκετές δεκαετίες (ίσως και μετά από το 2050) και σε αυτό το μεσοδιάστημα το φυσικό αέριο θα πρέπει να καλύψει το ενεργειακό «κενό» αλλά και να δώσει λύσεις στις ανάγκες της κοινωνίας για προσιτή οικονομικά ενέργεια. Στο πλαίσιο αυτό, αναδύονται σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες που δημιουργεί η αγορά φυσικού αερίου, και στις οποίες η ελληνική βιομηχανία πρόκειται να δραστηριοποιηθεί το προσεχές διάστημα, με αφετηρία την Ελλάδα, με στόχευση την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων”
Να σημειωθεί, ότι όπως σημειώνει η έρευνα, η σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ως αποτέλεσμα των υψηλών σχετικά εισαγωγών ενεργειακών πρώτων υλών, η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα υψηλή (81.4% το 2020), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ κυμαίνεται στο 57%. Η δε ενεργειακή ένταση της οικονομίας, αν και έχει υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, παραμένει σε αρκετά, υψηλό επίπεδο (131 σε σχέση με 118 toe/εκατ. € ΑΕΠ μ.ο. της ΕΕ) και στον βιομηχανικό τομέα (132 σε σχέση με ΕΕ μ.ο. 92)30 .