Μια πλήρη ατζέντα για την διασφάλιση της βιωσιμότητας του κλάδου καυσίμων, που δίνει πολλές θέσεις εργασίας και υπεραξία στη χώρα, των αναγκαίων επενδύσεων για την ενεργειακή μετάβαση και την επίτευξη των στόχων του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, αλλά και τον περιορισμό της παραβατικότητας, κατέθεσε, την Τετάρτη 17/1 , σε συνέντευξη τύπου η διοίκηση του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών στέλνοντας “ηχηρά” σηματα στην κυβέρνηση.
“Η αγορά αυτή είναι προβληματική, είναι παραβατική και αυτό οδηγεί στο να είναι κατά κανόνα ζημιογόνα. Η μεγάλη εικόνα είναι ότι η αγορά αυτή με τα σημερινά της χαρακτηριστικά θα οδηγήσει πολλές εταιρείες και πολλά πρατήρια στην έξοδο” τόνισαν ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Γιάννης Αληγιζάκης και ο αντιπρόεδρος Χρήστος Τζιόλας, παραπέμποντας στην τελευταία Έκθεση του ΙΟΒΕ για τον κλάδο, που ανέφερε ότι οι συσσωρευμένες απώλειες του κλάδου αθροίζουν 450 εκατ ευρώ τα τελευταία έτη.
Η διοίκηση, δε, του Συνδέσμου ανέδειξε όλο το πλέγμα των προκλήσεων. “Αν ξεχάσουμε τα διεθνή ζητήματα, που επηρεάζουν τις τιμές και για τα οποία δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Συνεπώς υπάρχει το ερώτημα. Μπορούμε να κάνουμε κάτι; Μπορούμε με προϋποθέσεις με παρέμβαση στους ενδογενείς τομείς. Σε δυο άξονες, ο περιορισμός παραβατικότητας και ο δεύτερος ενίσχυση του ανταγωνισμού με άρση του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους” τόνισε ο κ. Αληγιζάκης.
Μάλιστα, η διοίκηση του ΣΕΕΠΕ ανέφερε ότι τόσο η αντιμετώπιση του οξυμένου προβλήματος της παραβατικότητας όσο και η άρση του πλαφόν θα καταλήξουν σε έμμεση μείωση των τιμών για τον καταναλωτή, δεδομένου ότι θα δώσουν περιθώρια για την ορθή λειτουργία του ανταγωνισμού που σήμερα, νοθεύεται από αθέμιτες πρακτικές.
Η παρανομία
“Για τις νόμιμες επιχειρήσεις που λειτουργούν σε ασφυκτικό περιβάλλον είναι η λύση” τόνισε ότι καταγράφεται πολυ μεγάλη έξαρση παραβατικότητας. Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το ΕΜΠ σχετικά με τις ελλειμματικές παραδόσεις στην Αττική, φαίνεται ότι υπάρχει σημαντικά αυξητική τάση σε σχέση με το 2021. Η απόκλιση στην αντλία σε σχέση με τις ποσότητες παράδοσης, που εάν είναι μέχρι το 1% είναι τεχνικά αποδεκτή, ανεβαίνει συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Με βάση, δε, τα στελέχη του Συνδέσμου, τα πρατήρια που παραδίδουν έως και 10% λιγότερες ποσότητες ανεβαίνουν διαρκώς. Χωρίς, όμως να δώσουν είναι διψήφιο, τόνισαν ότι πλέον τα “κόλπα” επιτρέπουν “χειρουργικές” κινήσεις με ελλειμματικές παραδόσεις, ανά αυτοκίνητο και κατά το δοκούν. Κάποιοι, δε, υποστηρίζουν ότι τα πρατήρια με παραβατική συμπεριφορά, σε σχέση, με παραδόσεις, βρίσκεται κοντά στο 20%.
“Το νέο πλαίσιο προβλέπει για πρώτη φορά αισθητοποιηση ποινών. Είναι αναμφίβολα θετική κίνηση που θα ταρακουνήσει την αγορά καυσίμων και θα περιορίσει το πρόβλημα… λπίζουμε. Το πρόβλημα είναι ότι ο παραβατικός αντιμετωπίζεται μόνο από αποτελεσματικό σύστημα εισροών – εκροών” τόνισε και προσέθεσε:
“Έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος. Τα τελευταία χρόνια κάναμε πολλά και είχαμε προτείνει να χρηματοδοτήσουμε μελέτες μια και κρίνεται η βιωσιμότητα μας” είπε ο πρέοδρος του Συνδέσμου και τόνισε: “Η αντιμετώπιση στο πρόβλημα της παραβατικότητας έχει γίνει συνείδηση σε, κάποια υπουργεία. Έχουν κινητοποιηθεί κάποιοι, όπως η ΑΑΔΕ αλλά χρειάζεται όλοι να κάνουν κατι.
Χρειάζεται ένας συντονιστής για όλους. Η ΑΑΔΕ και το ΥΠΟΙΚ από ό,τι ξέρουμε έχει προχωρήσει στο σχεδιασμό που θα οδηήσει σε ένα χρόνο στη λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος εισροών και εκροών. Ας ελπίσουμε ότι το συντομα θα λειτουργεί, όπως και ο νέος νόμος, με τον οποίο, όπως ανέφερα, οι εταιρείες έχουν επωμιστεί βάρος που ανήκει στο κράτος”
Η εικόνα του κλάδου
Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τα στοιχεία την πρόσφατης Έρευνας του ΙΟΒΕ (Συγκεντρωτικά Στοιχεία και Αριθμοδείκτες του Κλάδου Εμπορίας Πετρελαιοειδών για το έτος 2022), το μικτό περιθώριο κέρδους των εταιρειών στην εσωτερική αγορά δεν διασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους, καθώς από το 2016 συμπιέζεται σε επίπεδα χαμηλότερα του 5% (4,6% το 2017, 4% το 2018, 4,3% το 2019, 4,5% το 2020, 4,4% το 2021, 3% το 2022).
Σύμφωνα, δε, με τον αντιπρόεδρο του Συνδέσμου Χρήστο Τζιόλα τα χαμηλά περιθώρια σε συνδυασμό με την ύπαρξη πολλών πρατηρίων δημιουργεί προβληματική εικόνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελληνική αγορά έχει τον τρίτο υψηλότερο συντελεστή πρατηρίων ανά 1000 αυτοκίνητα στην Ευρώπη (1,1) αλλά και χαμηλές ποσότητες ετήσιων πωλήσεων ανα πρατήριο, περίπου 1200 κυβικά ανά έτος την ώρα που πχ στη Γαλλία είναι πάνω από 5.000. Επίσης, η μέση ετήσια κατανάλωση καυσίμων, ανά αυτοκίνητο, στην Ελλάδα είναι χαμηλή, φτάνοντας τα 80 κυβικά, την ώρα που π.χ. στη Σερβία είναι 600-700 κυβικά μέτρα.