Με μια σειρά παρατηρήσεων καταθέτει ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ), στο πλαίσιο της Δημόσιας Διαβούλευσης που διενεργεί η ΡΑΑΕΥ σχετικά με τα προτεινόμενα ρυθμιστικά μέτρα για την αγορά προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας.
Ουσιαστικά, αν και ο ΕΣΠΕΝ αναγνωρίζει τη σημασία ενίσχυσης της διαφάνειας και της κατανόησης των τιμολογιακών προϊόντων από τους καταναλωτές, και στηρίζει πρωτοβουλίες όπως η παγίωση του Χρωματικού Κώδικα και η υποχρέωση δημοσιοποίησης των τιμών ανά μήνα, παράλληλα, διατυπώνει ισχυρές επιφυλάξεις για σειρά νέων μέτρων τα οποία, όπως επισημαίνει, δεν ευθυγραμμίζονται με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και θέτουν σημαντικά εμπόδια στην ελεύθερη ανάπτυξη καινοτόμων εμπορικών προϊόντων, περιορίζοντας τον ανταγωνισμό και εντέλει τις επιλογές του καταναλωτή.
Τονίζει, δε, ότι η υιοθέτηση κάποιων ρυθμίσεων θα περιορίσει τη λειτουργία του ανταγωνιστμού και θα πλήξει την εμπορική ελευθερία των παρόχων με τελικό αποτύπωμα στο ύψος των τιμών.
Συγκεκριμένα, τα βασικά σημεία της τοποθέτησης του ΕΣΠΕΝ είναι:
- Αναγκαία ενσωμάτωση στον ΚΠΗΕ: Οποιαδήποτε νέα ρύθμιση θα πρέπει να ενσωματώνεται θεσμικά στον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΠΗΕ), ώστε να διασφαλίζεται η συνοχή και η σαφήνεια του ρυθμιστικού πλαισίου.
- Προστασία της καινοτομίας: Ορισμένα μέτρα, όπως η σύνδεση των τιμολογίων κλιμακίων με την υποχρεωτική εγκατάσταση ευφυών μετρητών, δεν ανταποκρίνονται στην τεχνική πραγματικότητα και περιορίζουν αδικαιολόγητα την εμπορική ελευθερία των προμηθευτών. Αμφισβητεί, δηλαδή, ο ΕΣΠΕΝ, ως τεχνικά ατεκμηρίωτο το μέτρο που προτείνει η ΡΑΑΕΥ για την υποχρέωση έξυπνου μετρητή ως προαπαιτούμενο για κλιμακωτά τιμολόγια και πακέτα, σημειώνοντας πως «δεν προκύπτει αντικειμενική ανάγκη» και πως οι πάροχοι μπορούν ήδη να τα διαχειριστούν με τους συμβατικούς μετρητές. Τονίζει δε ότι τα εν λόγω προϊόντα προσφέρουν ουσιαστικά οφέλη, ιδίως σε πελάτες με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, χωρίς αντίστοιχη επιβάρυνση. Είναι προς το συμφέρον τόσο των καταναλωτών όσο και της αγοράς να διατηρηθεί επαρκής ευελιξία, εξυπηρετώντας τις διαφορετικές ανάγκες χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας.
- Επιφύλαξη για τον περιορισμό τροποποιήσεων συμβάσεων: Η πρόβλεψη για έγκριση από τη ΡΑΑΕΥ κάθε μονομερούς τροποποίησης των συμβάσεων προμήθειας κρίνεται υπέρμετρα περιοριστική και μη ευθυγραμμισμένη με τις γενικές αρχές του δικαίου.Κατά τον ΕΣΠΕΝ, η προτεινόμενη υποχρέωση, σε συνδυασμό με τις χρονικές δεσμεύσεις –60 ημέρες πριν από την έναρξη ισχύος της τροποποίησης και 30 ημέρες προθεσμία για άσκηση δικαιώματος καταγγελίας από τον πελάτη– «παγώνει» για δύο και πλέον μήνες τη δυνατότητα του παρόχου να προσαρμόσει εμπορικούς και οικονομικούς όρους σε συνθήκες αυξημένου κόστους ή μεταβλητότητας. Ο Σύνδεσμος προειδοποιεί ότι η ρύθμιση ακυρώνει στην πράξη το συμβατικό δικαίωμα αναπροσαρμογής, το οποίο προστατεύεται νομικά και εφαρμόζεται υπό διαφάνεια, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει τον ρόλο της σύμβασης ως εργαλείου κατανομής κινδύνων στην αγορά. Ζητά την απόσυρση της συγκεκριμένης πρόβλεψης και τη διαμόρφωση ενός ρυθμιστικού πλαισίου που «θα διασφαλίζει τη δυνατότητα τροποποιήσεων με διαφάνεια, αλλά χωρίς προσχηματική ή προληπτική παρέμβαση της ΡΑΑΕΥ».
- Αναγκαιότητα ρύθμισης του άρθρου 42 ΚΠΗΕ: Ο ΕΣΠΕΝ υπογραμμίζει εκ νέου το θεσμικό κενό που δημιουργήθηκε μετά την Απόφαση ΣτΕ 1888/2020, ζητώντας την άμεση συμπλήρωση του άρθρου 42 του ΚΠΗΕ, ώστε να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και η αντιμετώπιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Ουσιαστικά, θέτει εκ νέου το ζήτημα των ληξιπρόθεσμων οφειλών σημειώνοντας ότι απαιτείται η άμεση επίλυση του αρρύθμιστου ζητήματος της διακοπής παροχής ρεύματος λόγω χρεών προς τον προηγούμενο προμηθευτή. Όπως αναφέρεται, μετά την ακύρωση σχετικών διατάξεων του Κώδικα Προμήθειας από το ΣτΕ, δεν υπάρχει σαφές νομικό πλαίσιο που να επιτρέπει σε έναν νέο προμηθευτή να διακόψει την παροχή για οφειλές τρίτων. Αυτό δημιουργεί, κατά τον Σύνδεσμο, ένα κενό που θέτει σε δοκιμασία τη φερεγγυότητα της αγοράς και ενθαρρύνει την κακοπληρωτική συμπεριφορά.
- Υπερβολικός περιορισμός εμπορικών πρακτικών: Ο Σύνδεσμος τονίζει ότι η καθολική απαγόρευση ανάκτησης δώρων προσέλκυσης ή η απαγόρευση προφορικών συμβάσεων προμήθειας έρχονται σε αντίθεση με την ελευθερία διαμόρφωσης εμπορικής πολιτικής και το ισχύον νομικό καθεστώς. Να σημειωθεί ότι η ΡΑΑΕΥ προτείνει την καθολική απαγόρευση επανάκτησης των δώρων προσέλκυσης κάτι το οποίο σύμφωνα με τον ΕΣΠΕΝ όχι μόνο θα ενισχύσει την τάση ευκαιριακής συμπεριφοράς εκ μέρους καταναλωτών, οι οποίοι, θα μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να ασκούν το δικαίωμα αλλαγής εκπροσώπησης, σωρεύοντας δώρα προσέλκυσης και αδιαφορώντας για την οικονομική ζημία που προκαλούν στους προμηθευτές αλλά θα έχει αρνητική επίδραση και στο επίπεδο των τελικών τιμών. «Τα δώρα προσέλκυσης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του συνολικού σχεδιασμού των προσφερόμενων τιμολογίων εκ μέρους των προμηθευτών, η ανάκτηση της αξίας τους μέσω της συμβατικής σχέσης ενσωματώνεται στη διαμόρφωση της τελικής τιμής διάθεσης των προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας. Ως εκ τούτου, η πρόταση της Αρχής για καθολική απαγόρευση ανάκτησης των δώρων προσέλκυσης επιδρά εμμέσως αρνητικά και στο επίπεδο των τελικών τιμών, στις οποίες προσφέρονται τα προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας» αναφέρει χαρακτηριστικά. Προσθέτει δε ότι τα δώρα «είναι συνδεδεμένα με την τήρηση συγκεκριμένων όρων διάρκειας» και επομένως, η ανάκτησή τους σε περίπτωση αθέτησης είναι «νόμιμη, δίκαιη και απαραίτητη για την ισορροπία στις εμπορικές σχέσεις». Η καθολική απαγόρευση της επανάκτησης «δεν προβλέπεται στο ισχύον νομικό πλαίσιο» και «υπονομεύει τον θεμιτό ανταγωνισμό», υπογραμμίζει ο Σύνδεσμος. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι ενστάσεις για τη ρύθμιση της εμπορικής επικοινωνίας. Ο ΕΣΠΕΝ χαρακτηρίζει «υπερβολικό» τον περιορισμό στη διαφήμιση παροχών υπό όρους, τονίζοντας πως «δεν μπορεί να απαγορεύεται η προβολή εμπορικών προσφορών επειδή υπόκεινται σε αιρέσεις ή χρονικά κριτήρια». Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι «η σαφής διατύπωση και όχι η σιωπή είναι το μέσο προστασίας του καταναλωτή». Ζητά να παραμείνει σε ισχύ το καθεστώς διαφάνειας και όχι προληπτικής λογοκρισίας, τονίζοντας ότι «δεν υφίσταται νομική βάση για ρύθμιση τέτοιας μορφής».