Δεν υπάρχει νομίζω πολιτικό ον το οποίο να μην πιστεύει ότι μια κυβέρνηση χρειάζεται και έλεγχο και λογοδοσία. Και αυτό πρέπει να γίνεται και κοινοβουλευτικά και από τις αρχές που είναι επιφορτισμένες με αυτόν τον ρόλο.
Στην πατρίδα μας είχαμε αυτά τα τέσσερα χρόνια μια κυβέρνηση με αυτοδυναμία και μια αντιπολίτευση που σε ποσοστά ήταν ισχυρή και θα μπορούσε να πράττει ως όφειλε τον συνταγματικό της ρόλο.
Το κατάφερε; Θα λέγαμε όχι. Και αυτό όχι γιατί έχουμε κάτι με τον Αλέξη Τσίπρα ή τον Νίκο Ανδρουλάκη. Αλλά γιατί αυτό φάνηκε από τα αποτελέσματα των εκλογών. Το πρόβλημα της αντιπολίτευσης δεν ήταν ότι δεν ήταν ισχυρή στη Βουλή και στο…λαό, όπως φώναζαν στα παλαιότερα συνθήματα, αλλά είχαμε μια αντιπολίτευση που με εξαίρεση το ΚΚΕ έκανε αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση.
Από τη μια είχαμε ένα ΠΑΣΟΚ το οποίο δεν είχε στο μεγαλύτερο διάστημα αρχηγό, καθώς ο κ. Ανδρουλάκης ήταν στις Βρυξέλλες. Από την άλλη είχαμε έναν τάγμα …ατάκτων που ο καθένας είχε την παντιέρα του με έναν Τσίπρα αλλού να πατά και αλλού να βρίσκεται. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που ο κόσμος ζούσε πρωτόγνωρες καταστάσεις. Από την πανδημία, τον φυσικό πόλεμο, και έναν ενεργειακό πόλεμο και πόλεμο ακρίβειας που ακολούθησε μετά και συνεχίζει να μαίνεται όσο και αν προσπαθούμε να τον κρατήσουμε εκτός από την καθημερινότητά μας.
Από κοντά μια Τουρκία που ήταν έτοιμη για όλα, προκαλώντας καθημερινά στην στεριά, στον αέρα και στη θάλασσα.
Σε αυτό το σκηνικό ο Μητσοτάκης, έμοιαζε σαν να είναι μόνος του έχοντας απέναντί του όλους τους άλλους. Και αυτόν τον διευκόλυνε τόσο σε θέματα στρατηγικής όσο και σε θέματα διαχείρισης της καθημερινότητας. Ξαφνικά εξαιτίας των συνθηκών ο Μητσοτάκης από πολιτικός αρχηγός φάνταζε ως ηγέτης ενός οι υπόλοιποι παρέμειναν πολιτικοί αρχηγοί. Με το να τσακώνονται μεταξύ τους το μόνο που πέτυχαν ήταν να μεγαλώσουν την απόσταση που είχαν από έναν Μητσοτάκη, που ούτε αλάνθαστος ήταν , ούτε πετυχημένος σε όλες του τις αποφάσεις και επιλογές.
Πήγε στις κάλπες, όταν έκρινε έχοντας όμως πρόταση. Που συμφωνείς ή διαφωνείς μαζί της ήταν καθαρή και διάφανη. Από την άλλη πήγε να στηθεί και να κερδηθεί με βάση αυτό ένα αντιμητσοτακικό μέτωπο. Αυτό και τίποτε άλλο. Χωρίς πειστική εναλλακτική πρόταση και με έναν μπαμπούλα που κανέναν δεν έπειθε. Τώρα ο κ. Τσίπρας ζητά μια δεύτερη ευκαιρία όχι για να κυβερνήσει, αλλά για να γίνει ισχυρή αντιπολίτευση. Το θέμα και πάλι δεν είναι εάν την λάβει. Αλλά το τι θα την κάνει. Διότι εάν σκοπεύει να συνεχίσει τα ίδια ας την πάρει ο επόμενος…