Οι τελευταίες εξελίξεις (στην Ουκρανία) επιβεβαιώνουν με ξεκάθαρο και ανάγλυφο τρόπο την απόφαση της κυβέρνησης να επενδύσει στην ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, μέσω παρεμβάσεων που στοχεύουν τόσο στην εξασφάλιση της επάρκειας του υφιστάμενου αμυντικού εξοπλισμού όσο και στην απόκτηση νέων δυνατοτήτων που βρίσκονται στην αιχμή της υπάρχουσας τεχνολογίας. Αυτό τόνισε, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο «Πρώτο Θέμα», ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Χαρδαλιάς,
Ειδικότερα, ο κ. Χαρδαλιάς ξεκαθάρισε πως «η ελπίδα δεν είναι στρατηγική», προσθέτοντας παράλληλα πως «η διατήρηση της εθνικής ομοψυχίας και η ενίσχυση της αποτρεπτικής και αμυντικής μας ικανότητας πρέπει να αποτελούν τον μόνιμο και ουσιαστικό πυρήνα σε όλα τα επίπεδα στρατηγικής σκέψης και σχεδίασης».
«Το σύγχρονο στρατηγικό περιβάλλον επιτάσσει ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν από κοινού σε όλες τις διαστάσεις του σύγχρονου επιχειρησιακού περιβάλλοντος. Έτσι, θεωρείται βέβαιο ότι, όσο κι αν η στρατηγική και η τεχνολογία εξελιχθούν, η στρατιωτική εφοδιαστική αλυσίδα θα διατηρεί πάντα τη θεμελιακή της αξία στην πολεμική τέχνη» επεσήμανε ο υφυπουργός Εθνικής ‘Αμυνας.
Υπογράμμισε, δε, ότι «για την κυβέρνηση η ενίσχυση της εθνικής αμυντικής βιομηχανίας αποτελεί βασική προτεραιότητα» ενώ για την απόκτηση των τεσσάρων νέων κορβετών για το Πολεμικό Ναυτικό, είπε ότι «το προσεχές χρονικό διάστημα θα ληφθούν οι τελικές αποφάσεις για την απόκτηση νέων μονάδων επιφανείας και τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ».
Ο Ν. Χαρδαλιάς ανέφερε, επίσης, ότι «ο Στρατός Ξηράς δεν μένει πίσω στα δικά του εξοπλιστικά προγράμματα» καθώς έχουν ήδη «ενεργοποιηθεί προγράμματα υποστήριξης για όλα τα πτητικά μέσα (CH-47D και NH-90), ενώ προχωρά και η ένταξη στις δομές του, 1.200 τεθωρακισμένων Μ-1117, που παραχωρήθηκαν από τις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις».
Για τα ελληνοτουρκικά, ο υφυπουργός Εθνικής ‘Αμυνας τόνισε ότι «ως Ελλάδα, διαχρονικά επιθυμούμε και εργαζόμαστε για την ειρήνη και θέλουμε την Τουρκία φίλη και σύμμαχο, αλλά εναπόκειται στην Τουρκία να επιλέξει τις βασικές παραμέτρους της εξωτερικής της πολιτικής, η οποία θα είναι συμβατή με τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου και την κατίσχυση των Διεθνών Συνθηκών».