Η πολιτική προσαρμογής της ΕΕ κινδυνεύει να μείνει πίσω σε σχέση με την κλιματική αλλαγή. Αυτό είναι το συμπέρασμα της έκθεσης που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ). Ακραία κλιματικά φαινόμενα, όπως καύσωνες, ξηρασία και πλημμύρες, χτυπούν πλέον συχνότερα και με αυξημένη δριμύτητα, αφήνοντας πίσω τους, πέραν όλων των άλλων, και σοβαρότατες οικονομικές συνέπειες. Και ενώ το πλαίσιο της ΕΕ για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής είναι άρτιο, οι πολιτικές προσαρμογής συναντούν προβλήματα όταν εφαρμόζονται στην πράξη. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει το ΕΕΣ.
Όπως αναφέρεται, τις τελευταίες δύο δεκαετίες, αυτό που παρατηρούμε στην ΕΕ είναι απότομη αύξηση τόσο του αριθμού των φυσικών καταστροφών λόγω κλιματικής αλλαγής όσο και της σοβαρότητας των ζημιών που προκαλούνται, όπως είδαμε να συμβαίνει πρόσφατα φέτος με τις ξηρασίες, τους καύσωνες και τις καταστροφικές πλημμύρες.
Την τελευταία δε δεκαετία, οι οικονομικές απώλειες λόγω ακραίων κλιματικών φαινομένων στην ΕΕ ανέρχονταν κατά μέσο όρο ετησίως στα 26 δισ. ευρώ. Η αδράνεια έχει και αυτή το τίμημά της: η έκθεση της ενωσιακής οικονομίας, ως έχει σήμερα, στο φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη κατά 1,5 έως 3 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα –μια συντηρητική μάλιστα εκτίμηση– θα σήμαινε ετήσιες οικονομικές απώλειες μεταξύ 42 και 175 δισ. ευρώ.