Είναι ο εφιάλτης του οικονομικού επιτελείου: Διανύουμε τον Ιούλιο, ο υδράργυρος έχει ανέβει σε «υψηλά για την εποχή επίπεδα» και η ενεργειακή κρίση δεν λέει να κοπάσει. Τα νοικοκυριά τρέμουν στους 40 βαθμούς υπό σκιά υπό τον φόβο του φακέλου με τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος. Όχι μόνο για το ποσό που θα αντικρίσουν. Αλλά και γιατί η συγκεκριμένη οικονομική υποχρέωση δεν θα είναι η μοναδική:
Ο Ιούλιος έχει και ΦΠΑ (1η δόση του β’ τριμήνου) και φόρο εισοδήματος (1η δόση του φόρου 2022) και ΕΝΦΙΑ (η καταβολή του οποίου θα έχει ξεκινήσει από τον Μάιο) και επιστρεπτέα προκαταβολή (η πληρωμή του οποίου θα έχει ξεκινήσει από τον Ιούνιο) και ασφαλιστικές εισφορές.
«Αυτός είναι εφιάλτης για τον φορολογούμενο και για τον καταναλωτή και όχι για το οικονομικό επιτελείο» θα σκεφτεί κάποιος. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι τα πράγματα. Είναι προφανές ότι η συσσώρευση των υποχρεώσεων εν μέσω πρωτοφανούς ακρίβειας συνιστά βάρος ασήκωτο για το κάθε νοικοκυριό και τον κάθε επαγγελματία. Όμως και το οικονομικό επιτελείο θα ζει με την αγωνία της δημιουργίας ενός νέου κύματος ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που θα πλήξει τα κρατικά ταμεία, τις τράπεζες –ορατός ο κίνδυνος νέας γενιάς κόκκινων δανείων ειδικά αν αυξηθούν τα επιτόκια- αλλά και τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας. Οι τελευταίες, ήδη μετρούν απλήρωτους λογαριασμούς και καταγράφουν κινήσεις μεταφερόμενων καταναλωτών από το ένα πελατολόγιο στο άλλο με στόχο να μείνουν πίσω και απλήρωτοι οι λογαριασμοί του ρεύματος.
Και τι μπορεί να γίνει; Είναι το ερώτημα. Προφανώς η ελπίδα ότι μέχρι το καλοκαίρι θα έχει εκτονωθεί κάπως η κατάσταση δεν έχει σβήσει. Επίσης, φέτος, οι βασικοί φόροι –ΕΝΦΙΑ και φόρος εισοδήματος- έχουν σπάσει σε περισσότερες δόσεις κάτι που μπορεί να βοηθήσει όσον αφορά στην εισπραξιμότητα.
Από την άλλη, υπάρχει και η ελπίδα ότι από τον Ιούνιο θα έχει ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός στήριξης για την ηλεκτρική ενέργεια συγκρατώντας τουλάχιστον το κόστος της ηλεκτροδότησης.