Χρονιά με καλύτερες προοπτικές για τον τουρισμό θα αποτελέσει το 2021 σε σχέση με το 2020, επεσήμανε χθες ο γενικός γραμματέας του ΕΟΤ, κ. Δημήτρης Φραγκάκης, διευκρινίζοντας ότι οι ενέργειες που δρομολογούνται από πλευράς του Οργανισμού για την προώθηση της χώρας βάζουν σε πρώτο πλάνο τις ειδικές μορφές τουρισμού και ειδικότερα τον γαστρονομικό τουρισμό.
Συγκεκριμένα, όπως εξήγησε από το ηλεκτρονικό βήμα της της 50ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης Μελών της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού, ο τουρισμός στην Ελλάδα πέρυσι νόσησε εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού, ειδικά δε ο τουρισμός και τα ξενοδοχεία της Αττικής τα οποία είναι κατά την πλειονότητά τους 12μηνης διάρκειας. Ωστόσο η προηγούμενη κακή χρονιά δίνει τη σκυτάλη σε μια νέα με καλύτερες προοπτικές και περισσότερα «όπλα» διαθέσιμα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν αισθητά την κατάσταση. «Είμαστε σε μια χρονιά διαφορετική από την περσινή, έχουμε τους εμβολιασμούς, ο ρυθμός των οποίων εκτιμώ ότι θα επιταχυνθεί το επόμενο διάστημα τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, έχουμε οικονομικότερα Rapid Test και φυσικά έχουμε ήδη εμπειρία στην σωστή εφαρμογή των υγειονομικών πρωτοκόλλων, δεδομένου ότι πέρυσι οι ξενοδόχοι υπερέβαλαν εαυτόν για να τα εφαρμόσουν. Με όλα αυτά και με την σωστή προετοιμασία που γίνεται από πλευράς των τουριστικών φορέων και του ΕΟΤ πιστεύουμε ότι η επόμενη μέρα δεν θα είναι εύκολη, θα έχει όμως περισσότερες βεβαιότητες από τις περσινές αβεβαιότητες» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Οι ενέργειες του ΕΟΤ, σύμφωνα με τον κ. Φραγκάκη στοχεύουν αρχικά στην συνεργασία όλων των φορέων προς την κατεύθυνση της τουριστικής προβολής της χώρας και ειδικά της Αττικής. «Πέρα από την συνεργασία με την περιφέρεια, ετοιμαζόμαστε να υπογράψουμε κι ένα μνημόνιο συνεργασίας με το «This is Athens», βάσει του οποίου θα υπάρξει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο δραστηριοτήτων για την προβολή του τουριστικού προϊόντος. Ο οργανισμός έχει ήδη εκπονήσει πέρα από το πλάνο του 2021 και τριετές στρατηγικό πλάνο τουριστικής προβολής. Παράλληλα σε διαδικασία υλοποίησης βρίσκεται και η καμπάνια του ΕΟΤ, η οποία εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Μαρτίου. Αυτή περιλαμβάνει πέρα από την γενική καμπάνια για το σύνολο της χώρας και τέσσερις μικρότερες καμπάνιες θεματικές που βασίζονται στον θεματικό τουρισμό της Αττικής, στο yachting που έχει υποστεί τεράστια ζημιά, στο wellness και στον τουρισμό πολυτελείας, «τομείς που η Αττική κρατάει τα σκήπτρα σε όλη τη χώρα και δικαίως» προσέθεσε.
Ιδιαίτερο βάρος όμως όπως εξήγησε θα δοθεί και στην υψηλή γαστρονομία, στην οποία και πάλι η Αττική έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Όπως εξήγησε ο Οργανισμός βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με τον οδηγό Michelin του Παρισιού για να εμπλουτίσει το γαστρονομικό προϊόν και να βάλει την Ελλάδα σε έναν χάρτη πολύ διαφορετικό από αυτόν που ήταν τα τελευταία χρόνια.
Επιπλέον, μέσα από το ευρύ δίκτυο που έχει χτιστεί ο ΕΟΤ ετοιμάζει και μια μεγάλη καμπάνια συνδιαφήμισης με tour operators και αεροπορικές εταιρείες για να ενισχύσει την προβολή της χώρας.
«Τέλος Μαΐου είναι πιθανό να δούμε την πρώτη ανάκαμψη του ελληνικού τουρισμού, η οποία θα παραμείνει ορατή όλη την υπόλοιπη χρονιά» σημείωσε διευκρινίζοντας ωστόσο ότι «η χρονιά θα βασιστεί στις last minute κρατήσεις, γεγονός που δεν επιτρέπει ακρίβεια στις προβλέψεις».
Συνεχίζεται η ελεύθερη πτώση για τα ξενοδοχεία της Αττικής
Η αισιοδοξία βέβαια για την κίνηση της χρονιάς είναι κάτι που μέχρι στιγμής τουλάχιστον δεν αποτυπώνεται στις κρατήσεις. Να θυμίσουμε ότι από τα στοιχεία της 16ης ετήσιας Έρευνας «Περί Ικανοποίησης Ξενοδοχείων και Απόδοσης Ξενοδοχείων Αττικής», που διεξήγαγε η GBR Comsulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού και παρουσιάστηκε διαδικτυακά στο πλαίσιο της 50ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης Μελών της Ένωσης η τουριστική δραστηριότητα κινήθηκε πέρυσι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και μέχρι σήμερα παραμένει ανύπαρκτη.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα η οποία διεξήχθη από τον μήνα Αύγουστο έως και τον Οκτώβριο, σχετικά με την «Απόδοση των Αθηναϊκών ξενοδοχείων», η ελεύθερη πτώση καταγράφηκε πέρα από την ζήτηση και την πληρότητα σε όλα τα επί μέρους στοιχεία που εξετάστηκαν (μέση τιμή δωματίου, έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο κ.λπ.)
Μετά το lockdown, την περίοδο Ιούλιο – Οκτώβριο, η ζήτηση αυξήθηκε, ωστόσο οι διεθνείς αφίξεις κατοίκων του εξωτερικού στο αεροδρόμιο της Αθήνας έφτασαν ακόμα και το τότε μόλις στο 35% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Τον Νοέμβριο του 2020 μάλιστα, η ζήτηση κατέρρευσε εκ νέου μετά και τα νέα μέτρα που λήφθηκαν στην Ελλάδα και τις κύριες αγορές της. Την εξίσωση έκανε ακόμα πιο δύσκολη το γεγονός ότι βασικές αγορές τροφοδότες απουσίασαν από την χώρα σχεδόν όλη την προηγούμενη χρονιά, για παράδειγμα οι Αμερικανοί, που αποτελούν μακράν τη πιο σημαντική αγορά για την Αθήνα, δεν είχαν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στην Ευρώπη από τον Μάρτιο 2020.
Η πτώση της ζήτησης ώθησε έναν σημαντικό αριθμό ξενοδόχων να κρατήσει κλειστές τις μονάδες του παρά την δυνατότητα που έδωσε το κράτος στα ξενοδοχεία δωδεκάμηνης λειτουργίας να ανοίξουν από την 1 η Ιούνιου.
Σε αντίθεση με τις προ κορονοϊού χρονιές, το υψηλότερο επίπεδο δωματίων σε λειτουργία (78%) παρατηρήθηκε τον Σεπτέμβριο, ποσοστό που έπεφτε σταδιακά όσο βαδίζαμε προς το τέλος της χρονιάς κι έφτασε τον Δεκέμβριο στο 56% του συνόλου του ξενοδοχειακού δυναμικού της πρωτεύουσας. Τα παραπάνω οδήγησαν την πληρότητα στα επίπεδα του 19,7% για το σύνολο του 2020 (σ.σ. η πληρότητα υπολογίστηκε λαμβάνοντας υπόψη τα ξενοδοχεία που δεν ήταν σε λειτουργία λόγω του Covid-19, μέθοδος TRI – Total Room Inventory), ενώ η απώλεια των εσόδων για τον ξενοδοχειακό τομέα της Αττικής έφτασε συνολικά τα 700 εκατ. ευρώ.
Ενθαρρυντικό ως προς τον προορισμό είναι το γεγονός ότι τα επίπεδα πληρότητας στους βασικούς ανταγωνιστές της Αθήνας, όπως η Βαρκελώνη και η Ρώμη, ήταν ακόμη χαμηλότερα από αυτά της Αθήνας με βάση τη μέθοδο TRI φτάνοντας στο 17% και 15% αντίστοιχα. Μια από τις λίγες ευρωπαϊκές πόλεις που κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με την Αθήνα ήταν η Μαδρίτη.
Τα αρνητικά ρεκόρ μάλιστα συνεχίζονται και την νέα χρονιά χωρίς ωστόσο να μπορούν να αποδειχτούν ενδεικτικά για το σύνολο της σεζόν. Όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος της GBR Consulting, κ. Stefan Merkenhof τον Ιανουάριο ήταν σε λειτουργία το 55% των δωματίων της Αττικής με την πληρότητα να περιορίζεται στο 11% – οι επισκέπτες της πρωτεύουσας είναι κυρίως Έλληνες που ταξιδεύουν για ιατρικούς λόγους. Μάλιστα η πτώση του εσόδου ανά διαθέσιμο δωμάτιο τον πρώτο μήνα του νέου έτους έφτασε το 81%, με το RevPar τον Ιανουάριο να διαμορφώνεται στα 8 ευρώ από τα 42 ευρώ που ήταν τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, όπου η πανδημία δεν είχε φτάσει στην Ευρώπη.
Νίκη Παπάζογλου