Η συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, το κρίσιμο ζήτημα της χρηματοδότησης των έργων και το στοίχημα της επιτάχυνσης των διαγωνισμών βρέθηκαν στο επίκεντρο του δεύτερου πάνελ στο 6ο Συνέδριο Υποδομών & Μεταφορών – ITC 2023 με θέμα «ΣΔΙΤ, Παραχωρήσεις, Πρότυπες Προτάσεις, RRF: Ανάπτυξη υποδομών με τη συνεργασία κράτους και αγοράς».
Οι συμμετέχοντες συζήτησαν για τα σύγχρονα εργαλεία υλοποίησης έργων υποδομών, αλλά και τον ρόλο του τεχνικού κόσμου ώστε να επιτευχθεί το εθνικό στοίχημα της εκτέλεσης του τεράστιου προγράμματος έργων που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ε. Καραϊνδρος (Μ Παραχωρήσεων): Στοίχημα η χρηματοδότηση από ξένες τράπεζες και διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα
Στη συμβολή των έργων ΣΔΙΤ και παραχωρήσεων, καθώς και του εργαλείου των Πρότυπων Προτάσεων, ώστε η χώρα μας να αποκτήσει τις υποδομές που έχει ανάγκη, υπό το πρίσμα των σύγχρονων προκλήσεων, αναφέρθηκε ο Πρόεδρος της Μ Παραχωρήσεων, κ. Έλενος Καραΐνδρος. «Τα εργαλεία αυτά είναι χρήσιμα στη φαρέτρα της εκάστοτε κυβέρνησης γιατί δίνουν τη δυνατότητα υλοποίησης μεγάλου αριθμού έργων υποδομών ή προμηθειών του Ελληνικού Δημοσίου», επισήμανε, εξηγώντας πως παρέχουν χρηματοοικονομική διευκόλυνση.
«Το στοίχημά μας είναι να φτάσουμε σε ένα σημείο ως προς τις μεγάλες παραχωρήσεις και τα ΣΔΙΤ, η χρηματοδότηση να μην προέρχεται μόνο από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά να έρθουν και ξένες τράπεζες ή διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας πως το νομοθετικό πλαίσιο είναι φιλικό προς τις επενδύσεις.
Προσδιόρισε ως βασικές αδυναμίες ως προς την ανάπτυξη των έργων τη μελετητική ανωριμότητα, τη γραφειοκρατία, τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών, καθώς και τους προϋπολογισμούς των έργων που καθίστανται παρωχημένοι καθώς έχουν προσδιοριστεί 4-5 χρόνια πριν. Διευκρίνισε πως από την εκκίνηση ενός διαγωνισμού μέχρι να οριστικοποιηθεί το αποτέλεσμα περνούν χρόνια, με αποτέλεσμα οι εξελίξεις να μας προσπερνούν. «Η διαδικασία θα πρέπει να προσαρμοστεί και η αξιολόγηση να γίνεται, με τα κατάλληλα κριτήρια, όσο πιο κοντά στην ανάληψη και εκτέλεση του έργου, ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα χρηματοδότησής του», εξήγησε.
Ο κ. Καραϊνδρος εστίασε στη μεγάλη εμπειρία που διαθέτει ο Όμιλος στο εξωτερικό, σε απαιτητικά έργα με τη χρήση των παραπάνω εργαλείων. «Η Ελλάδα για εμάς είναι ο φυσικός χώρος δραστηριοποίησης, ειδικά από τη στιγμή που βλέπουμε ότι υπάρχουν προοπτικές, ένα ήρεμο επενδυτικό περιβάλλον και τα εργαλεία χρηματοδοτήσεων», ανέφερε, εξηγώντας πως εστιάζει πια στην ελληνική αγορά, μέσω δύο ξεχωριστών εταιρειών, των ΜΕΤΚΑ και Μ Παραχωρήσεων.
Π. Σταμπουλίδης (ΤΑΙΠΕΔ): Ισχνή η συμμετοχή των τεχνικών εταιρειώ ν στα έργα που προκηρύσσει το ΤΑΙΠΕΔ
Έργα που αντιστοιχούν στο 2% σχεδόν του ελληνικού ΑΕΠ ωριμάζει το ΤΑΙΠΕΔ, συνολικά δηλαδή 3,5 δισ. ευρώ έργων είναι εγγεγραμμένα στο Ταμείο Ανάκαμψης, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Σταμπουλίδη, Εντεταλμένο Σύμβουλο, Εκτελεστικό Μέλος του ΤΑΙΠΕΔ. Όπως επισήμανε, τα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης θα πρέπει να έχουν υλοποιηθεί έως τα τέλη του 2025, «άρα δεν υπάρχουν περιθώρια για καθυστερήσεις και χρονοτριβές στο κομμάτι των ωριμάνσεων».
Ειδική αναφορά έκανε ο κ. Σταμπουλίδης στο πρόγραμμα «ΑΙΓΙΣ» για την ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας, τονίζοντας ότι έως το τέλος του έτους η Μονάδα Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας (PPF) του ΤΑΙΠΕΔ θα έχει δημοσιεύσει διαγωνισμούς, ύψους 700 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 70% του προϋπολογισμού του προγράμματος που χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Απευθυνόμενος προς τον τεχνικό κόσμο, ο κ. Σταμπουλίδης εξέφρασε την έκπληξή του, καθώς όπως είπε «η τεχνική αγορά σκέφτεται μόνο τη συμμετοχή της στα μεγάλα έργα που είναι αρκετών δισ. ευρώ, τα οποία δεν γνωρίζουμε και αν υλοποιούνται εν τέλει».
Αυτή τη στιγμή, το ΤΑΙΠΕΔ προκηρύσσει έργα ύψους 25-40 εκατ. ευρώ εβδομαδιαίως, με τη συμμετοχή των τεχνικών εταιρειών να είναι ισχνή, σύμφωνα με τον ίδιο, ενώ συμπλήρωσε ότι δεν γνωρίζει εάν το γεγονός αυτό οφείλεται «ότι βρίσκονται απροετοίμαστες μπροστά σε έναν τόσο μεγάλο όγκο έργων».
Κάλεσε την τεχνική αγορά να «κοιτά» το ΤΑΙΠΕΔ, καθώς στη διάρκεια των ετών κατέκτησε την αποτελεσματικότητά του ως Ταμείο, με απτό παράδειγμα τη νέα σύμβαση παραχώρησης της Αττικής Οδού. Σημείωσε, συγχρόνως, ότι πρέπει να πείσουμε την Πολιτεία να «τρέξει» περισσότερο στο κομμάτι των μεταρρυθμίσεων, ώστε να απαλειφθούν οι υπάρχουσες αγκυλώσεις.
Σημείωσε ότι είναι ευκαιρία οι πάντες να δουλέψουν ούτως ώστε να ανταπεξέλθουμε ως χώρα στις προκλήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς «εάν δεν καταφέρουμε να εξοπλιστούμε τώρα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν θα καταφέρουμε να ανταπεξέλθουμε ποτέ».
Σ. Μιχελάκης (ΕΤΕπ): Σημαντικός ο ρόλος του Δημοσίου στην παρακολούθηση έργων ΣΔΙΤ και παραχωρήσεων
Στον κρίσιμο ρόλο του Δημοσίου για την προετοιμασία και την παρακολούθηση των έργων που κατασκευάζονται με συμβάσεις παραχώρησης και ΣΔΙΤ στάθηκε ο Στέλιος Μιχελάκης, Principal Advisor και Project Finance CSEE της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην παρακολούθηση των έργων, λέγοντας ότι έχουμε μεταφέρει μέρος του κινδύνου στον ιδιωτικό τομέα και το κράτος καλείται να παρακολουθεί την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και να λαμβάνει μέριμνα για τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα συγκεκριμένα έργα.
«Αυτές οι υποδομές πρέπει να εντάσσονται σ’ έναν ευρύτερο σχεδιασμό και να αφήνουν θετικό κοινωνικό αποτύπωμα, μέσω μιας διαγωνιστικής διαδικασίας που θα προάγει τον ανταγωνισμό και θα προσελκύει κεφάλαια τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό» σημείωσε ο κ. Μιχελάκης. Εξήγησε πως οποιαδήποτε έκπτωση σε αυτές τις αρχές δεν θα φανεί άμεσα, αλλά θα οδηγήσει σε ακριβότερες υποδομές, που δεν θα έχουν θετικό κοινωνικό αποτύπωμα. Όπως είπε, πάντως, η χώρα μας διαθέτει επαρκές και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο για την προετοιμασία και την εκτέλεση τέτοιων συμβάσεων, που ενδέχεται να χρήζει απλά κάποιων βελτιώσεων.
Αναλύοντας τα πλεονεκτήματα των συγχρηματοδοτήσεων και των παραχωρήσεων αναφέρθηκε στην ενδελεχή προετοιμασία του έργου και ανάλυση των κινδύνων του, τη δυνατότητα του Δημοσίου να μεταφέρει τις πληρωμές στο μέλλον, αλλά και στο γεγονός ότι τα έργα αυτά μπορούν να μείνουν εκτός του ισολογισμού της γενικής κυβέρνησης. «Πρόσθετο πλεονέκτημα αποτελεί η εξασφάλιση της χρηματοδότησης και της συντήρησης των έργων για μεγάλο χρονικό διάστημα» είπε ο Principal Advisor και Project Finance CSEE της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Όσον αφορά στα μειονεκτήματα, συνοψίζονται στη μεγαλύτερη πολυπλοκότητα των έργων και το υψηλότερο κόστος ανάπτυξης και παρακολούθησης, ενώ συχνά αποτελούν αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης με ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Αναφερόμενος τέλος στο ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τόνισε ότι έχει χρηματοδοτήσει συνολικά 262 έργα παραχωρήσεων και ΣΔΙΤ ύψους 51δις.
Δ. Σαμαράς (ΣΑΜΑΡΑΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ): Ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό κρίσιμων υποδομών της χώρας το Ταμείο Ανάκαμψης
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί τεράστια ευκαιρία προκειμένου να εκσυγχρονιστούν κρίσιμες υποδομές και να μετασχηματιστεί η χώρα, σύμφωνα με τον Δημήτρη Σαμαρά, Πρόεδρο του Ομίλου «Σαμαράς & Συνεργάτες». Η αξία του RRF, εκτός των χρηματικών πόρων, είναι η ίδια η λογική του και τα κριτήρια με τα οποία επιλέγονται τα έργα που χρηματοδοτεί, τα οποία ικανοποιούν πραγματικές ανάγκες και μακροπρόθεσμους στόχους και πληρούν κριτήρια βιωσιμότητας και αποδοτικότητας.
Όπως είπε ο κ. Σαμαράς, «η μεγάλη πρόκληση του Ταμείου Ανάκαμψης είναι η στενότητα στον χρόνο υλοποίησης, μέχρι το τέλος του 2026, αλλά και τα ενδιάμεσα ορόσημα, τα οποία είναι κρίσιμα για τη συνέχιση της υλοποίησης των έργων, που έχουν επιλεγεί. Αναπόφευκτα, όμως, τα σφιχτά χρονοδιαγράμματα, φέρνουν στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες της γραφειοκρατίας του Δημοσίου, τις χρονοβόρες διαδικασίες για την ωρίμανση, την αδειοδότηση, την ανάθεση και την υλοποίησή τους».
Έκρινε ως πολύ σωστή την επιλογή να δημιουργηθεί ειδική μονάδα εντός του ΤΑΙΠΕΔ για την ωρίμανση των έργων που θα χρηματοδοτηθούν από το RRF, «όμως όλα δείχνουν τη μεγάλη ανάγκη να αναμορφωθεί όλο το θεσμικό πλαίσιο υλοποίησης έργων στην Ελλάδα». Για τον σκοπό αυτόν, ο κ. Σαμαράς πρότεινε να εκπονηθεί άμεσα μια μελέτη, η οποία θα αναδείξει όλες τις απαιτούμενες κρίσιμες θεσμικές αλλαγές, που θα επιταχύνουν όλες τις διαδικασίες.
Αναφερόμενος, τέλος, στα έργα ΣΔΙΤ εξήγησε ότι «όταν η κατανομή του επιχειρηματικού ρίσκου είναι σωστά επιμερισμένη ανάμεσα στο κράτος και στον ιδιώτη, τότε η δημόσια δαπάνη δεν προσμετράται ούτε στο δημόσιο έλλειμμα, ούτε στο δημόσιο χρέος». Προσδιόρισε, όμως, ως καθοριστικό παράγοντα επιτυχίας των έργων ΣΔΙΤ την επιτάχυνση του χρόνου δημοπράτησης.