Σε νέα μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης, στο 3,25%, αναμένεται να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη συνεδρίαση της Πέμπτης 17 Οκτωβρίου, μετά τη μείωση του πληθωρισμού στο 1,8% στην Ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο, σε συνδυασμό με την εξασθένιση της οικονομίας της.
Πρόκειται για την τρίτη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ φέτος και τη δεύτερη συνεχόμενη, μετά από αυτή του Σεπτεμβρίου, ενώ και οι αγορές θεωρούν βέβαιη τη μείωσή τους τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο, ενώ βλέπουν να συνεχίζεται αυτή και το 2025.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη υποχώρησε το Σεπτέμβριο στο 1,8%, σε επίπεδα δηλαδή χαμηλότερα του 2%, που είναι ο στόχος που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Όπως καταγράφεται στα πρακτικά του Σεπτεμβρίου, οι κεντρικοί τραπεζίτες θεωρούν ότι θα πρέπει να είναι «να είμαστε ελεύθεροι να ανταποκριθούμε σε όλα τα εισερχόμενα δεδομένα». Επιπλέον υπογράμμισαν ότι η ταχύτητα με την οποία θα πρέπει να προχωρήσει η περαιτέρω μείωση των επιτοκίων εξαρτάται από την εξέλιξη των εισερχόμενων δεδομένων». Τα πρακτικά που δημοσιεύθηκαν επιβεβαιώνουν ότι στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, η ΕΚΤ φάνηκε αποφασισμένη να συνεχίσει τον πολύ σταδιακό ρυθμό μείωσης των επιτοκίων (χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής).
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, δήλωσε, σε συνέντευξή που έδωσε στους Financial Times, ότι ο στόχος είναι πιθανό να επιτευχθεί από το α’ τρίμηνο του 2025, νωρίτερα απ’ ό,τι προέβλεπε η ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο. Για τον λόγο αυτό, ο κ. Στουρνάρας τάχθηκε υπέρ της μείωσης των επιτοκίων κατά 25 μ.β. τόσο τον Οκτώβριο όσο και στην επόμενη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, ενώ τάχθηκε υπέρ της συνέχισης της μείωσής τους το 2025, εφόσον συνεχισθεί η αποκλιμάκωση των αυξήσεων στις τιμές.
Για μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό, η οποία θα ληφθεί υπόψη στη ερχόμενη συνεδρίαση, έκανε λόγο η πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προϊδεάζοντας από την πλευρά της για μία πιθανή μείωση των επιτοκίων την ερχόμενη Πέμπτη.
Η καχεκτική πορεία της οικονομίας κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ταχύτερη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ. Μετά από μία αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,3% στο α’ τρίμηνο του 2024, σημειώθηκε επιβράδυνση στο β΄ τρίμηνο στο 0,2%, ενώ η έρευνα συγκυρίας της S&P Global έδειξε ότι η ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνθηκε ελαφρά τον Σεπτέμβριο.
Για πρώτη φορά, μάλιστα, από την αρχή του έτους και οι τρεις μεγάλες οικονομίες της περιοχής – Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία – λειτουργούσαν σε συνθήκες συρρίκνωσης της ιδιωτικής οικονομίας.